-->

i Love to Create!

I AM

image
Hello,

I'm ΔΗΜΗΤΡΗΣ Β. ΚΑΡΕΛΗΣ

Ονομάζομαι Δημήτρης Καρέλης, είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ και φοιτητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημόσια Ιστορία» του ΕΑΠ. Γεννήθηκα στη Λαμία και ζω στη Καλλιθέα Αττικής, είμαι παντρεμένος και έχω ένα γιο. Εργάζομαι ως υπάλληλος στον όμιλο Δ.Ε.Η. Α.Ε. από το 1993 και υπηρετώ στο Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Ηλεκτρικής Ενέργειας (Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε.). Σήμερα είμαι συνδικαλιστής, Εκτελεστικός Σύμβουλος Πολιτιστικών Θεμάτων και Μέλος του Δ.Σ. της ΓΕΝ.Ο.Π-Δ.Ε.Η.-Κ.Η.Ε., ενώ χρημάτισα επί σειρά ετών Πρόεδρος, Γενικός Γραμματέας και Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του ιστορικού συνδικάτου «Πανελλαδικός Σύλλογος Καταμετρητών-Εισπρακτόρων Δ.Ε.Η.». Είμαι αυτοδίδακτος ζωγράφος, με συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις. Από την παιδική μου ηλικία, με πυξίδα τις πνευματικές και καλλιτεχνικές μου ανησυχίες, ξεκίνησα ένα μακρύ ταξίδι στο χώρο του πολιτισμού, της ιστορίας, της τέχνης, της παράδοσης, της γραφής, του λόγου και του στοχασμού.


Education
University

Culturologist

Postgraduate

Master of Arts in Public History

School of Amusement

Self-taught painter


Experience
Electricity worker

Public Power Corporation of Greece

Historical

Historical author-researcher

Painter

Art and painting lover


My Skills
Writing
Painting
Disquisition
Design

About Books

«Η βιβλιοθήκη κατοικείται από πνεύματα που βγαίνουν από τις σελίδες τη νύχτα». – Ιζαμπέλ Αλιέντε.

friendship

«Ένα μόνο τριαντάφυλλο μπορεί να είναι ο κήπος μου, αλλά μόνο ένας φίλος, ο κόσμος μου». – Λέο Μπουσκάλια

be yourself

«Να είσαι ο εαυτός σου, αλλά πάντα ο καλύτερος εαυτός σου». – Karl G. Maeser

about love

«Το να αγαπιέσαι βαθιά σου δίνει δύναμη, ενώ το να αγαπάς βαθιά σου δίνει κουράγιο». – Λάο Τσε.

WHAT I DO

Author-writer

«Είτε γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί», Βενιαμίν Φραγκλίνος

Culturologist

«Ο πολιτισμός δεν κληρονομείται, κατακτάται», Αντρέ Μαλρώ

Painter

«Η ζωγραφική είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να κρατάς ημερολόγιο», Πάμπλο Πικάσο

Some of my work
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η περιοχή του Δομοκού Φθιώτιδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Η περιοχή του Δομοκού Φθιώτιδας. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Το «Μνημείο του Κόκκαλη» στο Δομοκό

 


 

Το «Μνημείο του Κόκκαλη» στο Δομοκό

 Πάνω στο δενδροσκεπή λόφο, αριστερά στην είσοδο του Δομοκού, βρίσκεται το «μνημείο του Κόκκαλη». Ο Διονύσιος Κόκκαλης, γεννημένος στο Καρπενήσι το 1864, έπεσε ηρωικά στη μάχη των Φαρσάλων, στο Τατάρ-τεκέ το σημερινό χωριό Ζωοδόχος Πηγή, το 1897 και ετάφη στο Δομοκό.


Η επιτύμβια στήλη του μνημείου αναφέρει: «Ενθάδε κείται ο ηρωικώς πεσών υπέρ πατρίδος κατά την εν Τατάρ-τεκέ των Φαρσάλων μάχην τη 23η Απριλίου 1897, Ανθυπολοχαγός Ευζώνων Διονύσιος Κόκκαλης εκ Καρπενησίου».

Στο μνημείο του νεαρού Έλληνα αξιωματικού Διονύσιου Κόκκαλη, που έπεσε ένδοξα μαχόμενος για την πατρίδα, τιμώνται όλοι οι Έλληνες αξιωματικοί που έπεσαν σε κείνο τον «άδοξο» πόλεμο.

Η «Έκθεσις πεπραγμένων της Εθνικής Εταιρείας», του 1897, αναφέρει τα ονόματα όλων των Ελλήνων αξιωματικών που έχασαν τη ζωή τους σε τούτο τον αμφιλεγόμενο και «αχρείαστο» πόλεμο:


Δημήτρης Β. Καρέλης

Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 
karelisdimitris@gmail.com

«Υψωμένα Δέντρα»: Πως ξόρκιζαν κάποτε τα κακά και τις επιδημίες


Ο επιβλητικός «Υψωμένος Πλάτανος», στον Άγιο Γεώργιο Δομοκού, που «υψώθηκε» για πρώτη φορά σε μεγάλη λιτανεία το 1920, πιθανόν στα πλαίσια της «Ισπανικής Γρίπης» (1918-21) που έπληξε και την περιοχή. 
 «Υψωμένα Δέντρα»: Πως ξόρκιζαν κάποτε τα κακά και τις επιδημίες
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Καρέλης

Κάποτε, σε περιόδους λοιμών ή λιμών (επιδημιών ή πείνας) και παρατεταμένης ξηρασίας, οι άνθρωποι αντιμετώπιζαν καρτερικά και ψύχραιμα τις αντιξοότητες και τις δυσχέρειες. Ωστόσο, όταν το πράγμα έφτανε στο μη περαιτέρω, οι άνθρωποι εύρισκαν τελευταίο καταφύγιο στο Θεό.  Έκτακτοι αγιασμοί, λιτανείες ανάγκης (για βροχή και επιδημίες), μεταφορά Αγίων Λειψάνων, ειδική τέλεση λειτουργίας, εγκοίμηση (διανυκτέρευση στην εκκλησία), αναθήματα και τάματα (ταξίματα), ήταν οι τρόποι με τους οποίους προσπαθούσαν να ξορκίσουν το κακό. Ένας από τους τρόπους αυτούς, κυρίως σε καιρούς επιδημικής ασθένειας, ήταν και το «Ύψωμα των δέντρων».
Οι κάτοικοι των πληττόμενων περιοχών, διάβαζαν πρωινή λειτουργία κι υστέρα έβγαζαν τις μεγάλες εικόνες της εκκλησιάς και με ψαλμωδίες έκαναν το γύρο, έξω απ’ το χωριό. Κάνοντας την κυκλική περιφορά, στέκονταν σε κάθε δέντρο που είχαν επιλέξει, συνήθως πλάτανο, καρυδιά, καστανιά, γκορτσιά, ασκαμνιά (μουριά) ή βελανιδιά («δέντρος»), εφτά ή τέσσερα τον αριθμό, σταυρωτά σε κάθε σημείο του ορίζοντα, ενώ ο παπάς έβγαζε μ’ ένα μαχαιράκι ένα στρογγυλό κομμάτι απ’ τον κορμό του δέντρου, τοποθετούσε ένα Άρτο διαβασμένο και το σφράγιζε με κερί. Στην περιοχή του Δομοκού κάρφωναν πάνω στον κορμό κι ένα σιδερένιο σταυρό. Μερικές φορές η ιεροτελεστία γίνονταν με τη συμμετοχή ιερέων των γειτονικών χωριών, για μεγαλύτερη επισημότητα.
Ο κόσμος επέστρεφε με τις εικόνες και τους ιερείς στο Ναό του χωριού και κατόπιν σκόρπιζε, γεμάτος πίστη, πως με τη δύναμη του Θεού την επαύριον θα ήταν όλα πολύ καλύτερα. Σε λίγα χρόνια τα υψικάρηνα δέντρα, μαζί με  την επούλωση της πληγής τους, εξαφάνιζαν εντός του κορμού τους τον Άρτο και τον Σταυρό και γινόταν πλέον κιβωτοί ιερής παρακαταθήκης ως «Υψωμένα Δένδρα». Απ’ τα Υψωμένα δέντρα δεν έκοβαν ούτε ένα κλωναράκι, καθώς τα είχαν Ιερά, γιατί αυτά εμπόδιζαν την αρρώστια να μπει μέσα στο χωριό. Τα χωριά πού ήταν σταυρωμένα, ήταν πλέον προστατευμένα από τα Ιερά Δέντρα και δεν πάθαιναν μεγάλη αρρώστια ή άλλο κακό. Σε πολλά μέρη, κρεμούσαν για την αποτροπή του κακού στα δέντρα αυτά μαντήλια ή άλλα αντικείμενα.
Η τελετουργική αυτή πρακτική, έλκει την καταγωγή της προφανώς στις προελληνικές θρησκείες, όπως της Κρήτης και των Μυκηνών, όπου αναφέρονται ιερά του δέντρου και αγροτικές λατρείες, ενώ τα Ιερά Δέντρα λατρεύονταν ταυτόχρονα και ως κατοικία κάποιας θεότητας. Επίσης, η χάραξη μαγικού-προστατευτικού κύκλου ή φραγμού, που σχηματιζόταν με περισχοινισμό, γινόταν από τους αρχαίους Έλληνες με σκοπό την αποτροπή των κακών από καθοσιωμένου χώρου, όπως τα δικαστήρια και η εκκλησία. Κατά τον περισχοινισμό, μια κλωστή τυλιγμένη σε κουβάρι ξετυλίγονταν γύρω από χώρους λατρείας ή από τα σπίτια με σκοπό να ξορκίσουν το κακό. Ο περισχοινισμός διασώθηκε στα νεότερα χρόνια με το νημάτωμα των εκκλησιών ή χωριών, κυρίως σε περιόδους επιδημιών.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Συγγραφέας -Αρθρογράφος - Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.
karelisdimitris@gmail.com

Η Επανάσταση του 1821 στην περιοχή του Δομοκού

Η Επανάσταση του 1821 στην περιοχή του Δομοκού
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης*

Ο πληθυσμός της Θεσσαλίας, στην οποία ανήκε διοικητικά ο Δομοκός, την εποχή της Επανάστασης αριθμούσε περίπου 350 χιλιάδες κατοίκους εκ των οποίων τα 3/4 ήταν χριστιανοί και το εν τέταρτον περίπου Οθωμανοί της φυλής των Κονιάρων.[1] 
Οι απελευθερωτικοί αγώνες της περιφέρειας Δομοκού, πριν την επανάσταση του 1821, αρχίζουν με τις προσπάθειες του επισκόπου Τρίκκης Διονυσίου Φιλοσόφου, του Γεωργίου Παπαζόλη, του Θεοδώρου Ορλώφ, του Λάμπρου Κατσώνη και του Ανδρίτσου, πατέρα του Οδυσσέα Ανδρούτσου, του παπα-Θύμιου Βλαχάβα, του Νικοτσάρα, του Ρήγα Βελεστινλή και των διαφόρων κλεφταρματωλών των Αγράφων και της Όθρης. Η ιστορική παράδοση του Ελληνικού Έθνους, η πνευματική και οικονομική άνοδος του παροικιακού και του υπόδουλου ελληνισμού κατά τον τελευταίο αιώνα της Τουρκοκρατίας, η διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών της εποχής, η οργανωτική προετοιμασία από τη Φιλική Εταιρεία και οι ετοιμοπόλεμες δυνάμεις των κλεφτών και των αρματολών, υπήρξαν τα θεμέλια, πάνω στα οποία στηρίχτηκε η επανάσταση του 1821. 
Η βόρεια Φθιώτιδα μέχρι τις παραμονές της επανάστασης του 1821 βρισκόταν κάτω από την εξουσία του Αλή Πασά των Ιωαννίνων και του γιου του, Βελή πασά. Μετά το θάνατό του, περιήλθε στα χέρια του Ομέρ Βρυώνη και του Μαχμούτ πασά Δράμαλη, γνωστών από το ρόλο που έπαιξαν στον εθνικό μας αγώνα. Η πόλη του Δομοκού ήταν έδρα Τούρκου πασά και υπήρχε σ’ αυτόν πάντα ισχυρή φρουρά. Ο γάλλος γιατρός Pouqueville αναφέρει: «Η Θαυμακός δε εξαγορασθείσα υπό του Μπαμπά-πασά  κατά την επανάστασιν, κατελήφθη υπό του Ομέρ Βρυώνη και υπό του Δράμαλη».[2] 
 Την προπαρασκευή των κατοίκων της περιοχής του Δομοκού είχαν αναλάβει διάφοροι κλεφταρματολοί, φιλικοί, κληρικοί και μοναχοί των μοναστηριών (Αντινίτσης, Ομβριακής, Ξενιάς κτλ.) κι άλλοι ανυπότακτοι και ένοπλοι που κατέβαιναν από τα γειτονικά Άγραφα.
Κατά την εποχή της επανάστασης του 1821, το συντονισμό του αγώνα είχαν οι δύο διακεκριμένοι Φαναριώτες, ο Κων. Θ. Καρατζάς και ο Θεόδωρος Νέγρης, ενώ γενικός υπεύθυνος της Φιλικής Εταιρείας ήταν ο Χριστόφορος Περραιβός. Επίσημος Οπλαρχηγός στην κεντρική Ρούμελη, στην επαρχία Ζητουνίου, με επιρροή στην επαρχία Δομοκού, ήταν ο Ιωάννης Δυοβουνιώτης ή Γερο-Δυοβουνιώτης, ο οποίος κήρυξε την επανάσταση στις 13 Απριλίου 1821.
Ο Ιωάννης Καποδίστριας, Κυβερνήτης της Ελλάδος έγραφε στις επιστολές του, για την αρχή της επανάστασης στη Φθιώτιδα: «Όλος ο τόπος και τα περί την Λαμίαν (Ζητούνι) χωρία επήραν τα όπλα εν αρχαί Απριλίου του 1821, και το φρούριον Βουδουνίτσι παρεδόθη εις τους Έλληνας μετά πολιορκιών ολιγοήμερων. Περώντος δε του Δραμαλικού στρατού, οι μεν μάχιμοι των Λοκρών, καταλαβόντες τα οχυρά των ορεινών του τόπου μερών, επείχον τους Τούρκους, αι δε γυναίκες, τα παιδία, και οι γέροντες μετακομίσθηκαν εις την νήσον του Ταλαντίου, όθεν εξήλθαν μετά τον κίνδυνον. Αλωθείσης όμως της Ευβοίας παρά των Τούρκων το 1824, οι Λοκροί, μη έχοντες πλέον ασφάλειαν, διεσκορπίσθησαν εις την Πελοπόννησον και τας νήσους. Οι δε της Φθιώτιδος κάτοικοι εκράτησαν μέχρι της αλώσεως του Μεσολογγίου. Κατά τάς τελευταίας ειδήσεις, οι Τούρκοι εις Πατρατζίκιον (σ.σ. Υπάτη) συνήξαν ήδη όλην σχεδόν την δύναμιν όσην είχον εις Ζητούνι και τα περίχωρα, ούσαν περί τους τρισχιλίους».
Οι κάτοικοι των χωριών του Δομοκού, σύμφωνα με τις πληροφορίες του Πουκεβίλ, ήταν φόρου υποτελείς στον πασά της Λάρίσας και είχαν το δικαίωμα να φέρουν όπλα, προκειμένου να φυλάσσονται από τους πολλούς ληστές που διέτρεχαν την περιοχή. Μια εγκύκλιος του ιερού κλήρου της περιοχής κατά την έκρηξη του αγώνα του 1821 καλούσε τους κατοίκους σε επανάσταση κατά των Τούρκων, η οποία βρήκε ανταπόκριση μεταξύ των κατοίκων.
Πολλοί απ’ αυτούς προσέτρεξαν να πλαισιώσουν τους διάφορους οπλαρχηγούς και καπεταναίους που εμφανίστηκαν. Άλλοι μετέφεραν πληροφορίες κι άλλοι εξυπηρετούσαν διάφορους τρόπους τον αγώνα. Σε μια ενδιαφέρουσα εθνική καταγραφή ονομάτων Ρουμελιωτών πολεμιστών του 1821 (από πρίν και έπειτα) αναφέρονται 30 αγωνιστές από τον Δομοκό. Από έγγραφα του Αρχείου των Αγωνιστών, διαπιστώνεται ότι πολλοί κάτοικοι της περιοχής πλαισίωσαν ως ένοπλοι όχι μόνο τους Κοντογιανναίους, αλλά και τον Αθανάσιο Διάκο, τον Οδυσσέα Ανδρούτσο και τον αρχιστράτηγο της Ρούμελης Γεώργιο Καραϊσκάκη και συμμετείχαν στο θρίαμβο της Αράχωβας και στους αγώνες της Ακρόπολης μαζί με άλλους Ρουμελιώτες. Μεγαλύτερη όμως ακτινοβολία στους κατοίκους της περιοχής είχε ο Μήτσος Κοντογιάννης, οπλαρχηγός της Υπάτης. Ακόμη και οι καπεταναίοι του Αλμυρού Βελέντζας, Μπασδέκης, Γριζάνος κ.ά. προσέλκυσαν πολλούς κατοίκους της γειτονικής κυρίως πλευράς. Βέβαια, ο Χουρσίτ πασάς που πολιορκούσε τότε τον Αλή Πασά στα Ιωάννινα, έστειλε εναντίον των επαναστατών 8000 πεζούς και 800 ιππείς με αρχηγούς τον Κιοσέ Μεχμέτ και τον Ομέρ Βρυώνη, για να καταπνίξουν την επανάσταση.
Οι οπλαρχηγοί Δυοβουνιώτης, Πανουργιάς και Κοντογιάννης προσπάθησαν να παρεμποδίσουν το πέρασμα των Τούρκων προς τη Νότια Ελλάδα, στήνοντας καρτέρι στο χωριό Δερβέν Φούρκα (Καλαμάκι), οι οποίοι όμως αναγκάστηκαν μπροστά στο μεγάλο όγκο των Τούρκων να υποχωρήσουν προς την Οίτη. Όπως αναφέρει το «Δοκίμιον Ιστορικόν περί της Ελληνικής Επαναστάσεως» του Ιωάννου Φιλήμονος,  τον Απρίλιο του  1821 στην κορύφωση του αγώνα στην περιοχή της Στερεάς απαιτούταν συνένωση δυνάμεων και η μέσω πολιορκίας εξουδετέρωση των Τούρκικων δυνάμεων της Υπάτης: «Προς τον διπλούν δε τούτον σκοπόν μετέβησαν ούτοι εις το πλησίον της Υπάτης βορειοδυτικώς κείμενον χωρίον των Κομποτάδων όπου έφθασε και ο Πανουριάς μεθ’ ετέρων πεντακοσίων Φωκέων.  Εκείθεν δ’ έπεμψαν τον Κομνάν Τράκαν μετά διακοσίων πεντήκοντα ίνα καταλάβη το Δερβέν Φούρκα. O Κιοσσέ Μεχμέτ πασσάς και Oμέρ πασσάς Βρυώνης φθάσαντες διέλυσαν τη 17η Απριλίου το εν Δερβέν Φούρκα Ελληνικόν σώμα και εις το Λιανοκλάδι κατέβησαν, απέχον της Υπάτης μίαν και ημίσειαν ώραν. Περί δε μέσην νύκτα της 18 προς την 19 Απριλίου πυρά κατά το πεδίον πολυπληθή εβεβαίωσαν την άφιξιν και πλησίασιν ίσχυρας τουρκικής βοηθείας. Τότε δ’ οι Έλληνες ίνα μη κυκλοθώσι τη επαύριον υπεχώρησαν ευθύς αφήσαντες την πόλιν ημίκαυστον».
Μια άλλη μάχη, έγινε κοντά στο χωριό Μακρυρράχη (Καΐτσα) τον Ιούλιο του 1821, στη θέση Ντραμουχανή (Ντεμίρ Χάνι) και στην οποία έλαβαν μέρος πολλοί κάτοικοι του χωριού (γνωστοί από τα Αρχεία των αγωνιστών) και εκδίωξαν τους Κονιάρους. Τον Αύγουστο του 1821 οι Τούρκοι οργάνωσαν νέα, ενισχυμένη εκστρατεία κατά της Πελοποννήσου. Μια δύναμη από 8.000 ενόπλους –οι περισσότεροι έφιπποι– και πλήθος άμαξες φορτωμένες με εφόδια, με επικεφαλής το Μπεϊράν πασά, ως αντιστράτηγο, και τους Μεμίς πασά, Σαχίν Αλή πασά και Χατζή Μπεκίρ πασά, κατέβηκε από τη Λάρισα και στρατοπέδευσε στο Ζητούνι (Λαμία), ενώ μία άλλη από 4.000 άνδρες με επικεφαλής τον Μαχμούτ πα­σά της Δράμας στρατοπέδευσε στον Δομοκό, πριν από τη μάχη στα Βασιλικά Φθιώτιδας, όπου ο Οδυσσέας, ο Δυοβουνιώτης και ο Γκούρας νικούν τους Τούρκους στη Φοντάνα. Σχέδιο των Τούρκων ήταν οι δυνάμεις αυτές, αφού ενωθούν με τις δυνάμεις του Κιοσέτ Μεχμέτ πασά και του Ομέρ Βρυώνη, να προελάσουν στην Πελοπόννησο και να λύσουν την πολιορκία της Τριπολιτσάς.
Ο κλήρος στάθηκε εμψυχωτής του γένους κατά τα μαύρα χρόνια της τουρκοκρατίας, κι όταν τα μαύρα σύννεφα της βαρβαρότητας των κατακτητών σκέπαζαν την ελληνική κοινωνία, έγινε ο φάρος της γνώσης και του αγώνα. Μαζί με τα ηρωικά καρυοφύλλια των αγωνιστών του ’21 ηχούσε το οκτώηχο των Μοναστηριών που στέριωσε τη Ελληνική ψυχή, οδηγώντας στο «Ελευθερία ή Θάνατος»! Φωτεινό παράδειγμα στην περιοχή του Δομοκού οι μοναχοί της Αντίνιτσας οι οποίοι έλαβαν μέρος στην επανάσταση του 1821. Όπως θυμούνται παλαιότεροι προσκυνητές της Μονής, στους εξωτερικούς τοίχους των καταστραφέντων κελιών υπήρχαν πολεμίστρες σε καλή κατάσταση, αψευδής μάρτυρες της συμμετοχής των μοναχών αυτής στους αγώνες κατά των Τούρκων.[3] Επίσης, όταν το έτος 1946, οι κάτοικοι των πλησιέστερων χωριών, καθάρισαν το προαύλιο της Μονής από τα ερείπια για να φτιάξουν το σημερινό καθολικό, βρήκαν ξίφη των Αγωνιστών του ’21. 
Γενικά η θέση της Ιεράς Μονής Αντινίτσης υπήρξε ορμητήριο των αγωνιστών της περιοχής Δομοκού. Στο Δεύτερο χρόνο της επανάστασης (1822) οι γνωστοί Έλληνες οπλαρχηγοί Ζαφειράκης και Γάτσος ελευθέρωσαν με τους συντρόφους τους τον οπλαρχηγό Καρατάσο, που με διακόσιους άντρες είχε αμπαρωθεί στα κελιά της Αντίνιτσας και αγωνιζόταν ενάντια στις Τούρκικες δυνάμεις. Επίσης την εποχή εκείνη αλλά και μετέπειτα, στο χώρο της Μονής, λειτούργησε Ελληνικό Σχολείο, λίχνος γνώσης και αφύπνισης των σκλαβωμένων Ελλήνων.
Για βαρύ φόρο αίματος την περίοδο της επανάστασης στην περιοχή, μας πληροφορεί η Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, του Αμβροσίου Φραντζή (1841): «Εν τούτοις ο αριθμός των παρά των Τούρκων εις διαφόρους τόπους φονευθέντων Ελλήνων από της 21 Φεβρουάριου 1821 μέχρι της 20 Μαΐου 1822, ενόχων τε και αθώων, είναι ως εφεξής: Εις Λάρισσαν, Αμπελάκια, Αγιάν, Μακρυνίτζαν, Βώλον, Αρμυρόν, Ζητούνι, Δομοκόν, Φέρσαλα, Τούρναβον και Τρίκκαλα, ως ένοχοι 590 αθώοι 13460…».
Ωστόσο, η Θεσσαλία υπήρξε ο σιτοβολώνας, ο τροφοδότης και το κέντρο των Τούρκων στον αγώνα τους κατά των επαναστατημένων Ελλήνων (1821-1827) και συνεπώς δεν ευοδώθηκαν οι προσπάθειες των Θεσσαλών πατριωτών εκείνη την περίοδο.

Δημήτρης Β. Καρέλης

*Συγγραφέας – Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό 
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 
karelisdimitris@gmail.com

[1] Καρέλης, Δημήτρης, «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», Δομοκός, 2013.
[2] Pouqueville, Historie de la Grece, Τομ. IV, 1825, σελ. , 401, 533.
[3] Λαϊνάς, Θεόκτιστος, Το μοναστήρι της Αντίνιτσας, Αθήνα: [χ.ό.] , [19--]
[4] Κουτσονίκας, Λάμπρος, Γενική Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμος α΄, Αθήνα, 1863.
[5]Φραντζής, Αμβρόσιος, Επιτομή της Ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, Αθήναι, 1841.

Φωτό: Ο Γιάννης Ξύκης ή «Δυοβουνιώτης» (1757 - 1831) ήταν Έλληνας οπλαρχηγός της Στερεάς, γεννημένος στο χωριό Δύο Βουνά της Φθιώτιδας, γιος της Τριανταφυλλιάς και του Κώστα Ξύκη.


Άγιος Αθανάσιος Παλαμά Δομοκού: Η «Αγία Λαύρα» της κεντρικής Ελλάδας!

Του Δημήτρη Β. Καρέλη

    Με αφορμή τον επίσημο εορτασμό μιας, άγνωστης για πολλούς, εθνικής επετείου: Της Επαναστατικής Εξέγερσης της 7ης Μαρτίου 1878 στον Παλαμά Δομοκού.

Μια από τις πιο σημαντικές στιγμές της νεότερης ιστορίας του Ελληνικού έθνους, γραμμένες στις «Χρυσές Δέλτους» της ιστορίας, διαδραματίζεται στη βόρεια Φθιώτιδα πριν από 136 χρόνια.
Όπως είναι γνωστό η περιοχή του Δομοκού, η Θεσσαλία και φυσικά η Μακεδονία και η Ήπειρος δεν απελευθερώθηκαν την ίδια περίοδο με την νότια Ελλάδα, αλλά πολλά χρόνια αργότερα δηλαδή το 1881 για τις πρώτες και το 1913 για τις άλλες δύο.
Οι πολλές και ποικίλες αντιδράσεις των υπόδουλων Ελλήνων της περιοχής στα χρόνια που ακολούθησαν την επανάσταση του 1821 και κατά τη δημιουργία του νέου Ελληνικού κράτους, δεν εύρισκαν συνήθως συμπαράσταση, καταδικασμένες κατ’ αυτό τον τρόπο σε αποτυχία.Όμως κείνο το χειμώνα του 1878 ετούτα τα χώματα έγραψαν και πάλι ιστορία.Ήδη από το 1876 είχαν ενταθεί οι πολεμικές διαθέσεις των υποδούλων Ελλήνων και άρχισαν να σχηματίζονται καπετανάτα στην περιοχή Δομοκού. Το σημαντικότερο καπετανάτο είχε έδρα στο Νεοχώρι Δομοκού και διοικούνταν από τριμελή επιτροπή, λεγόμενη και «τριμελία», τον ιερέα του Νεοχωρίου Παπα-Δημήτρη Κανάκη, τον Ομβριακίτη Βασίλη Κόκκινο και τον Δημ. Αβαριτσιώτη ή Γουρνά από τη Μελιταία και γραμματέα τον Δομοκίτη Δημήτρη Μάμμο.
Ο ρόλος της τριμελούς επαναστατικής επιτροπής ήταν πολιτικός και στρατιωτικός, αλλά και συγχρόνως και συντονιστικός. Τα παραμεθόρια χωριά επαναστάτησαν μόλις ξέσπασε ο αγώνας στη Θεσσαλία και οι επαναστάτες ενισχύθηκαν από την εισβολή στο οθωμανικό έδαφος του Τακτικού Στρατού υπό τον Σκαρλάτο Σούτσο.
Τα αντάρτικα σώματα της ελεύθερης και υπόδουλης πατρίδας κινήθηκαν, με καλύτερη αυτή τη φορά προετοιμασία, αρτιότερη οργάνωση και προσεκτικότερο συντονισμό ενεργειών, ώστε ν’ αποφευχθούν οι αποτυχίες του παρελθόντος. Έγιναν σπουδαίες μάχες στη θέση «Στενά Λιθάρια» έξω από το Δομοκό, την Ομβριακή και αλλού, απ’ όπου εξεδιώχθησαν οι Τούρκοι. Ο οπλαρχηγός Φούντας, έβαλε φωτιά στο χωριό Πασαλί, κοντά στην Αγόριανη. Ένα επαναστατικό σώμα, όμως, εγκλωβίστηκε από τους Τούρκους, στη Βαρδαλή και οι ηρωικοί εκείνοι άντρες μη βρίσκοντας άλλον τρόπο διαφυγής, αντί να παραδοθούν, προτίμησαν να σκοτωθούν πολεμώντας. Η δραστηριότητα εκείνη των επαναστατικών σωμάτων στην Ήπειρο, Θεσσαλία και Μακεδονία σε συνδυασμό και μ’ εκείνη του τακτικού στρατού με αρχηγό το Σκαρλάτο Σούτσο, που εισέβαλε στη Θεσσαλία στις 21 Ιανουαρίου 1878, ασφαλώς προκάλεσε το ευνοϊκό υπέρ της Ελλάδας και των υποδούλων κλίμα.
Την 8η πρωινή της 21ης  Ιανουαρίου του 1878, ο Ελληνικός Στρατός εισέρχεται στην περιοχή του Δομοκού από το φυλάκιο του Δερβέν Φούρκα (σημερινό Καλαμάκι Λαμίας), της Γιαννιτσούς και άλλα σημεία της Ελληνοτουρκικής μεθορίου στην Όθρη, υπό τον Αντιστράτηγο Σκαρλάτο Σούτσο. Τον Στρατό αυτό αποτελούσαν 18750 πεζοί, 12 πυροβολαρχίες Κρουπ, εκ των οποίων οι τέσσερις πεδινές, 800 ιππείς με 558 ίππους, 1000 σκαπανείς, 2000 περίπου χωροφύλακες και 252 νοσοκόμους.
Οι Τούρκοι συνοριοφύλακες στο μεθοριακό Σταθμό του Δερβέν Φούρκα, μόλις αντελήφθησαν τον Ελληνικό Στρατό αποχώρησαν αμέσως, κάνοντας εύκολη υπόθεση την κατάληψη της θέσης. Την επομένη ο Στρατός κατέλαβε τα χωριά Νταουκλή, Νεζερό, Ομβριακή και Αλχανί. Μέσα σε 2 ημέρες, στις 22 Ιανουαρίου 1878, βρίσκεται χωρίς μεγάλες δυσκολίες στο Δομοκό, όπου την επομένη έδωσε την πρώτη και τελευταία ατυχώς, νικηφόρο μάχη κατά τού Τουρκικού στρατού. Την 23η Ιανουαρίου σημειώθηκε έξοδος τακτικών και άτακτων Τούρκων από το Φρούριο του Δομοκού, οι οποίοι κατόπιν αψιμαχίας με τον Ελληνικό Στρατό, επέστρεψαν με μικρές απώλειες.
Ο πολεμικές επιχειρήσεις όμως δεν είχαν συνέχεια καθώς το ζήτημα αφέθηκε στην διπλωματία και ο Ελληνικός Στρατός αποχώρησε από τη Θεσσαλία. Τότε έγινε γνωστή στην Αθήνα η συνομολόγηση της γενικής ανακωχής στην Αδριανούπολη μεταξύ Ρωσίας και Τουρκίας. Η Κυβέρνηση Κουμουνδούρου επειδή έβλεπε ότι η Ελλάδα θα παρέμενε εντελώς αποκομμένη στον αγώνα κατά της Τουρκίας κατόπιν δε και επίμονων πιέσεων και υποσχέσεων των δήθεν προστάτιδων δυνάμεων ανακάλεσε τηλεγραφικά τον στρατό.
‘Όμως κατά την τραγική αυτή στιγμή και ύστερα από την αγανάκτηση που προκλήθηκε στις τάξεις του στρατού, ο ηρωικός επιλοχίας Δημήτριος Τερτίπης λιποτάκτησε με 170 υπαξιωματικούς και στρατιώτες και ανέλαβε τη συνέχιση του επαναστατικού αγώνα με αντάρτικο πλέον χαρακτήρα. Μεγαλύτερη ζωτικότητα και ορμή επέδειξε η επανάσταση που εκδηλώθηκε στην περιοχή των Αγράφων της Θεσσαλίας της οποίας αρχηγός υπήρξε ο διακεκριμένος λοχαγός του πυροβολικού Κ. Ισχόμαχος. Στην περιοχή αυτή είχαν συγκεντρωθεί υπό τις διαταγές του Ισχομάχου επαναστατικά τμήματα στις τάξεις των οποίων ήταν διακεκριμένοι πατριώτες όπως ο Γεώργιος Φιλάρετος δημοσιογράφος και πολιτευτής, ο βουλευτής Λοκρίδος Α. Ρούκης, ο δήμαρχος Σπερχειάδας Ν. Κοντογιάννης, οι αδελφοί Ζουλούμη, ο ιατρός Βασαρδάνης και άλλοι πολλοί. Οι άλλες μάχες πού δόθηκαν ήταν στον Σμόκοβο όπου πήραν μέρος ο Τερτίπης και ο φίλος του Λάιος, στη Σέκλιζα την οποία είχε πολιορκήσει ο σωματάρχης Γαλλής από το Φουρνά σε βοήθεια τού οποίου έσπευσε ο Δημήτριος Σούτσος μετέπειτα Δήμαρχος Αθηναίων καθώς και οι Τερτίπης, Λάιος και Ραχιώτης. Στο ιστορικό Παλαμά Δομοκού, πραγματοποιήθηκε στις 7 Μαρτίου 1878, μεγάλη σύναξη επαναστατών-πολεμιστών στο χώρο της εκκλησίας του Αγίου Αθανασίου.  Οι επαναστάτες Έλληνες πατριώτες ύψωσαν την Ελληνική σημαία, ορκίστηκαν με σύνθημα: «Ελευθερία ή θάνατος», και δημιουργώντας μια ακόμη «Αγία Λαύρα», με ξεχωριστή αξία και σημασία για την ύπαρξη της νεώτερης Ελλάδας, κήρυξαν την επανάσταση εναντίον των Τούρκων, όρισαν επταμελή επαναστατική επιτροπή και συνέταξαν προκήρυξη προς τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, εκλέγοντας την «Προσωρινή Διοίκηση της επαρχίας Δομοκού». Αμέσως όλα τα χωριά πήραν τα όπλα οι δε Τούρκοι έσπευσαν να διαπραγματευθούν με τους επαναστάτες.  Η προσωρινή διοίκηση εξέδωσε και προκήρυξη στην οποία μεταξύ  άλλων αναφέρονται:
«…οι πρόκριτοι των περιχώρων του Δομοκού, ποθούντες την τακτοποίησιν και εξακολούθησιν της επαναστάσεως, συνήλθαν εν τω χωρίω Παλαμά και εξελέξαντο τους υποφαινομένους, ως προσωρινήν διοίκησιν τού τόπου. ‘Εν μέσω κατανυκτικής τελετής υψώσαντες εν του ναού του Θεού την Ιεράν σημαίαν, ορκίσθημεν ομοθύμως, όπως αγωνιζόμενοι μέχρις έσχάτων, αποκτήσωμεν την ελευθερίαν ή θυσιασθώμεν άπαντες υπέρ αύτης. Αφού ουδέν άλλο υπολείπεται ημίν ή τελεία εξόντωσις υπό τον δυσβάστακτον ζυγόν του τυράννου, θα προτιμήσωμεν τον εν όπλοις έντιμον θάνατον, προμαχούντες υπέρ της ενώσεως της Θεσσαλίας μετά της Γλυκυτάτης μητρός της Ελλάδος. Ελπίζοντες ότι το δίκαιον θέλει θριαμβεύσει και η Ευρώπη θέλει υποστηρίξει ημάς, θαρρούντως αναλαμβάνομεν τον υπέρ πατρίδος ευγενέστατον αγώνα.
‘Εν Παλαμά τη 7 Μαρτίου 1878.
Η προσωρινή διοίκησις της επαρχίας Δομοκού: Δ. Κόκκινος, Γ. Καραγεώργος, Αναγνώστης Καραμπότζης, Κώστας Γκαρίκος, Βάγιος Χριστοδούλου, Γ. Σαΐτης, Χ. Κυρίτζης». Η Πολιτεία για να τιμήσει, έστω κι αργά, με τη συνεργασία των τοπικών συλλόγων κι άλλων παραγόντων, ως εκπλήρωση εθνικού χρέους, προέβη στην ανέγερση ανάλογου και αντάξιου προς την ηρωική πράξη, μνημείου στον ιστορικό αυτό χώρο, που φωτίζει και διαιωνίζει το υψηλό νόημα των αγώνων του έθνους για την κατάκτηση και τη διατήρηση της ελευθερίας του.
Παράλληλα με τα όσα συνέβαιναν στην Θεσσαλία με την επανάσταση, στο διπλωματικό χώρο υπήρξαν εξελίξεις. Στις 19 Φεβρουαρίου υπογράφτηκε η συνθήκη του Αγίου Στεφάνου με την οποία παραγκωνίζονταν τα ελληνικά δίκαια.
Η Αγγλία και άλλες δυνάμεις αντέδρασαν έντονα στη συνθήκη αυτή κι έτσι φθάνουμε στη σύγκληση στο Βερολίνο, διεθνoύς συνεδρίου των Μεγάλων Δυνάμεων υπό τον καγκελάριο Βίσμαρκ, την 1η Ιουλίου 1878 για οριστικό καθορισμό των εδαφικών μεταβολών και διευθέτηση όλων των αναφυέντων ζητημάτων. Στο Συνέδριο η Ελλάδα υπέβαλε υπόμνημα με το οποίο ζητούσε την προσάρτηση της Θεσσαλίας, Ηπείρου και Κρήτης. Η απόφαση του Συνεδρίου ήταν να γίνει αναθεώρηση των Ελληνοτουρκικών συνόρων, παρέπεμπε όμως το θέμα σε απ’ ευθείας διαπραγματεύσεις μεταξύ των ενδιαφερόμενων. ‘Όμως η Ελλάδα και η Τουρκία ερμήνευσαν διαφορετικά η κάθε μία την απόφαση του Συνεδρίου. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα την αναβολή της υλοποίησης της απόφασης και συνεπώς της επίλυσης του θέματος. Ακολούθησε η σύγκληση διαφόρων άλλων διασκέψεων και τελικά υπογράφτηκαν στην Κωνσταντινούπολη δύο συμβάσεις την 12 Μαΐου και 20 Ιουνίου. Οι συμβάσεις αυτές προέβλεπαν την προσάρτηση στην Ελλάδα της περιοχής της Άρτας και ολόκληρης της Θεσσαλίας, πλην της επαρχίας Ελασσόνας και κανόνιζαν λεπτομερώς όλα τα σχετικά με την προσάρτηση ζητήματα. Σύμφωνα με την τελευταία σύμβαση ο Δομοκός έπρεπε να παραδοθεί στις 8 Αυγούστου 1881. Το ευνοϊκό υπέρ της Ελλάδας και των υποδούλων κλίμα υλοποιήθηκε τελικά μετά το Συνέδριο του Βερολίνου, το οποίο ανέτρεψε τις ρυθμίσεις που προβλέπονταν στη συνθήκη του Αγίου Στεφάνου (Φεβρουάριος 1878), και περιόρισε τα σύνορα της Βουλγαρίας. Δυστυχώς η Μακεδονία, η Θράκη και η Ήπειρος παρέμειναν στην Τουρκία.
Η τύχη της περιοχής του Δομοκού αλλά και της Θεσσαλίας κρίθηκε στο Συνέδριο του Βερολίνου, υπό τον Όττο Φον Βίσμαρκ, τον Ιούνιο του 1878, που είχε συνέλθει για την αναθεώρηση της Συνθήκης του Αγίου Στεφάνου, με την οποία τερματιζόταν ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. Οι αντιπρόσωποι των δυνάμεων δέχθηκαν την ένωση της Θεσσαλίας και μέρους της Ηπείρου, με την Ελλάδα, όμως η απόφαση δεν συμπεριλήφθηκε στη Συνθήκη του Βερολίνου εξαιτίας της επιμονής της Τουρκίας, αλλά σε πρωτόκολλο. Ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις συναντήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη οι πρεσβευτές των Μεγάλων Δυνάμεων και στις 26 Μαρτίου – 7 Απριλίου 1881 γνωστοποιήθηκε στην ελληνική κυβέρνηση η απόφαση προσάρτησης της Θεσσαλίας που άφηνε όμως έξω την περιοχή της Ελασσόνας. Οι σχετικές συμβάσεις υπογράφηκαν μεταξύ Μεγάλων Δυνάμεων και Τουρκίας στις 12/24 Μαΐου και Ελλάδος-Τουρκίας στις 20 Ιουνίου/2 Ιουλίου 1881. Η Θεσσαλία, (συνεπώς και η  Βόρεια Φθιώτιδα-επαρχία Δομοκού) και ένα μικρό τμήμα της Άρτας, ύστερα από πολύμηνες διαπραγματεύσεις με την Υψηλή Πύλη, προσαρτήθηκαν στο ελληνικό κράτος μόλις τον Απρίλιο του 1881. Η επίσημη απελευθέρωση του Δομοκού έγινε την 8η Αυγούστου 1881.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Συγγραφέας- Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό
της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ.
karelisdimitris@gmail.com

Απόσπασμα από το βιβλίο του «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας:  Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»



Τα κάλαντα των Φώτων στην Βόρεια Φθιώτιδα

 Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Καρέλης
Τα Φώτα, μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της Χριστιανοσύνης, γιορτάζονταν με λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια στην περιοχή του Δομοκού. Την Παραμονή των Φώτων ο ιερέας του χωριού επισκέπτονταν όλα τα σπίτια μαζί με το «παπαδάκι» που κρατούσε στο χέρι το «μπακρατσάκι» του γεμάτο αγιασμό, και ο παππάς με τον σταυρό και την «αγιαστούρα» του έδιωχνε τα καλικαντζαρούδια.
Τα ανθρωπόμορφα στοιχειά, τα «παγανά», άφηναν τις μέρες των Χριστουγέννων την μόνιμη εργασία τους, που ήταν το πριόνισμα του δέντρου της γης, κι έρχονταν στην επιφάνεια, τρύπωναν στις καμινάδες, τα ταβάνια  και τα αμπάρια των σπιτιών, με σκοπό να σκανδαλίσουν τους ανθρώπους.
Τα Φώτα οι καλικάντζαροι θα εξαφανιστούν για να ξαναπριονίσουν, ώς τις 23 Δεκεμβρίου της επόμενης χρονιάς.
Το βράδυ της παραμονής των Φώτων μεγάλες παρέες αγοριών και μεγαλύτερων ανδρών κρατώντας μεγάλα κουδούνια στα χέρια τα οποία χτυπούσαν συνεχώς, γύριζαν από σπίτι σε σπίτι και έψαλλαν τα κάλαντα των Φώτων. Οι νοικοκυραίοι του χωριού τους φίλευαν χριστουγεννιάτικα εδέσματα τα οποία στο τέλος της βραδιάς γεύονταν όλοι μαζί στις ταβέρνες του χωριού τραγουδώντας και χορεύοντας.

Κάλαντα των Φώτων:

Σήμερα είν’ τα Φώτα και ο Φωτισμός
και χαρές μεγάλες και αγιασμός!
Σήμερα η κυρά μας η Παναγιά,
σπάργανα στα χέρια τίμια κρατεί
και τον Άη Γιάνη παρακαλεί:
Αϊ-Γιάννη Αφέντη και Πρόδρομε
δύνασαι βαφτίσεις θείον παιδί,
μες την κολυμπήθρα την αργυρή
που παιρνες νεράκι και νίβωσαν,
και χρυσό μαντλάκι σκουπίζωσαν!
Δύναμαι και θέλω και προσκυνώ,
και τον Κύριόν μου παρακαλώ,
αύριο ν’ ανέβω στους ουρανούς,
για να ρίξω δρόσο και λίβανο,
ν αγιαστούν οι βρύσες και τά νερά,
ν’ αγιαστεί κι αφέντης με την Κερά!
Αφέντη μ’ αφεντούτσικε μ’, πέντε φορές αφέντη μ’,
Αφέντη μ’ στα σαράια σου χρυσά καντήλια φέγγουν,
Αν βάλεις λάδι μοναχό φέγγουν στην αφεντιά σου,
Αν βάλεις λάδι και κερί φέγγουν στην γειτονιά σου,
Κυρά μ’ ψιλή κυρά μ’ λιγνή κυρά μ’ καντηλαφρύδω,
Κυρά μ’ φάντα στολίζοσαν να πας ταχιά στα Φώτα,
Βάνεις τον ήλιο πρόσωπο και το φεγγάρι αστήθη,
και του κοράκου το φτερό βάνεις καμαροφρύδι, 
τον άμμο τον αμέτρητο βάνεις για δακτυλίδι,
και την οχιά την παρδαλή γιορντάνι στο λαιμό σου!
Κι όταν σε  είδ’ η εκκλησιά απ’ άκρην σ’ άκρη εσείστη!
Παπάς σε  είδ’ εσώπασε, διάκος δεν ελειτούργα,
κι  εκειά  τ’  αναγνωστόπουλα ’φήκαν τα συναξάρια!
-Ψάλλε παπά μ’ σαν έψαλλες διάκο σαν ελειτούργας,
κι  εσείς αναγνωστόπουλα πέστε τα συναξάρια!
Κυρά μ’, τη θυγατέρα σου, κυρά μ’, την άκριβή σου,
την έλουσες, τη χτένισες, στα σύννεφα την κρύβεις!
Τα σύννεφα σκορπίσανε κι η κόρη λάμπει μέσα,
τη βλέπει ο γιος του βασιλιά, τη βλέπει ο γιος του ρήγα!
- Δε θέλω γιο του βασιλιά, δε θέλω γιο του ρήγα,
θέλω το παπαδόπουλο, που ναι το φυσικό μου,
οπού χει μύλους δώδεκα μ' όλους τους μυλωνάδες,
οι πέντε αλέθουν με νερό κι οι έξι με το γάλα,
κι ο πρώτος ο καλύτερος αλέθει με το μέλι!
Άπλωσε αφέντη μ’, άπλωσε στην αργυρή σου τσέπη
κι αν εύρεις γρόσα δόσε τα, φλουριά μην τα λυπάσαι,
κι αν εύρεις και κατόφραγκα, κέρνα τα παλληκάρια,
κέρνα τ’ αφέντη μ’, κέρνα τα, να πιούνε στην υγειά σου,
και στην υγειά σου, αφέντη μου και στην καλή χρονιά σου!
Σ’ αυτό το σπίτι το ψηλό πέτρα να μην ραγίσει,
και ο νοικοκύρης του σπιτιού χίλια χρονιά να ζήσει!!!


Και του Χρόνου!

Δημήτρης Β. Καρέλης

9η Μαΐου: Ο Άγιος Οσιομάρτυς Νικόλαος ο νέος, εν Βουνένη ξίφει τελειούται!

Ο Άγιος Οσιομάρτυς Νικόλαος ο νέος, εν Βουνένη ξίφει τελειούται!
Του Δημήτρη Β. Καρέλη*
Στην Κεντρική Ελλάδα, από την Θεσσαλία και τη Φθιώτιδα κι ως τα χωριά του Βάλτου στην Αιτωλοακαρνανία, γιορτάζεται ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος, ο εν Βουναίνη της Θεσσαλίας αθλήσας. Πολλές εκκλησίες και παρεκκλήσια είναι αφιερωμένα στον Άγιο Νικόλαο τον εν Βουνένη (ή Βουναίνη), όπως το πολύ παλιό εκκλησάκι του Ζαπαντίου, σήμερα κοιμητήριο του Αγίου Γεωργίου Δομοκού.
Ο Άγιος Οσιομάρτυς Νικόλαος καταγόταν από τα μέρη της Ανατολής, από γονείς ευγενείς και θεοσεβείς. Ο νεαρός Νικόλαος δεν έκανε παρέα με τους συνομηλίκους του και προτιμούσε να συναναστρέφεται με γηραιότερους και σοφότερους ανθρώπους. Κατετάγη στα Ρωμαϊκά βασιλικά στρατεύματα κι επειδή εξαιρετικά ανδρείος και ρωμαλέος κι έκαμε μεγάλα ανδραγαθήματα στους πολέμους και τις μάχες που συμμετείχε, έγινε σ’ όλους ονομαστός και περίφημος. Γι αυτό λοιπόν κι ο βασιλεύς των Ρωμαίων, ακούγοντας την φήμη του οσίου, του μήνυσε και πήγε στο παλάτι.  Αναγνωρίζοντας σ’ αυτόν τη λογιότητα, την ανδρεία του και την επιδεξιότητά του, τον έκαμε Δούκα μιας επαρχίας, παραδίδοντάς του υπό τις διαταγές του μεγάλη στρατιωτική δύναμη. Επειδή δε κατά τους καιρούς εκείνους αποστάτησαν οι άνθρωποι της Θεσσαλίας από τον βασιλέα και δεν ήθελαν να πληρώνουν τα βασιλικά δοσίματα (φορολογία) ο βασιλεύς έστειλε τους τοπάρχες της, μαζί και τον θαυμαστό τούτο αξιωματικό για να καταστείλουν την αποστασία. Ο Νικόλαος μαζί με τους υπόλοιπους Ρωμαίους Τοπάρχες πήγε αρχικά στην Θεσσαλονίκη, πόλη τότε της ευρύτερης Θεσσαλίας, πολέμησαν και καθυπόταξαν τους Θεσσαλονικείς, οι οποίοι δήλωσαν και πάλι πίστη στο βασιλέα των Ρωμαίων. Ωστόσο, ελθόντες και στην Λάρισα, ο στρατός των Ρωμαίων νικήθηκε και ο Νικόλαος κινδύνευσε να χάσει τη ζωή του. Τότε ήταν που αποχώρησε από τον πόλεμο, καταφρονώντας τον κόσμο και τα εγκόσμια, επήγε στο βουνό όπου βρήκε κάποιους μοναχούς, έγινε κι εκείνος μοναχός και έμεινε μαζί τους αγωνιζόμενος με νηστεία, με αγρυπνία και πάσα άσκηση. Ως συναθλητής του Νικολάου μνημονεύεται και κάποιος ονόματι Αρμόδιος. Ωστόσο, ο μισόκαλος διάβολος μη μπορώντας να βλέπει την Δόξα του Θεού, ξεσήκωσε το έθνος των άθεων Αβάρων (κατ’ άλλους των Σαρακηνών πειρατών της Μεσσογείου), εναντίον της Δύσεως. Τότε αυτοί, λεηλατώντας πολλά κάστρα, έφθασαν και ως την Λάρισα και τα περίχωρά της, τα Φάρσαλα, την Ελασσόνα, το Βόλο και τη Ζαγορά, όπου ταπείνωσαν τους εκεί χριστιανούς και τους εξανάγκαζαν να απαρνηθούν τον Δεσπότη Χριστό τον και να προσκυνήσουν τα είδωλα. Όσο γινόταν αυτά, κι ενώ ο όσιος ήταν με τους άλλους συνασκητές του, δώδεκα τον αριθμό, ήλθε την νύκτα Άγγελος Κυρίου και τους είπε να μετά από λίγο θα μαρτυρήσουν δια τον Μέγα Δεσπότη και θα λάβουν τους στεφάνους της Αθλήσεως. Πράγματι, μετά από λίγες μέρες, οι άπιστοι έφτασαν στις σκήτες στα Βούναινα της Θεσσαλίας, και αφού βασάνισαν τους υπόλοιπους μοναχούς, τους αποκεφάλισαν. Βλέποντας όμως τον νεαρό Νικόλαο, θέλησαν να τον παρακινήσουν με κολακείες να αρνηθεί την πίστη του στο Χριστό και να προσκυνήσει τα είδωλα. Επειδή όμως ο Άγιος παρέμενε ευσεβής, οι βάρβαροι τον έδειραν, τον βασάνισαν και τον  έδεσαν σ’ ένα δένδρο. Κατόπιν, βλέποντες ότι ο ήταν αδύνατον να μετασαλεύσει  από του Χριστού πίστη, τον αποκεφάλισαν αυτόν κι έτσι έλαβε κι εκείνος ο αοίδιμος, τον Στέφανον της Αθλήσεως, στις 9 Μαΐου του 720 μ.Χ. (κατ’ άλλους το 901 ή 902)  Το δε Άγιο λείψανό του έμεινε άταφo στο βουνό εκείνο, φυλασσόμενο από Θείους Αγγέλους, αβλαβές και αδιάφθορο, ύστερα δε φανερώθηκε δια θαύματος του Αγίου, το οποίον έως την σήμερον «λωβούς ιατρεύει χωλούς ανορθοί και άλλας διαφόρους ασθενείας θεραπεύει εκείνων όσοι μετά πίστεως τούτω προστρέχουσι». Από τα δένδρα στα οποία δέθηκε και βασανίσθηκε ο Άγιος ρέει ένα κόκκινο υγρό το οποίο ονομάζεται «Αίμα». Το υγρό αυτό όταν χρησιμοποιείται με πίστη και εμπιστοσύνη στον Οσιομάρτυρα έχει ιαματικές ιδιότητες και επιτελεί θαύματα σε πάσχοντες από δερματικές παθήσεις και πονοκεφάλους. Ο Άγιος Νικόλαος ο Νέος, παριστάνεται στις αγιογραφίες ενδεδυμένος ως στρατιωτικός Άγιος, με στρατιωτική στολή, με ερυθρό χιτώνα και επενδύτη επίσης ερυθροχρώμου, με χρυσά και μέλανα κοσμήματα, πεποικιλμένα με μαργαριτάρια. Εορτάζει στις 9 Μαΐου εκάστου έτους.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὡς τῶν αἰχμαλώτων.
Ως τῶν νοσούντων ὁ ἄμισθος ἰατρός, καὶ τῶν ἐν κινδύνοις ἀπροσμάχητος βοηθός, θλιβομένων τε θερμὸς ὑπερασπιστής, καὶ τῶν ἐν παντοίαις ἀνάγκαις ὑπέρμαχος, Ὁσιομάρτυς ἐξ ἑῴας Νικόλαε πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Βιβλιογραφία:
Νικόδημος Αγιορείτης, Όσιος, (1749-1809), Συναξαριστής των δώδεκα μηνών του ενιαυτού, πάλαι μεν Ελληνιστί συγγραφείς υπό Μαυρικίου, Διακόνου της Μεγάλης Εκκλησίας […], δαπάνη και επιστασία του εν Ιερεύσιν ελαχίστου ιερέως Σωφρονίου Χ. Ασλάνογλου εκ του Τυπογραφείου Χ. Νικολαΐδου Φιλαδελφέως, Τόμος Β΄, Ἀθήνησι, 1868, σελ. 141-142.
Δημήτρης Β. Καρέλης
*Συγγραφέας – Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος,
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 

Μια απρόσκλητη επίσκεψη από σμήνος μελισσών

Μια απρόσκλητη επίσκεψη δεχθήκαμε ανήμερα του Πάσχα στην αυλή μας στο χωριό μας τον Αι-Γιώργη: Ένα μεγάλο σμήνος μελισσών που είχε λίγο πριν εγκαταλείψει την παλιά του κυψέλη, μαζί με την παλιά του βασίλισσα, οδεύοντας προς τη δημιουργία μιας καινούργιας αποικίας. Ως ελάχιστα γνώστες του γεγονότος θορυβηθήκαμε είν’ αλήθεια, βλέποντας, την ώρα της απογευματινής ραστώνης και μετά από… σημαντική οινοζυθοποσία και τον ανάλογο… περίδρομο, χιλιάδες μέλισσες να έρχονται καταπάνω μας.
Η στάση τους στην ανθισμένη κυδωνιά μας, δίπλα στα αγαπημένο τους μελισσόχορτο που την περιτριγυρίζει, ήταν μια μεγάλη έκπληξη. Ένα τεράστιο τσαμπί από μέλισσες κρεμόταν σε λίγο από τα κλαδιά της κυδωνιάς, ένα θέαμα, πρωτόγνωρο κι αγριευτικό για τους αδαείς. Κι όμως το φαινόμενο της εγκατάλειψης της κυψέλης από ένα μέρος του μελισσιού κι η αναζήτηση νέας κατοικίας είναι σύνηθες φαινόμενο. Ονομάζεται αφεσμός ή σμηνουργία και συμβαίνει συχνά κατά την άνοιξη, από τον Φεβρουάριο έως τον μήνα Μάιο.
Ένα τέτοιο σμήνος είναι δυνατόν να διαθέτει πληθυσμό χιλιάδων μελισσών. Η σμηνουργία είναι το φυσικό μέσο αναπαραγωγής των αποικιών μελισσών. Λίγο πριν βγει από το κελί της η νέα βασίλισσα, η παλαιά εγκαταλείπει την κυψέλη. Την παλαιά βασίλισσα ακολουθεί τμήμα των εργατριών και των κηφήνων, σε μία προσωρινή εγκατάσταση, συνήθως κάποιο κλαδί δέντρου ή προφυλαγμένη θέση. Το σμήνος των μελισσών συγκεντρώνεται σε σφαιρική διάταξη καλύπτοντας τη βασίλισσα, έως ότου οι εργάτριες βρουν την οριστική θέση εγκατάστασης της νέας αποικίας.
Για καλή μας τύχη, ο Γιάννης και ο γιος του Κώστας, δύο έμπειροι μελισσοκόμοι τους οποίους καλέσαμε να συνδράμουν, περισυνέλεξαν άμεσα το… αδέσποτο μελίσσι για να επανέλθει η τάξη στον, για λίγο, κατεχόμενο κήπο μας!
  • Εάν ένα σμήνος μελισσών πλησιάζει την ιδιοκτησία σας:
  • Μην ενοχλείτε. Κρατήστε τους πεζούς, τα παιδιά και τα κατοικίδια ζώα μακριά από το σμήνος.
  • Αν το σμήνος βρίσκεται με ασφάλεια μακριά από τα ζώα και τους ανθρώπους, μπορείτε να περιμένετε για να πετάξει μακριά από μόνο του.
  • Αν το σμήνος ενέχει πραγματικό κίνδυνο για τους ανθρώπους ή τα ζώα, μπορείτε να βρείτε ένα μελισσοκόμο που θα το συλλέξει.
Δημήτρης Β. Καρέλης
02/05/2019





Το τοξωτό γεφύρι του «Πενταμύλη» στα «Λουτρά της Καΐτσας» Δομοκού


Το τοξωτό γεφύρι του «Πενταμύλη» στα «Λουτρά της Καΐτσας» Δομοκού
Ένα από τα λίγα εναπομείναντα στολίδια του τόπου μας, στη βόρεια Φθιώτιδα, στις παρυφές της Θεσσαλίας, στις βόρειες κλιτές της Όθρυος, είναι και το τοξωτό γεφύρι του «Πενταμύλη» στα «Λουτρά της Καΐτσας» (Μακρυρράχης ) Δομοκού, που στέκει ακόμη αγέρωχο, σε πείσμα του καιρού και του χρόνου, χτισμένο πιθανώς εκατοντάδες χρόνια πριν.
Πέντε νερόμυλοι υπήρχαν και κάποιοι απ’ αυτούς λειτουργούσαν μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1960, στον ποταμό Πενταμύλη (πέντε μύλοι – πέντε μύλια – Πενταμύλης) στην περιοχή Μακρυρράχης – Αγόριανης Δομοκού. Το ποτάμι, ο αρχαίος Ονόχωνος (Σοφαδίτικος ή Μπουγιούκ-Τσαναρλής), αποτελεί την εκροή της λίμνης Ξυνιάδος και τα πρασινωπά νερά του ήταν αρκετά ώστε να κινούν τους πέντε μύλους, από τους οποίους πήρε το όνομά του.
Τα νερά που υπερχείλιζαν από τη λίμνη έφευγαν από το βορειοδυτικό άκρο της μέσω του χειμάρρου Μπαμπαλή (Πενταμύλη) προς τον Ονόχωνα (Σοφαδίτικο) παραπόταμο του Πηνειού.
Ο Ονόχωρος (που, εκτός από την αρχαία ονομασία του, είναι γνωστός ακόμη και ως Πενδάμης, Κουμαρόρεμα ή Πενταμύλης κλπ) τροφοδοτείται από τα νερά της τοπικής του λεκάνης, καθώς και από την αποστράγγιση του οροπεδίου Ξυνιάδας, έκτασης 80 km2.
Τα επιφανειακά νερά της Ξυνιάδας συγκεντρώνονται σε μία κύρια αποστραγγιστική τάφρο και μέσω μιας τεχνητής χωμάτινης διώρυγας διοχετεύονται στον Ονόχωρο, στο ύψος του χωριού Μακρυράχη. Το πιο αξιόλογο φυσικό υδατόρευμα είναι ο Δερλιώτης, που πηγάζει πάνω από το χωριό Περιβόλι Δομοκού. Ακόμη, σύμφωνα με μαρτυρίες, στην θέση Πεντεβρύσες του Αγίου Στεφάνου Δομοκού, αναπτύσσονταν πηγές μόνιμης ροής, που έχουν στερέψει από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 (οπότε και ανοίχθηκαν οι γεωτρήσεις του Αγίου Στεφάνου).

Κείμενο – Φωτό: Δημήτρης Β. Καρέλης

Πηγές:  
1.    «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας – Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», Δημήτρης Β. Καρέλης, Μάιος 2013.

2.    «ΔΙΕΡΕΥΝΗΣΗ ΣΕΝΑΡΙΩΝ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ ΤΟΥ ΤΑΜΙΕΥΤΗΡΑ ΣΜΟΚΟΒΟΥ», ΕΘΝΙΚΟ ΜΕΤΣΟΒΙΟ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ, Τομέας Υδατικών Πόρων, Υδραυλικών και Θαλάσσιων Έργων, Επιστημονικός υπεύθυνος: Δ. Κουτσογιάννης, Αναπλ. Καθηγητής, Σύνταξη: Α. Κουκουβίνος, Α. Ευστρατιάδης, Λ. Λαζαρίδης, Ν. Μαμάσης, Ιανουάριος 2006.

Το «Μέτσοβο της Κεντρικής Ελλάδας»: Ο Δομοκός που αγαπάμε!!!


Ο Δομοκός που αγαπάμε!!! Του Δημήτρη Β. Καρέλη
Στο κέντρο της Ελλάδας, στα μέρη όπου γεννήθηκαν και βασίλεψαν ο Γραικός, ο Δευκαλίωνας κι ο γιος του Έλληνας, ο Ποίας, ο Φιλοκτήτης, ο Αχιλλέας και πολλοί άλλοι, στον τόπο που έδωσε στην Ελλάδα τ’ όνομά της, που γέννησε ήρωες κι αγωνιστές, εδώ βρίσκετε ο Δομοκός, ένας τόπος με μεγάλη ιστορική κληρονομιά. Η όμορφη και γραφική κωμόπολη του Δομοκού είναι χτισμένη γύρω από τη θέση της αρχαίας Ακροπόλεως των Θαυμακών, ερείπια της οποίας σώζονταν μέχρι τους Βυζαντινούς χρόνους. Εδώ όπου βρισκόταν η Ομηρική «Θαυμακίη», η πόλη που έχτισε ο βασιλιάς Θαύμακος και υμνήθηκε για την απαράμιλλη θέα που προσφέρει στον επισκέπτη. «Πανώριο το αγνάντεμα στου Δομοκού το κάστρο, χωρίς αντάρα στην ψυχή και γύρω με ηλιοφώς», εξυμνεί ο αλησμόνητος Αθανάσιος Ζορμπάς. Την θαυμάσια θέα του Δομοκού αναφέρουν όλοι οι νεώτεροι περιηγητές και εκ των αρχαίων συγγραφέων ο Λίβιος, με τη γλαφυρή του περιγραφή μιας πολύ γνωστής εικόνας σ’ όλους τους Δομοκίτες: «γλυκυτέραν την εντύπωσιν, είναι η τελεία ομιχλότης της υποκείμενης πεδιάδος». Οι Θαυμακοί, αργότερα Θαυμακός, ήταν πόλη της Αχαΐας Φθιώτιδας, όπου ο μεσαιωνικός και ο νεώτερος Δομοκός, η οποία υπήρξε από τα κυριότερα κέντρα των Αχαιών της Φθιώτιδας και αργότερα σημαντικό κέντρο και οχυρό των Δολόπων, «εξελιχθείσα επί της αρχαίας πόλεως Θαυμακού ή Θαυμακών, της Θαυμακίης του Όμηρου, οφείλει δε την σπουδαιότητα αυτής εις την σημαντικήν θέσιν την οποίαν κατέχει ως ελέγχουσα τας επικοινωνίας». Η ονομασία της πόλης αναφέρεται σε επιγραφές που βρίσκονται σήμερα στο μουσείο του Βόλου.

Χτισμένος εκεί όπου βρισκόταν η Ομηρική «Θαυμακία», η πόλη που έχτισε ο βασιλιάς Θαυμακός, υμνήθηκε για την απαράμιλλη θέα που προσφέρει στον επισκέπτη.

Στην μακραίωνη ιστορία του ο Δομοκός ανήκε στο βασίλειο των Δολόπων, αποτέλεσε μέλος της Αιτωλικής Συμπολιτείας και στο διάβα των αιώνων καταλήφθηκε από Γαλάτες, Ρωμαίους, Φράγκους, Καταλανούς και Τούρκους.

Φαίνεται ότι η φωνητική μεταβολή του Θαυμακός σε Δομοκό έγινε κατά το 2ο π.Χ. αιώνα ή αρχές της 1ης εκατονταετηρίδας. Σημαντικές αναφορές όμως στο όνομα του Δομοκού βρίσκουμε κατά την διάλυση του Βυζαντίου από τους σταυροφόρους  το 1204, τις αναφορές του 1208 ως λατινική επισκοπή, στο  «Χρονικό του Μωρέως» περί το 1388, στην ιστορία του Λαόνικου Χαλκοκονδύλη περί το 1470 και στην «πρόθεση»  με τους  αφιερωτές της Ιεράς Μονής Ρεντίνας κατά το 1640. Στην εκκλησιαστική ιστορία αναφέρεται ως Δομοκός και ως Θαυμακός.

Κατά τον μεσαίωνα ο Δομοκός παρουσίασε σημαντική ακμή και ήταν μια από τις πόλεις που ανήκαν στη γυναίκα του αυτοκράτορα Αλέξιου Γ΄, αυτοκράτειρα Ευφροσύνη. Μετά την κατάληψη του Βυζάντιου από τους Φράγκους και τη διανομή του, ο Δομοκός περιήλθε στην εξουσία του βασιλιά της Θεσσαλονίκης Βονιφατίου.

Στα τέλη του 1393 ο Δομοκός καταλήφθηκε για πρώτη φορά, μαζί με τα Φάρσαλα, από τους Τούρκους και τον Βαγιαζήτ Α΄, καθώς έλειπε ο τοπικός ηγεμόνας Πιγκέρνης και οι κάτοικοι συνθηκολόγησαν. Απελευθερώθηκε από τους Τούρκους το 1881 μαζί με την υπόλοιπη Θεσσαλία στην οποία ανήκε ως τις αρχές της δεκαετίας του 1900. Έκτοτε ανήκει στο νομό Φθιώτιδας και αποτελεί έδρα του ομώνυμου Δήμου.

Στο Δομοκό υπάρχει τουρκικό μνημείο με επιτύμβια στήλη γραμμένη αραβικά και τουρκικά σε ανάμνηση της μάχης του 1897, το μεσαιωνικό κάστρο στη θέση αρχαίας ακρόπολης Θαυμακού, το τουρκικό χαμάμ, αψιδωτές λίθινες βρύσες, η μία με αραβική γραφή, το «Στρογγυλόκαστρο», το σπήλαιο «Κουδουνιστό πηγάδι», η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής και ο Προφήτης Ηλίας με μοναδική θέα ως τον Όλυμπο και τα Μετέωρα.

Ο Δομοκός όμως έχει αδικηθεί ιδιαίτερα, παρά το φυσικό κάλλος, τη μεγάλη ιστορία και τα σημαντικότατα μνημεία της περιοχής που περιλαμβάνει ο σημερινός Δήμος Δομοκού και  τις φιλότιμες προσπάθειες λίγων «πεφωτισμένων» συμπατριωτών μας.

Πολλά και διάφορα θα μπορούσε να προτείνει κανείς για την αξιοποίηση, ακόμη, των φυσικών πόρων και της αγροτοκτηνοτροφικής παραγωγής στην ευρύτερη περιοχή που περιλαμβάνει άριστα προϊόντα, όπως το κατίκι, βραβευμένα όσπρια, νοστιμότατα κρεατικά, βελούδινα κρασιά και πλήθος άλλα αξιολογότατα προϊόντα

Εν κατακλείδι, ο Δομοκός θα μπορούσε, μ’ ένα όχι μαγικό αλλά μεθοδευμένο και συστηματικό τρόπο,  να γίνει όπως συνηθίζω να λέω το «Μέτσοβο της Κεντρικής Ελλάδας», μ’ ότι μπορεί να σημαίνει αυτό, ακόμη και στην εποχή της βαθιάς κρίσης και της ύφεσης.

Στις σελίδες μας θα παρουσιάσουμε σταδιακά σχετικές προτάσεις και παράλληλα όλα εκείνα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να αποτελέσουν την απαρχή μιας νέας εποχής ακμής σ’ ένα τόπο που πραγματικά το αξίζει.

Είναι άλλωστε η γη που γέννησε, πολλά και άξια τέκνα κι ανάμεσά τους τον Ποίαντα, το Φιλοκτήτη, τον Ευρυδάμαντα, αλλά και τον Έλληνα!!!


Του Δημήτρη Β. Καρέλη

(Περισσότερα για το Δομοκό και τα χωριά της περιοχής στο βιβλίο του «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας:  Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»)

(Οι φωτογραφίες αποτελούν μέρος του προσωπικού αρχείου του Δημήτρη Καρέλη)













(Οι φωτογραφίες αποτελούν μέρος του προσωπικού αρχείου του Δημήτρη Καρέλη)

Το σπήλαιο της Ομβριακής!


ΣΠΗΛΑΙΟ ΟΜΒΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΥ ΞΥΝΙΑΔΟΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣΤο ανεξερεύνητο σπήλαιο της Ομβριακής ανακαλύφθηκε τυχαία τη δεκαετία του 1970.
Βρίσκεται στην ορεινή ζώνη της ανατολικής Ελλάδας και στην κεντρική Όρθρυ, ένα περίπου χιλιόμετρο βόρεια της Ομβριακής κοντά στη θέση «Μακροχώραφο».Τα στρώματα της ζώνης αυτής περιλαμβάνουν σχιστόλιθους και ψαμμίτες του λιθανθρακοφόρου, ιουρασικούς και παλαιοκρητιδικούς σχιστόλιθους, ασβεστόλιθους του ανωτέρου κρητιδικού και ηωκαινική φλύσχη. Εντός αυτών υπάρχουν επίσης και εκρηξιγενείς κερατοφύρες και κερατοφυρικοί τόφφοι του παλαιοζωικού καθώς στη ζώνη αυτή έγιναν ηφαιστιογενείς εκρήξεις κατά το νεογενές και το τεταρτογενές.Το σπήλαιο έχει πολύχρωμους σταλακτίτες και σταλαγμίτες είναι όμως προς το παρόν μη επισκέψιμο.
Μετά από προσπάθεια των κατοίκων της κοινότητας και του πολιτιστικού συλλόγου αλλά και λίγων θαρραλέων «εξερευνητών», οι οποίοι μπήκαν σ’ αυτό παρά την πολύ στενή του είσοδο και έβγαλαν κάποιες φωτογραφίες, έγινε ευρύτερα γνωστή η ύπαρξη του σπηλαίου.
Η παραπάνω φωτογραφία δημοσιεύθηκε σε φυλλάδιο του Ελληνικού Οργανισμού Τουρισμού αλλά και σε τουριστικό φυλλάδιο της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φθιώτιδας καθώς και στο αξιέπαινο βιβλίο του κυρίου Θ. Ν. Αποστολόπουλου με τίτλο «ΟΜΒΡΙΑΚΗ» το 2001.
Ελπίζουμε στο άμεσο μέλλον με προσπάθεια όλων μας να εξερευνηθεί και γιατί όχι να αξιοποιηθεί, αν αυτό είναι εφικτό, τουριστικά
Καρέλης Δημήτρης


Η Παναγία η «Λιμνιώτισσα» στην Παναγιά Δομοκού

Η Παναγία η «Λιμνιώτισσα» στην Παναγιά Δομοκού

Για να μαθαίνουμε την πλούσια ιστορία του τόπου μας:
«Στην Παναγιά Δομοκού βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της «Λιμνιώτισσας», από την οποία πήρε το όνομά του το χωριό και η οποία γιορτάζει ως πολιούχος την 23η Αυγούστου, εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου. Η παράδοση αναφέρει ότι κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε από τον κοντινό Ναό που βρίσκονταν στο λοφίσκο δίπλα στον Πλάτανο και την πηγή «Μάτι» Παναγιάς και βυθίστηκε στα νερά της λίμνης Ξυνιάδας από τους πιστούς για να γλιτώσει την πυρπόληση και την καταστροφή, σε παρακείμενο σημείο. Η εικόνα της Θεομήτορος βρέθηκε με θαυματουργό τρόπο αρκετά χρόνια αργότερα όταν κάποιος κάτοικος του χωριού ονόματι Παπαντώνης, όργωνε με τα βόδια του στην όχθη της λίμνης. Το άροτρό του σκάλωσε κάπου κι αυτός, λόγω της κόπωσης, έγειρε να ξεκουραστεί. Εκεί στον γρήγορο ύπνο του, είδε σαν όραμα την ύπαρξη της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας και αφού ξύπνησε απότομα ειδοποίησε τους συγχωριανούς του και όλοι μαζί σκάβοντας αντίκρισαν την ιερή εικόνα. Τοποθετήθηκε πρόχειρα στο σημείο όπου  αργότερα χτίστηκε η Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια την ημέρα της εορτής της Εκκλησίας και της εικόνας, πλήθος πιστών συνέρεε για το ιερό προσκύνημα της  στις 23 Αυγούστου κάθε χρόνο και ακολουθούσε το πανηγύρι».  
Απόσπασμα από το βιβλίο του Δημήτρη Β. Καρέλη «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας - Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΒΟΡΕΙΑΣ ΦΘΙΩΤΙΔΑΣ και του ΔΟΜΟΚΟΥ»


--> 

Η Μεγαλόχαρη, «Κυρά – Παναγιά», στη Βόρεια Φθιώτιδα

Η Μεγαλόχαρη, «Κυρά – Παναγιά», στη Βόρεια Φθιώτιδα

Ο Αύγουστος για τον Ελληνισμό, είναι ο μήνας της Παναγίας, καθώς θυμάται και τιμά την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η Παναγία, η οποία συχνά αναφέρεται με το πραγματικό της όνομα Μαρία (Αραμαϊκά, Εβραϊκά, Μαριάμ) αλλά και ως Παρθένος Μαρία και Θεοτόκος, ήταν Εβραία από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, μητέρα του Ιησού Χριστού και κατέχει ιδιαίτερη θέση στην χριστιανική διδασκαλία και πίστη.

Οι Μουσουλμάνοι αναφέρονται στο πρόσωπό της επίσης αποκαλώντας την Παρθένο Μαρία αλλά και χρησιμοποιώντας τον προσδιορισμό Σαϊντά που σημαίνει «Κυρία». Η Παναγία γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν κόρη του κτηνοτρόφου Ιωακείμ και της Άννας, που καταγόταν από το βασιλικό γένος του Δαυίδ. Η Άννα ήταν στείρα, όμως λύνεται η στειρότητα της και γεννάται η Παναγία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει το γεγονός αυτό της συλλήψεως στις 9 Δεκεμβρίου. Στα "απόκρυφα" κείμενα αναφέρονται τα Εισόδια, η Κοίμηση αλλά και η Ανάληψή της.
Η μεγάλη λατρεία που έχουν οι Έλληνες για τη «μάνα» του Θεού και των ανθρώπων αποδεικνύεται από τα πολλά ονόματα που της έχουν προσδώσει. Μεγαλόχαρη, Εκατονταπυλιανή, Φανερωμένη, Κοσμοσωτήρα, Χοζοβιώτισσα, Εικοσιφοίνισσα, Βρεφοκρατούσα, Ελεούσα, Θαλασσινή, Γιάτρισσα, Μυρτιδιώτισσα και πολλά ακόμη.
Η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της χριστιανοσύνης. Η προετοιμασία των πιστών αρχίζει από την 1η Αυγούστου με τη νηστεία που διαρκεί έως τον Δεκαπενταύγουστο, αποτελώντας για τους Ορθόδοξους χριστιανούς το «Πάσχα του καλοκαιριού».
Στις 15 Αυγούστου χιλιάδες πιστών με την ψυχή γεμάτη ελπίδα και κατάνυξη, προστρέχουν στα αμέτρητα προσκυνήματα, όπου λιτανεύονται οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας για να μαρτυρήσουν τη πίστη τους στο πρόσωπό της.

Στη Βόρεια Φθιώτιδα και την περιοχή του Δομοκού υπάρχουν τρεις Θαυματουργές εικόνες της Παναγίας:

Η Παναγία Ελεούσα στην Ξυνιάδα Δομοκού


Το απόγευμα της 21ης Ιούνη του 1962 οι καμπάνες στην Ξυνιάδα Δομοκού ήχησαν δυνατά, επίμονα και χαρμόσυνα! Συνέβη τότε γεγονός μέγα και θαυματουργό, η εύρεση της εικόνας της Μεγαλόχαρης Παναγίας της Ελεούσας. Οι διηγήσεις όλων όσων έζησαν τις μοναδικές στιγμές, όπου η πίστη ζωντανεύει και η ψυχή πλημμυρίζει δέος και αγαλλίαση, είναι χαραγμένες βαθιά στην ψυχή όλων όσων δεν είχαμε την τύχη να ζήσουμε αλλά είχαμε τη χαρά να τ’ ακούσουμε από «πρώτο χέρι» την αληθινή αυτή ιστορία. Και πρώτα απ’ όλους από τον, μικρό τότε πρωταγωνιστή, Αθανάσιο Σύρο.
Ο μικρός Αθανάσιος συνάντησε και μίλησε πολλές φορές με μια άγνωστη αλλά γλυκύτατη μαυροφόρα γυναίκα, η οποία δεν ήταν άλλη από τη Μεγαλόχαρη Θεομήτορα, την Παναγία! Η άγνωστη γυναίκα τον επισκέφτηκε στον ύπνο του όπου του αποκάλυψε την ταυτότητά της και του υπέδειξε τον τόπο όπου ήταν θαμμένη η θαυματουργή Της εικόνα. Ο μικρός Αθανάσιος λοιδορήθηκε όταν αποκάλυψε το μεγάλο του μυστικό και για πολλά χρόνια δεν γινόταν πιστευτός ώσπου οκτώ χρόνια μετά, μια θανατηφόρα ασθένεια που έπεσε στα ζώα του χωριού, έγινε αιτία να έρθουν πιο κοντά οι άνθρωποι στην Εκκλησία και να αναζητήσουν την χαμένη εικόνα της Παναγίας. Στις αρχές Ιουνίου του 1962 ήρθε στην Ξυνιάδα ένα σκαπτικό μηχάνημα για να ανοίξει τους δρόμους του χωριού. Οι Ξυνιαδιώτες ζήτησαν από τον οδηγό Ηλία Σάλτα να βοηθήσει στην ανασκαφή για της ανεύρεση της εικόνας. Ο ίδιος αντέδρασε βίαια και έμεινε μόνο μετά από παρέμβαση του Λαμιώτη Σπύρου Χουλιάρα και των αρχών της κοινότητας, τον πρόεδρο, τον δάσκαλο, τον ιερέα, τις αστυνομικές αρχές και το εκκλησιαστικό συμβούλιο, που τον έπεισαν. Ο χειριστής μετά την άκαρπη πρώτη εκσκαφή επιχειρεί και δεύτερη χωρίς αποτέλεσμα, αρχίζει να βλαστημά και επιχειρεί τρίτη φορά χωρίς αποτέλεσμα και πάλι. Η μηχανή είχε σταματήσει. Τότε ο αστυνομικός που ήταν κοντά στο σημείο βλέπει δίπλα στο μαχαίρι του μηχανήματος, κοντά στη ρίζα ενός πουρναριού την εικόνα της Παναγίας.
Αμέσως εκτυλίχθησαν απερίγραπτες σκηνές με τους παρευρισκόμενους να γονατίζουν και να προσκυνούν την Άγια και Σεπτή Εικόνα της Παναγίας, κάποιοι έτρεξαν και χτύπησαν δυνατά την καμπάνα για να ειδοποιηθούν όσοι κάτοικοι ήταν στα χωράφια. Κάποιοι άλλοι αγκάλιασαν τον μικρό Αθανάσιο και του ζητούσαν να τους συγχωρήσει για την ασέβεια και την απιστία τους. Ο χειριστής του μηχανήματος έπεσε κλαίγοντας, προσκύνησε την εικόνα και παρακαλούσε να τον συγχωρήσει η Θεοτόκος. Από τους πρώτους Ιερείς που αντίκρισε την εικόνα ήταν ο παππούς μου Παπα-Δημήτρης ο οποίος, σύμφωνα με τις διηγήσεις και του σημερινού Ηγούμενου της Μονής Αθανάσιου Σύρου, παραλλήλισε την αποκάλυψη της Θαυματουργής εικόνας με την άφιξη του Ιησού Χριστού στην Ιεριχώ, όταν επισκέφτηκε τον αμαρτωλό και πλούσιο Αρχιτελώνη και μετέπειτα Απόστολο Ζακχαίο, λέγοντας: Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι• σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. («Ζακχαίε, κατέβα και τρέξε, σήμερα είναι ανάγκη να μείνω στο σπίτι σου, αφού για σένα ήλθα, για να σε σώσω»).
Στον Ιερό αυτό τόπο χτίστηκε αμέσως μικρός ναός και λίγο αργότερα ο σημερινός Οίκος της Παναγίας Ελαιούσης, η Ιερά Μονή στην οποία πλήθος πιστών συρρέει για να προσκυνήσει τη Χάρη Της θαυματουργής Εικόνας της Θεοτόκου. Ο μικρός Αθανάσιος αφιέρωσε τη ζωή του στη Χάρη της Παναγίας Ελεούσης και είναι σήμερα Αρχιμανδρίτης και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής, με τεράστιο φιλανθρωπικό και ποιμαντικό έργο.
Το Ιερό Προσκύνημα εορτάζει δυο φορές το χρόνο: Την ημέρα της ευρέσεως της εικόνας, δηλαδή την 21ηΙουνίου, και την 15η Αυγούστου, την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Το Μοναστήρι της Παναγίας της Αντίνιτσας


Το Μοναστήρι της Παναγίας της Αντίνιτσας βρίσκεται στις πλαγιές του όρους Όθρυς. Κατά την επικρατούσα άποψη το προσωνύμιό της έχει σχέση με την αρχαία πόλη Αντινοίτισσα πού ίδρυσε στην Όθρη ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός τον Β΄ μ.Χ. αιώνα. Το Μοναστήρι καταστράφηκε ολοσχερώς από τις κατοχικές δυνάμεις το 1944. Το καθολικό πού καταστράφηκε ήταν ένα χάρμα οφθαλμών όπως υποστηρίζεται από τούς μελετητές. Ήταν αθωνικού τύπου, τετρακιόνιος σταυροειδής μετά τρούλου. Ήταν το αρχαιότερο Καθολικό Μονής μεταβυζαντινών χρόνων πού εμιμείτο τα αγιορείτικα καθολικά έχουν τον Κωσταντινοπολιτικόν Σταυροειδή τύπον, με πλάγιους χορούς και μικρά τρουλωτά παρεκκλήσια δεξιά και αριστερά του Ιερού Βήματος. Αντίγραφο αυτό του παλαιού Ναού είναι το σημερινό Καθολικό πού ανηγέρθη το έτος 2000. Από την καταστροφή διέφυγε η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας. Περί της Μονής Αντινίτσης έγραψαν οι: Σωτηρίου στην χριστιανική Αρχαιολογία του και Ορλάνδος στην επετηρίδα Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών.
Για την ονομασία του μοναστηριού υπάρχουν δύο εκδοχές . Η πρώτη στηρίζεται στην παράδοση και οφείλει την ονομασία στην προέλευση της καταγωγής της θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου απ το Αϊδίνιο της Μ. Ασίας. Γι αυτό πήρε και το όνομα Παναγιά η Αϊδινιώτισσα ,που τελικά κατέληξε να προφέρεται από την λαό Παναγιά η Αντινίτσα. Η παράδοση λέει πως όταν ξεκίνησαν οι σφαγές στην πόλη του Αϊδινίου , δύο Αϊδινιώτες πιθανών κληρικοί ,έφυγαν και ζήτησαν καταφύγιο στην κεντρική Ελλάδα, φέρνοντας μαζί τους και την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Αϊδινίου. Σύμφωνα με την παράδοση όταν οι δύο Αϊδινιώτες έχοντας μαζί τους την ιερή εικόνα της Αϊδινιώτισσας Παναγίας νύχτωσαν κοντά στην σημερινή θέση και αποφάσισαν να διανυχτερεύσουν εκεί και το πρωί να συνεχίσουν τον δρόμο τους . Όταν ήρθε το φως της ημέρας και ετοιμάστηκαν να αναχωρήσουν ,ξαφνικά η εικόνα της Παναγίας ήταν τόσο βαριά που ήταν αδύνατον να την σηκώσουν και να συνεχίσουν τον δρόμο τους. Φοβερός είναι ο τόπος αυτός μουρμούρισαν οι δύο Αϊδινιώτες. Κάθισαν και προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν με απλά σύνεργα του νου τους το θαυματουργό αυτό γεγονός. Με θεία φώτιση κατανόησαν, ότι το σημάδι πρέπει να εκληφθεί σαν σοβαρή επιθυμία της Παναγίας να παραμείνει στον τόπο αυτόν για πάντα. Έτσι στην όμορφη πλαγιά της Όθρυος αποφάσισαν και έκτισαν το σπιτικό της Αϊδινιώτισσας Παναγιάς ,που έμεινε στην ιστορία σαν Μοναστήρι της Αντινίτσας. Η δεύτερη εκδοχή στηρίζεται στην γραμματολογική ερμηνεία της λέξης . Πρώτος ο Ευστάθιος Δράκος συσχετίζει το όνομα Αντινίτσα με την παλαιά κώμη Αντίνα ,της οποίας τα ερείπια σώζονται ακόμη στην περιοχή, την θέση αυτή ασπάζεται και ο Αθανάσιος Φλώρος ο οποίος αναφέρει :Την γνώμη αυτή του Δράκου ευρίσκω ορθή . Θα ήταν όμως δυνατόν να προσδιορίσουμε και τον χρόνο της ιδρύσεως της αρχαίας αυτής πόλης . Ο αυτοκράτωρ Ανδριανός (117-138 μ.χ.) έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρων κυρίως για την Αθήνα αλλά και τις άλλες περιφέρειες της Ελλάδας. Στην Άβαν της Φωκίδος έκτισε ναό του Απόλλωνος και στην Υάπολη της Φωκίδος Στοά. Στην μνήμη του στενού του φίλου Αντινόου ,που πνίγηκε το 130 μ.χ. στον Νείλο της Αιγύπτου ,έκτισε την Αντινοούπολη ,ο νομός μάλιστα ονομάστηκε Αντινοϊτης . Αλλά και για την Φθιώτιδα έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρων ,αφού μάλιστα κατά διαταγή του ο Ανθύπατος Μακεδονίας Κόϊντος Γέλλιος Σέντιος Αυγουρίνος έλυσε διαφορά που είχε ξεσπάσει για τα σύνορα μεταξύ στους Λαμιέων και τους Υπαταίων. Είναι πολύ πιθανών η πόλη που ιδρύθηκε από τον Ανδριανό στην Όθρη να ονομάστηκε Αντινοϊτισσα , αφού ο νομός της Αιγύπτου ονομάσθηκε Αντινοϊτης , και με τα χρόνια κατέληξε να λέγεται Αντινίτσα. Με την εκδοχή αυτή τάσσεται και ο ακαδημαϊκός Αν. Κ. Ορλάνδος σε παλαιότερη διεξοδική μελέτη γα το καθολικό της Μονής. Επομένως η ονομασία της Μονής έχει σχέση με την αρχαία πόλη Αντινοϊτισσα και λιγότερο μπορούμε να την συνδέσουμε με την πόλη Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας. Εορτάζει την 8η Σεπτεμβρίου.

H Παναγία η «Λιμνιώτισσα» στην Παναγιά Δομοκού

Στην Παναγιά Δομοκού βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της «Λιμνιώτισσας», από την οποία πήρε προφανώς το όνομά του το χωριό και η οποία γιορτάζει ως πολιούχος την 23η Αυγούστου, εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Η παράδοση αναφέρει ότι κατά τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε από κοντινό Ναό και βυθίστηκε στα νερά της λίμνης Ξυνιάδας από τους πιστούς για να γλιτώσει την πυρπόληση και την καταστροφή, στο σημερινό «Μάτι» της Παναγιάς, κοντά στον Πλάτανο.
Η εικόνα της Θεομήτορος βρέθηκε με θαυματουργό τρόπο αρκετά χρόνια αργότερα όταν κάποιος κάτοικος του χωριού ονόματι Παπαντώνης, όργωνε με τα βόδια του στην όχθη της λίμνης. Το άροτρό του σκάλωσε κάπου κι αυτός, λόγω της κόπωσης, έγειρε να ξεκουραστεί. Εκεί στον γρήγορο ύπνο του, είδε σαν όραμα την ύπαρξη της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας και αφού ξύπνησε απότομα ειδοποίησε τους συγχωριανούς του και όλοι μαζί σκάβοντας αντίκρισαν την ιερή εικόνα. Τοποθετήθηκε πρόχειρα στο σημείο όπου  αργότερα χτίστηκε η Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια την ημέρα της εορτής της Εκκλησίας και της εικόνας, πλήθος πιστών συνέρεε για το ιερό προσκύνημα της  στις 23 Αυγούστου κάθε χρόνο και ακολουθούσε το πανηγύρι.  

Δ. Β. Καρέλης
2012

Contact With Me

Contact Us
DIMITRIS KARELIS
+306947185990
Athens, Greece