-->

i Love to Create!

I AM

image
Hello,

I'm ΔΗΜΗΤΡΗΣ Β. ΚΑΡΕΛΗΣ

Ονομάζομαι Δημήτρης Καρέλης, είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ και φοιτητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημόσια Ιστορία» του ΕΑΠ. Γεννήθηκα στη Λαμία και ζω στη Καλλιθέα Αττικής, είμαι παντρεμένος και έχω ένα γιο. Εργάζομαι ως υπάλληλος στον όμιλο Δ.Ε.Η. Α.Ε. από το 1993 και υπηρετώ στο Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Ηλεκτρικής Ενέργειας (Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε.). Σήμερα είμαι συνδικαλιστής, Εκτελεστικός Σύμβουλος Πολιτιστικών Θεμάτων και Μέλος του Δ.Σ. της ΓΕΝ.Ο.Π-Δ.Ε.Η.-Κ.Η.Ε., ενώ χρημάτισα επί σειρά ετών Πρόεδρος, Γενικός Γραμματέας και Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του ιστορικού συνδικάτου «Πανελλαδικός Σύλλογος Καταμετρητών-Εισπρακτόρων Δ.Ε.Η.». Είμαι αυτοδίδακτος ζωγράφος, με συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις. Από την παιδική μου ηλικία, με πυξίδα τις πνευματικές και καλλιτεχνικές μου ανησυχίες, ξεκίνησα ένα μακρύ ταξίδι στο χώρο του πολιτισμού, της ιστορίας, της τέχνης, της παράδοσης, της γραφής, του λόγου και του στοχασμού.


Education
University

Culturologist

Postgraduate

Master of Arts in Public History

School of Amusement

Self-taught painter


Experience
Electricity worker

Public Power Corporation of Greece

Historical

Historical author-researcher

Painter

Art and painting lover


My Skills
Writing
Painting
Disquisition
Design

About Books

«Η βιβλιοθήκη κατοικείται από πνεύματα που βγαίνουν από τις σελίδες τη νύχτα». – Ιζαμπέλ Αλιέντε.

friendship

«Ένα μόνο τριαντάφυλλο μπορεί να είναι ο κήπος μου, αλλά μόνο ένας φίλος, ο κόσμος μου». – Λέο Μπουσκάλια

be yourself

«Να είσαι ο εαυτός σου, αλλά πάντα ο καλύτερος εαυτός σου». – Karl G. Maeser

about love

«Το να αγαπιέσαι βαθιά σου δίνει δύναμη, ενώ το να αγαπάς βαθιά σου δίνει κουράγιο». – Λάο Τσε.

WHAT I DO

Author-writer

«Είτε γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί», Βενιαμίν Φραγκλίνος

Culturologist

«Ο πολιτισμός δεν κληρονομείται, κατακτάται», Αντρέ Μαλρώ

Painter

«Η ζωγραφική είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να κρατάς ημερολόγιο», Πάμπλο Πικάσο

Some of my work
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σκέψεις-απόψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σκέψεις-απόψεις. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Από την ανοσία της αγέλης, στην αγελαία ανοησία;

Συσσίτιο στη γρίππη του 1918.
Από την ανοσία της αγέλης, στην αγελαία ανοησία;
Είναι βέβαιο πως δεν βρισκόμαστε μπροστά σε μια πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση, αλλά σε μια πρωτόγνωρη επιλογή διαχείρισης μιας υπαρκτής, είναι η αλήθεια, πάνδημης κρίσης. Πανδημίες και επιδημίες, λοιμοί και θανατηφόρες ασθένειες έπληξαν τον πλανήτη και τις ανθρώπινες κοινωνίες ουκ ολίγες φορές. Να θυμηθούμε το λοιμό των Αθηνών («σύνδρομο του Θουκυδίδη») το 430 π.Χ. που αποδεκάτισε την πόλη, την «Ιουστινιάνειο» πανώλη τον 6ο αιώνα  μ.Χ. με τα 15 εκ. θύματα, τη Μεγάλη Πανώλη ή Μαύρο Θάνατο που στοίχισε τη ζωή 25 εκατ. ανθρώπους στα τέλη της δεκαετίας του 1340, την Ευλογιά  (15ος -17ος αιώνας), τη Χολέρα (1817-23), ως τις φονικές πανδημίες γρίπης του 20ου αιώνα, την Ισπανική γρίπη με πάνω από 50 εκατομμύρια νεκρούς το 1918, την επιδημία τύφου στη Ρωσία το 1918-22 με 3 εκατ. να πεθαίνουν, την Ασιατική γρίπη 1957-58 που στοίχισε τη ζωή σε περίπου ένα εκατ. ανθρώπους, τη Γρίπη του Χονγκ Κονγκ το 1968 που ήταν υπεύθυνη για το θάνατο 500.000-1.000.000 ανθρώπων παγκοσμίως, την πανδημία της Ρωσικής Γρίπης, 1977-78 με 700.000 θανάτους, αλλά και την πανδημία HIV/AIDS, με την παγκόσμια εξάπλωση και τα 36 εκ. νεκρών από το 1981 ως το 2012.
Ωστόσο, οι κοινωνίες ποτέ δεν σταμάτησαν να λειτουργούν, παρότι το πλήγμα ήταν σε κάθε περίπτωση μεγάλο, ενώ οι δυνατότητες της ιατρικής επιστήμης απειροελάχιστες, ως μηδενικές, σε σχέση με τη σημερινή εποχή.
Στην σημερινή περίπτωση του κορονοϊού, το μεγαλύτερο ποσοστό των θανάτων παγκοσμίως, σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, αφορά χαμηλά ποσοστά, με μεγαλύτερα στο Βέλγιο με 0, 047%, την Ισπανία με 0,043%, την Ιταλία με 0,038%, τη Γαλλία με 0,029%, την Αγγλία με 0,022%, την Ολλανδία με 0,021%, την Ελβετία με 0,016%, τη Σουηδία με 0,015% και στις ΗΠΑ 0,012%, ενώ στον αντίποδα με εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά, βρίσκονται χώρες με μεγάλο πληθυσμό όπως η Ινδία με 0,000036%, η Συρία με 0,00001%, αλλά και άλλες χώρες με ποσοστό θανάτων γύρω στο 0,001%, όπως η Ελλάδα, η Φινλανδία, η Αλβανία, η Κροατία, η Πολωνία, η Βραζιλία, το Περού, η Χιλή και η Αλγερία.
  • Αναρωτιέμαι λοιπόν, ποιος μας εξασφαλίζει πως το μοντέλο που έχει επιλεγεί είναι η μοναδική ενδεδειγμένη λύση, όταν ούτε ιστορικό προηγούμενο πλήρους αποκλεισμού έχουμε κι όταν άλλα μοντέλα (Σιγκαπούρη, Χονγκ Κονγκ) έχουν μεγαλύτερη επιτυχία, με το μικρότερο δυνατό κόστος στην κοινωνία; 
  •  Πότε και πως μπορεί να επιτευχθεί η απαιτούμενη, κατά τους ειδικούς, γενική ανοσία στον πληθυσμό, εφόσον οι «γνωστοί» νοσούντες είναι λίγοι, ειδικά στην περίπτωση της Ελλάδας;
Μάθαμε τον παράγοντα R, δηλαδή τον πραγματικό ρυθμό αναπαραγωγής του ιού και χάσαμε τον παράγοντα Α, δηλαδή τον ίδιο τον άνθρωπο, παρότι ισχυριζόμαστε πως όλα γίνονται για την προστασία του.
  •  Ποιος μας διασφαλίζει πως τα «υποκείμενα νοσήματα» των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού δεν θα είναι αύριο οι κύριες αιτίες θανάτου σε μεγάλη μερίδα πληθυσμού και σε τεράστια πιθανόν κλίμακα, δεδομένης της παραμέλησης ή της άγνοιας της επικινδυνότητας της νόσου; 
  •  Δεν θα είναι οι θάνατοι αυτοί απότοκα της κακής ή ανεπαρκούς διαχείρισης μια κρίσης, η οποία ίσως έχει υπερεκτιμηθεί ή διογκωθεί τεχνητά;
  •  Ποιος γνωρίζει τις μακροπρόθεσμες αρνητικές συνέπειες στην υγεία των εγκλεισμένων ανθρώπων από την αρνητική τους ψυχολογία, την έλλειψη δραστηριότητας και την καθιστική ζωή;
Φτάσαμε στο σημείο να πρυτανεύει η λογική «Πας μη ων μεθ’ ημών, καθ’ ημών», για όσους έχουν διαφορετική άποψη, μ’ ότι αυτό μπορεί να προκαλέσει, εξαίροντας υπέρμετρα την λογική της καραντίνας, ενώ οι διαφαινόμενοι κίνδυνοι από τον στραγγαλισμό της οικονομίας είναι ανυπολόγιστοι και παράγουν αλυσιδωτές αντιδράσεις, οι οποίες πιθανόν να φέρουν περισσότερα θύματα από αυτά της ασθένειας που προκαλεί ο κορονοϊός. Δεν μιλούμε με βάση συνωμοσιολογικές θεωρίες, καθώς προτάσσουμε τη ρεαλιστική θεώρηση ενός υπαρκτού προβλήματος, με όρους επιστημονικούς κι όχι κατ’ ανάγκη ιατρικούς και υγειονομικούς.

  • Ποιος μπορεί με βεβαιότητα να πει πως θα είναι σε λίγο και για πόσα χρόνια η παγκόσμια οικονομία;
  •  Πόσες επιχειρήσεις θα αναγκαστούν να κλείσουν και πόσοι άνθρωποι θα οδηγηθούν στην ανεργία;
  • Θα πει κανείς πως η ανθρώπινη ζωή έχει τον πρώτο λόγο. 
  •  Ναι, αλλά πως θα μπορέσουμε να διαχειριστούμε τις εξεγέρσεις που θα φέρουν όλα τα παραπάνω, την επισιτιστική κρίση και όλα τα συνεπακόλουθα μιας κρίσης τέτοιου μεγέθους;
Μαθαίνουμε για παράδειγμα, ότι οι Έλληνες αγρότες μειώνουν την καλλιέργεια κηπευτικών και άλλων εδώδιμων προϊόντων, με ότι αυτό συνεπάγεται για τον επισιτισμό των Ελλήνων, καθώς ουδεμία πρόνοια υπήρξε τα προηγούμενα χρόνια για την καταγραφή των αναγκών σε προϊόντα που, αντί να εισάγουμε, έπρεπε να καλλιεργούμε οι ίδιοι, όπως γινόταν παραδοσιακά.
Χρειάζεται λοιπόν μια ρεαλιστική και πολύπλευρη, πατριωτική διαχείριση της κρίσης, για να μην αναγκαστούμε αύριο να τρώμε τις σάρκες μας, αλλά να «διαβούμε τον Ρουβίκωνα» με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
Πρέπει εν κατακλείδι, να προσέξουμε να μην περιέλθουμε αντί στην «ανοσία της αγέλης», στην «αγελαία ανοησία», με το «κάντο όπως οι άλλοι»…

«Alea jacta est ή ο κύβος ερρίφθη»…

Δημήτρης Καρέλης

Νοσοκομείο στη φονική γρίππη του 1918, στην Αμερική.

«Αν ο ήλιος δεν υπήρχε, θα ήταν νύχτα παρά τα άλλα άστρα»

(Με αφορμή την αρχή της επιδημίας του  νέου κορωνοϊού Covid-19)
Αθήνα, 20/03/2020
«Αν ο ήλιος δεν υπήρχε, θα ήταν νύχτα παρά τα άλλα άστρα»*
(«εἰ μὴ ἥλιος ἦν, ἕνεκα τῶν ἄλλων ἄστρων εὐφρόνη ἂν ἦν»).
Βρισκόμαστε στην αρχή μιας αχαρτογράφητης, σοβαρότατης απειλής, που εγκυμονεί κινδύνους για την υγεία και τη ζωή όλων μας, της οποίας την πορεία και το τέλος ουδείς εξ ημών μπορεί να προβλέψει. Αφουγκραζόμαστε μόνο τους ειδικούς, ανά περίπτωση, ενώ έχουμε εμπιστοσύνη και τηρούμε κατά γράμμα τις αποφάσεις και τις εντολές των αρμόδιων αρχών.
Η εποχή δεν προσφέρεται για μικροπολιτικές προσεγγίσεις, τουναντίον είναι μοναδική ευκαιρία να ομονοήσουμε, μπροστά στις υπαρξιακές προκλήσεις και στα αλγεινά που έπονται. Μένουμε εντός, για όσο χρειαστεί, με υπομονή, ψυχραιμία και σύνεση, για το καλό όχι μόνο των «ευπαθών ομάδων» και των μεγαλύτερων σε ηλικία, αλλά για το καλό όλων ανεξαιρέτως.
 Όσοι είμαστε υποχρεωμένοι να εργαζόμαστε, τηρούμε αυστηρά τα μέτρα υγιεινής και ασφάλειας, με αίσθημα ευθύνης, για να προστατεύσουμε τους άλλους και την οικογένειά μας, αλλά και να γυρίζουμε πίσω υγιείς. Μένουμε στη μόνιμη κατοικία μας και δεν μετακομίζουμε για κανένα λόγο σε περιοχές της επαρχίας, όπου κυρίως ζουν ευάλωτοι πληθυσμοί και οι υποδομές υγείας είναι λιγοστές ή ανύπαρκτες.
Ατενίζουμε ωστόσο το μέλλον με θάρρος, αισιοδοξία και δύναμη, καθώς όπως έλεγε ο Ηράκλειτος*, «Αν δεν ελπίζεις το ανέλπιστο, δεν θα το βρεις». Αν ο καθένας μας πράξει τα δέοντα, σύντομα όλα τούτα δεν θα είναι παρά ένας έφιδρος, νυχτερινός εφιάλτης.

Δημήτρης Β. Καρέλης
Πολιτισμολόγος – Συγγραφέας
Πρόεδρος Δ.Σ.
Π.Σ.Κ.Ε. Ομίλου Δ.Ε.Η.



Ο αγρότης και τα φασόλια στην τσέπη του...

Μια φορά κι έναν καιρό υπήρχε ένας αγρότης που έβαζε, κάθε πρωί, μια χούφτα φασόλια στην αριστερή του τσέπη. Κάθε φορά που έβλεπε ή γνώριζε κάτι όμορφο κατά τη διάρκεια της ημέρας, όταν απολάμβανε κάτι ή όταν είχε μια στιγμή ευτυχίας, έπαιρνε ένα φασόλι από την αριστερή τσέπη του παντελονιού του και το έβαζε στη δεξιά.
Αυτό δεν συνέβαινε συχνά στην αρχή, αλλά μέρα με τη μέρα, υπήρχαν περισσότερα φασόλια που κινούνταν από την αριστερή προς τη δεξιά του τσέπη. Το άρωμα του φρέσκου πρωινού αέρα, το γλυκό τραγούδισμα των πουλιών στην κορυφογραμμή, το γέλιο των παιδιών του, η ωραία κουβέντα μ' έναν γείτονα κι ένα φασόλι ταξίδευε από την αριστερή προς τη δεξιά του τσέπη.
Πριν πάει για ύπνο το βράδυ, μετρούσε τα φασόλια στη δεξιά του τσέπη και με κάθε φασόλι που έβρισκε εκεί, μπορούσε να θυμηθεί και μια θετική εμπειρία. Ικανοποιημένος και χαρούμενος έπεφτε για ύπνο, ακόμα κι αν είχε μόνο ένα φασόλι στη δεξιά του τσέπη...


«Η αρνητική αντίληψη των διανοούμενων του Διαφωτισμού για το Βυζάντιο», του Δημήτρη Β. Καρέλη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή ………...……………………………...………………….……………….. 2

Ενότητα Α΄: Η διαφοροποίηση και αποξένωση της λατινικής Δύσης από τη βυζαντινή Ανατολή ……………...…………………………..……………………… 3

Ενότητα Β΄:  Οι λόγιοι Έλληνες του 19ου αιώνα υιοθετούν την αρνητική εικόνα του Βυζαντίου .……………………………………………………………………… 6

Συμπέρασμα ………..….………………….….……………………………………... 8

Βιβλιογραφία ...……………………………….…………………………………….. 9

Εισαγωγή

Την περίοδο της κατάκτησης της Ελλάδας από τους Ρωμαίους οι Έλληνες έρχονται για πρώτη φορά σε επαφή με τον λατινικό κόσμο που τους ήταν ως τότε ουσιαστικά άγνωστος. Υποχρεωμένοι να συμβιώσουν για πολλούς αιώνες, ανταλλάσσουν πολιτισμικά στοιχεία και δέχονται αλληλεπιδράσεις, παρ’ όλες τις προστριβές σε θρησκευτικό, εκκλησιαστικό, αλλά και πολιτικό επίπεδο. Όμως οι διαφορές και οι αντιθέσεις τους εξακολούθησαν να είναι μεγάλες και αγεφύρωτες με αποτέλεσμα, τα επόμενα χρόνια η συμβίωσή τους να είναι γεμάτη προστριβές, έριδες και αντιπαραθέσεις, ιδιαίτερα μετά την ίδρυση της ανατολικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Αποτέλεσμα της χιλιετούς αυτής κοινής πορείας και ιστορίας ήταν η διαμόρφωση ενός κλίματος αμοιβαίας αντιπαλότητας, καχυποψίας και πολλές φορές μίσους, ανάμεσα στους δύο μεγάλους πολιτικούς και πολιτισμικούς χώρους της Δύσης και της Ανατολής.
Στα κατοπινά χρόνια, η ιστοριογράφοι αποτύπωσαν με τους κονδυλοφόρους τους την ιστορία της Βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά το δικό τους συμφέρον, επηρεασμένοι από τις καταβολές και την καταγωγή τους, αποτυπώνοντάς τη με μειωτικές εκφράσεις και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς, κάτι πως ως τον 19ο αιώνα, αποδέχτηκαν και Έλληνες διανοούμενοι.
Στην παρούσα εργασία εμβαθύνουμε στα αίτια της διαφοροποίησης και αποξένωσης της Λατινικής Δύσης από τη Βυζαντινή Ανατολή και αναζητούμε τους λόγους που οδήγησαν τους Έλληνες διανοούμενους των αρχών του 19ου αιώνα να υιοθετήσουν την αρνητική εικόνα του Βυζαντίου στη Δύση.


Ενότητα Α΄: Η διαφοροποίηση και αποξένωση της λατινικής Δύσης από τη βυζαντινή Ανατολή

Η απομάκρυνση της Δύσης από τη Ανατολή και η αντίθεση ανάμεσα στη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη άρχισε να παίρνει πολύ σοβαρή μορφή από την εποχή που ο πάπας Γρηγόριος ο Α΄ (590-614) θεώρησε τον τίτλο «οικουμενικός» που έλαβε ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Ιωάννης Δ΄, ο λεγόμενος Νηστευτής, σαν ένα αδικαιολόγητο σφετερισμό.[1]
Η ρήξη ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση είχε δημιουργήσει ήδη από τον 5ο αι. μ.Χ. πρόσκαιρες κρίσεις, όπως και τον 7ο αιώνα με την αποκοπή των επαρχιών της Μέσης Ανατολής και την οριστική απομάκρυνση ενός κομματιού του χριστιανικού κόσμου με μονοφυσιτικές απόψεις, όμως κατά τον 9ο αιώνα πήρε διαστάσεις μεγαλύτερες καθώς εμφανίστηκε περισσότερο εκκλησιαστική παρά δογματική, με αποτέλεσμα να οδηγήσει αναπόφευκτα στο σχίσμα των δύο εκκλησιών, στην πραγματικότητα όμως τα προβλήματα και οι διαφορές είχαν ακόμη πολιτικό αλλά και πολιτισμικό χαρακτήρα.[2]
Τον 9ο αιώνα η Ρώμη, αποκόπτοντας κάθε σχέση με την αυτοκρατορία της Ανατολής, θέτει επιτακτικά το ζήτημα του «παπικού πρωτείου», κάτι που είχε τεθεί από τον 4ο αι., προσπαθώντας να επιβάλλει την ηγεμονική πρωτοκαθεδρία του πάπα σ’ ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο και οι ενέργειες του πάπα Νικολάου Α΄ (858-867 μ.Χ), ως πραγματική αιτία, οδηγούν στο σχίσμα του 867 μ.Χ., όταν μια από τις γιγάντιες μορφές της ιστορίας των ελληνικών γραμμάτων, ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος, εκπροσωπώντας τις διαθέσεις της Ανατολής, απέρριψε τις αξιώσεις του.[3] Πολύ βαθύτερο, αν όχι οριστικό, έγινε το σχίσμα το 1054, με εκατέρωθεν αναθέματα, μεταξύ του Καρδινάλιου Ουμβέρτου ο οποίος στην Αγία Σοφία την 16η Ιουλίου 1054 απέθεσε στην Αγία Τράπεζα απόφαση αφορισμού εναντίον του Πατριάρχη, με τον Κηρουλάριο να απαντά με αφορισμό εναντίον του Ουμβέρτου, μια εποχή που οι Ανατολικοί δεν αρκέστηκαν στην εναντίωση για τις αξιώσεις του «παπικού πρωτείου», θέτοντας δογματικά ζητήματα και αιτιάσεις για το ζήτημα της «αίρεσης του φιλιόκβε (filioque: και εκ του Υιού)» που αλλοίωνε την πίστη στην Αγία Τριάδα,  «τα άζυμα» την χρήση δηλαδή άζυμου άρτου στη θεία λειτουργία και την «αγαμία» των ιερέων, με τους Δυτικούς να τηρούν αδιάλλακτη στάση.[4]
Η αφετηρία της διάστασης αυτής μπορεί να αναζητηθεί σε πολιτισμικό κυρίως επίπεδο, καθώς είναι αρκετά δύσκολο στους μεν Ανατολικούς να διαβάζουν και να κατανοούν τα γραμμένα στα λατινικά θεολογικά έργα των Δυτικών και από την άλλη οι Λατίνοι τις γραμμένες στα Ελληνικά θεολογικές σκέψεις και απόψεις των Βυζαντινών, δύο περιοχές με διαφορετική κουλτούρα, συνήθειες και νοοτροπία.[5] Πολύ σοβαρότεροι βεβαίως είναι οι πολιτικοί λόγοι της εκρηκτικής ρήξης ανάμεσα στους δύο κόσμους, καθώς ο πάπας ως αρχηγός του παπικού κράτους στη Μέση Ιταλία από το 755, προσπαθεί να επιβληθεί και να ηγεμονεύσει, επιχειρώντας να θέσει υπό τον απόλυτο έλεγχό του τους πάντες και τα πάντα, τις χριστιανικές εκκλησίες και την εκκλησιαστική εξουσία, αλλά και κάθε κοσμική εξουσία, αυτοκράτορες και βασιλείς.[6]
Οι Δυτικές αντιλήψεις με τη «θεοκρατική αντίληψη του κόσμου», την άποψη δηλαδή πως η διακυβέρνηση των ανθρώπων εξαρτάται απόλυτα από την εκκλησιαστική εξουσία, η θρησκευτική και πολιτική ηγεμονία του πάπα ως αρχιερέα των καθολικών, ο οποίος είναι γι αυτούς ανώτερος των συνόδων και των κανόνων και επί όλων των κοινωνικών ή εκκλησιαστικών υποθέσεων έχει το «αλάθητο», δεν μπορεί δηλαδή να σφάλλει, οι αποφάσεις του είναι τελεσίδικες και δεν αμφισβητούνται, αλλά και η αδιαλλαξία των ίδιων των Δυτικών, έδωσαν εκπληκτικές διαστάσεις στο αγεφύρωτο χάσμα με τους ανατολικούς Βυζαντινούς.[7]
Κατά τον 12ο αι., ανεξάρτητα από τις αιτίες των Σταυροφοριών και ασχέτως της συμμετοχής του Βυζαντίου, η παρουσία Λατίνων Σταυροφόρων στο Βυζάντιο δημιουργούσε ασφαλώς αρνητική εικόνα, καθώς για τους Βυζαντινούς αξιωματούχους η παρουσία τους ήταν πρόβλημα και η απελευθέρωση των Αγίων Τόπων ως σκοπός της εκστρατείας τους ήταν απλά προσχηματικός για την κατάκτηση της αυτοκρατορίας.[8] Το 1204 οι Δυτικοί Σταυροφόροι της Δ΄ Σταυροφορίας καταλαμβάνουν την Κωνσταντινούπολη και καταλύουν την Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ανακύπτοντας έτσι τρία βυζαντινογενή ελληνικά κράτη, της Νίκαιας, της Ηπείρου και της Τραπεζούντας, σηματοδοτώντας την αρχή του τέλους για τη χιλιόχρονη ιστορία της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, καθώς Βούλγαροι και Σέρβοι ισχυροποιούνται και οι Οθωμανοί Τούρκοι ιδρύουν κράτος στην Μικρά Ασία, λίγα χρόνια αργότερα.[9] Με την κατάληψη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας κατά την Τέταρτη Σταυροφορία το θεωρούμενο ως τότε προσωρινό, πολιτικό και πολιτισμικό σχίσμα παγιώθηκε και σε θεσμικό επίπεδο η Δύση έπαψε να αναγνωρίζει το Βυζάντιο ως πνευματική και πολιτική οντότητα, καθώς έχουμε δύο κατόχους του τίτλου του πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και δύο τιτλούχους αυτοκράτορες.[10] Αμέσως μετά την πτώση της Πόλης, οι κατακτητές Λατίνοι, θέλοντας να γελοιοποιήσουν τους ηττημένους Βυζαντινούς, φορούσαν φαρδιά ρούχα και φτιασίδια, κρατώντας χαρτιά στα χέρια τους, θεωρώντας πως ήταν ένας λαός από γραφιάδες, μέλη της γραφειοκρατικής τάξης που υπήρξε κυρίαρχη την εποχή εκείνη.[11] Η συμπεριφορά των Λατίνων απέναντι στους Βυζαντινούς παρουσιάζεται πάντα σαν περιφρονητική γεμάτη μίσος, χωρίς ανοχή και οι βυζαντινοί συγγραφείς τη χαρακτηρίζουν αγέρωχη, ιταμή, αλαζονική, «υψηλαύχεν», πως ξεπερνά κάθε όριο.[12]
Όμως οι απόψεις των Δυτικών για τους Έλληνες Βυζαντινούς, προερχόμενες πιθανόν από συμπλέγματα κατωτερότητας, γενικά ήταν βαθιά ανθελληνικές. Ο Λιουτπράνδος επίσκοπος της Κρεμώνας, απεσταλμένος του Γερμανού αυτοκράτορα Όθωνα Α΄ (962-973), επισκέπτεται την Κωνσταντινούπολη το 968 μ.Χ. και διαπραγματεύεται με τον αυτοκράτορα Νικηφόρο Φωκά το συνοικέσιο του γιου του Όθωνα με την αρχοντοπούλα Θεοφανώ.[13] Πιθανόν εξοργισμένος από την επιφυλακτική συμπεριφορά των Βυζαντινών ή με σκοπό την απαξίωσή τους και την αποβολή κάθε «συμπλέγματος κατωτερότητας» των δυτικών αναγνωστών του προς την ανατολική αυτοκρατορία, έγραψε μια άκρως εμπαθή και σφόδρα επικριτική αναφορά στην οποία ο «βασιλιάς των Ελλήνων είναι μαλλιαρός, φοράει χλαμύδα με μακριά μανίκια και γυναικείο μανδύα, είναι ψεύτης, απατεώνας, αδυσώπητος, πονηρή αλεπού, υπερόπτης, ψευδοταπεινόφρων, τσιγκούνης, πλεονέκτης, τρώει σκόρδο, κρεμμύδια και πράσα...» και οι Έλληνες της Πόλης παρουσιάζονται ως «επιπόλαιοι», «ανόητοι», «κόλακες», «φιλάργυροι», «δόλιοι», «απατεώνες», «αναξιόπιστοι», «ψεύτες» και «προδότες».[14] Για «γηρασμό», «εκφυλισμό» και «διαφθορά» των Ελλήνων επί ρωμαιοκρατίας μιλούν δύο Άγγλοι διπλωματικοί υπάλληλοι, ο Γουίλιαμ Ήτον στα τέλη του 18ου αι., ο οποίος υποστηρίζει ότι «μερικά από τα ελαττώματα τους οφείλονται στην εξαχρείωση, στη σήψη και στην παρακμή τους, που είχε αρχίσει ήδη από τους κλασσικούς χρόνους» και ο Θωμάς Θόρντον  στις αρχές του 19ου αι., που θα εκφραστεί με την ίδια αφέλεια, με τον Γιάκομπ Φαλμεράυερ, ότι «στους απογόνους των Ελλήνων δεν θα βρει κανείς ούτε σταγόνα αίματος των μαραθωνομάχων Αθηναίων»,  καθώς υποστηρίζει ότι οι Έλληνες «έχουν χάσει την αγάπη για την ελευθερία».[15]
Η Σύνοδος Φεράρας-Φλωρεντίας (1439) έδωσε για τελευταία φορά στο Βυζάντιο διεθνές κύρος, με τους Βυζαντινούς να θέτουν υπό αμφισβήτηση κάθε προσθήκη στο Σύμβολο της Πίστεως, ενώ παραδέχτηκαν ότι κατά τα άλλα η προσθήκη του filioque αποσαφήνιζε τη θεολογία της εκπόρευσης του Αγίου Πνεύματος, παραδοχή που παρείχε  ισχυρή βάση για τη συμφωνία σχετικά με την Ένωση των Εκκλησιών.[16]


Ενότητα Β΄:  Οι λόγιοι Έλληνες του 19ου αιώνα υιοθετούν την αρνητική εικόνα του Βυζαντίου

Σε μια περίοδο που ο Ελληνισμός προσπαθεί να βρει την ταυτότητά του, οι εκφραστές της Ελληνικής διανόησης στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αι. συνετέλεσαν στην απαξίωση του Βυζαντίου καθώς έστρεψαν το ενδιαφέρον και την μελέτη στην αρχαία Ελλάδα των κλασικών χρόνων, μέσω της διαμάχης μεταξύ προοδευτικών και συντηρητικών εκφραστών του Διαφωτισμού.
Οι Έλληνες διαφωτιστές συνάντησαν δύο πνευματικές τάσεις εισηγμένες από την Ευρώπη, το Διαφωτισμό των κύκλων της λογιοσύνης, που πίστευε πως ο πολιτισμός έλκει την καταγωγή του στην αρχαία Ελλάδα της κλασσικής εποχής και το ρομαντισμό που στρέφεται στο αρχαίο Ελληνικό παρελθόν υπό τη μορφή του ρομαντικού νεοκλασικισμού, με φορέα τους αστούς και μεσοαστούς, δύσκολα όμως και εδώ το Βυζάντιο θα εύρισκε τη θέση του.[17] Ο θεοκρατικός χαρακτήρας και ο εναγκαλισμός της εκκλησίας και του κλήρου  με το κράτος στο Βυζάντιο, βρίσκει αντιμέτωπους τους Έλληνες διαφωτιστές, καθώς θεωρούν πως στέρησαν την ένταση ανάμεσα στο πνευματικό και το λαϊκό στοιχείο κάτι που αντίθετα στη δύση συνέβαλε στη δημιουργία δυτικοευρωπαϊκής συνείδησης.[18] Η χριστιανική κοσμοθεωρία των Βυζαντινών που αντιτίθεται στις αντιλήψεις των δυτικών φιλοσόφων του 18ου αιώνα, μαζί με την ιδέα της βυζαντινής οικουμενικότητας και τις αιτιάσεις του Νικολάου Μυστικού πως «η Δύση ανήκει στο κράτος των Ρωμαίων», εννοώντας το Βυζάντιο και του Νικηφόρου Φωκά ότι «η κυριαρχία των θαλασσών είναι δική του», δείχνουν πως Βυζαντινή εξουσία προσπάθησε να επιβληθεί στους υπολοίπους, ως θεία βούληση.[19]
Οι Φαναριώτες έμποροι και τα μέλη των Ελληνικών παροικιών στην Ευρώπη αποτελούν τους μοχλούς μετάβασης των ιδεών και των μηνυμάτων του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού στον κατακτημένο από τους Οθωμανούς Ελλαδικό χώρο. Ωστόσο τα αιτήματα διαφοροποιούνται καθώς ο Ελληνικός Διαφωτισμός θέτει ως στόχο την εθνική απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό, με εργαλείο επίτευξης του στόχου αυτού την σύνδεση των Νεοελλήνων με το απώτερο αρχαίο παρελθόν τους, την ένδοξη αρχαία Ελλάδα της φιλοσοφίας και του πολιτισμού.[20] Την καλλιέργεια της αρχαιογνωσίας και την ανακάλυψη της αρχαίας Ελλάδας από τους Ευρωπαίους, ήδη από την εποχή της αναγέννησης, εκμεταλλεύονται οι φορείς του Νεοελληνικού Διαφωτισμού για να μεταλαμπαδεύσουν στους υπόδουλους Έλληνες την γνώση για την ιστορία και το αρχαίο παρελθόν τους με στόχο την αφύπνιση ή τη δημιουργία εθνικής συνείδησης.[21] Η απόπειρα να αναβιώσει ο Ελληνισμός ως έθνος-κράτος βασίστηκε στη θεωρία της «μετακένωσης» του Αδαμάντιου Κοραή, η οποία έλεγε πως αν οι «Ελληνόφωνοι Γραικοί» του βαλκανικού νότου ήθελαν να ξαναβρούν την ελληνικότητά τους όφειλαν πρώτα να ασπαστούν το δυτικό πολιτισμό, εφόσον η «δύση είναι η κιβωτός της αυθεντικής ελληνικότητας».[22] Ο Κοραής ανέφερε πως κατά τον 12ο αι. οι Έλληνες στέναζαν κάτω από την πίεση των Βυζαντινών αυτοκρατόρων που τους αποκαλεί «Γραικορωμαίους τυράννους» και βαρβάρους, που ζουν πλούσια και αβασάνιστα σε βάρος του λαού, θεωρώντας χρέος των διαφωτιστών να μην επιτρέψουν την επιστροφή στο «Βυζαντινισμό» αλλά να μιμηθούν την «φωτισμένη» Ευρώπη.[23]
Η αποκατάσταση της Ελληνικής ιστοριογραφίας με το Βυζάντιο αρχίζει στα μέσα του 19ου αι. από τους Σκαρλάτο Βυζάντιο, Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο και Κωνσταντίνο Παπαρρηγόπουλο, καθώς ο τελευταίος αναγνωρίζει ως άμεσους προγόνους των Νεοελλήνων τους Βυζαντινούς.[24]


Συμπέρασμα

Κατά κοινή ομολογία, τα αίτια του χάσματος και στη συνέχεια του σχίσματος ανάμεσα στην Ανατολή και τη Δύση, την εποχή του Βυζαντίου, είχαν βαθιά πολιτικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά. Το «παπικό πρωτείο» και η προσπάθεια επιβολής της επιρροής του πάπα σ’ ολόκληρο το χριστιανικό κόσμο από τη μια και οι δογματικές διαφορές ανάμεσα στις δύο εκκλησίες, αποτελούσαν την αφορμή για την εκδήλωση σοβαρότερων διαφορών, που είχαν τις ρίζες τους κυρίως στην διαφορετική τους κουλτούρα, αλλά και σε ποικιλόμορφα συμφέροντα.
Οι Λατίνοι και οι υπόλοιποι Δυτικοί εποφθαλμιούν την αίγλη και τον πλούτο της Κωνσταντινούπολης και της αυτοκρατορικής αυλής, την οικονομική ευμάρεια της μεσαίας τάξης και των εμπόρων της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, την επιρροή της στην Μέση Ανατολή και σε μεγάλο μέρος του τότε γνωστού κόσμου.
Επιπλέον το συναίσθημα της μειονεξίας των Ευρωπαίων έναντι των Ελλήνων, της τεράστιας, λαμπρής ιστορικής και πολιτισμικής τους κληρονομιάς, γινόταν ολοένα και μεγαλύτερο εμπόδιο στην αποδοχή της συμβολής του Βυζαντίου στο πολιτικό και πολιτιστικό γίγνεσθαι για μια περίπου χιλιετία.
Οι Δυτικοί οικειοποιούνται τρόπον τινά το αρχαίο κλασικό, ένδοξο παρελθόν των Ελλήνων, συνεπικουρούμενοι μάλιστα από Έλληνες διανοούμενους όπως ο Αδαμάντιος Κοραής, απορρίπτοντας μετά βδελυγμίας τη Βυζαντινή ιδεολογία και κοσμοθεωρία η οποία βρισκόταν σε πλήρη αντίθεση με τα πιστεύω του Διαφωτισμού.
Σήμερα, η διάρκειας δέκα αιώνων ιστορία του Βυζαντίου, παρ’ όλα τα σκοτεινά της σημεία, δεν έχει ανάγκη υπερασπιστών, καθώς έχει μελετηθεί αρκετά και έχει δώσει πολλαπλά στοιχεία για το βάθος και την αξία της.


Βιβλιογραφία
  • Άνγκολντ Μάικλ, «Το Βυζάντιο τις παραμονές της Άλωσης», στο «Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς», Τομές και συνέχεια, μετάφραση: Ανδρέας Παππάς, εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2013.
  • Βακαλόπουλος Απόστολος Ε., Ο χαρακτήρας των Ελλήνων: Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα: Έρευνα, πορίσματα, διδάγματα, Τυπ. Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη 1983.
  • Γιανναράς Χρήστος, Έξι φιλοσοφικές ζωγραφιές, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, Α' Έκδοση: 2011.
  • Γιαννόπουλος Ιω., Κατσιαμπούρα Γ., Κουκουζέλη Α., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, ΕΑΠ, Πάτρα, 2000.
  • Γλυκατζή–Αρβελέρ Ελένη, Η πολιτική ιδεολογία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, μτφρ. Τούλας Δρακοπούλου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2003.
  • Γουναρίδης Πάρις, «Η εικόνα των Λατίνων την εποχή των Κομνηνών», Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Σύμμεικτα 9, Αθήνα, 1994.
  • Δημητρακόπουλος Φώτης, Βυζάντιο και Νεοελληνική Διανόηση στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνος, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1996.
  • Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη του Νικηφόρου Φωκά, μετάφραση: Δημήτρης Δεληολάνης, Στοχαστής, 1997.
  • Roth Karl, Ιστορία του Βυζαντινού Πολιτισμού, μεταφρ. Ν. Σβορώνος, Εκδ.Οίκος: Αετός, Αθήνα 1949.
  • Hinterberger M., Από το ορθόδοξο Βυζάντιο στην καθολική Δύση. Τέσσερις διαφορετικοί δρόμοι, στο: Ε. Γραμματικοπούλου (επιμ.), στο «Το Βυζάντιο και οι απαρχές της Ευρώπης». Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα, 2004. 
  • Cyril Mango (επιμ), Ιστορία του Βυζαντίου, μτφρ. Όλγα Καραγιώργου, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2006


[1] Roth Karl, Ιστορία του Βυζαντινού Πολιτισμού, μεταφρ. Ν. Σβορώνος, Εκδ.Οίκος: Αετός, Αθήνα 1949, σελ. 69

[2] Γιαννόπουλος Ιω., Κατσιαμπούρα Γ., Κουκουζέλη Α., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, τόμος Β΄: Σημαντικοί Σταθμοί του Ελληνικού Πολιτισμού, ΕΑΠ, Πάτρα, 2000, σ. 291.

[3] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 291-292.

[4] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 292.

[5] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 292.

[6] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 292.

[7] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 292-293.

[8] Γουναρίδης Πάρις, «Η εικόνα των Λατίνων την εποχή των Κομνηνών», Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Σύμμεικτα 9, Αθήνα, 1994, σελ. 160.

[9] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 258.

[10] Hinterberger M., Από το ορθόδοξο Βυζάντιο στην καθολική Δύση. Τέσσερις διαφορετικοί δρόμοι, στο: Ε. Γραμματικοπούλου (επιμ.), στο «Το Βυζάντιο και οι απαρχές της Ευρώπης». Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, Αθήνα, 2004, σελ. 74.

[11] Γουναρίδης Πάρις, ό.π., σελ. 171.

[12] Γουναρίδης Πάρις, ό.π., σελ. 166.

[13] Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, Πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη του Νικηφόρου Φωκά, μετάφραση: Δημήτρης Δεληολάνης, Στοχαστής, 1997, σελ. 26.

[14] Λιουτπράνδος της Κρεμώνας, ό.π., σελ. 26.

[15] Βακαλόπουλος Απόστολος Ε., Ο χαρακτήρας των Ελλήνων: Ανιχνεύοντας την εθνική μας ταυτότητα: Έρευνα, πορίσματα, διδάγματα, Τυπ. Αλτιντζή, Θεσσαλονίκη 1983, σελ. 74.

[16] Άνγκολντ Μάικλ, «Το Βυζάντιο τις παραμονές της Άλωσης», στο «Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Οθωμανούς», Τομές και συνέχεια, μετάφραση: Ανδρέας Παππάς, εκδ. Κριτική, Αθήνα, 2013.

[17] Δημητρακόπουλος Φώτης, Βυζάντιο και Νεοελληνική Διανόηση στα μέσα του δεκάτου ενάτου αιώνος, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα 1996, σελ.29-30.

[18] Cyril Mango (επιμ), Ιστορία του Βυζαντίου, μτφρ. Όλγα Καραγιώργου, εκδ. Νεφέλη, Αθήνα 2006, σελ.38.

[19] Γλυκατζή–Αρβελέρ Ελένη, Η πολιτική ιδεολογία της βυζαντινής αυτοκρατορίας, μτφρ. Τούλας Δρακοπούλου, εκδ. Ψυχογιός, Αθήνα 2003, σελ.53-54.

[20] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 421.

[21] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 421.

[22] Γιανναράς Χρήστος, Έξι φιλοσοφικές ζωγραφιές, εκδ. Ίκαρος, Αθήνα, Α' Έκδοση: 2011, σελ.

[23] Δημητρακόπουλος Φώτης, ό.π., σελ.37.

[24] Γιαννόπουλος Ιω., ό.π., σελ. 252.

Δημήτρης Β. Καρέλης




Συγγραφέας – Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος, 
Πτυχιούχος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 
karelisdimitris@gmail.com

(ΕΛΠ10-3)

Ο λαγός με τη… γραβάτα!!!


Ο λαγός με τη… γραβάτα!!!

Ιχνηλατεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Είναι γνωστό πως οι κυνηγοί είναι τουλάχιστον… παρεξηγημένοι, όσον αφορά τις διάφορες ιστορίες που διηγούνται στις παρέες τους και το κατά πόσον αυτές είναι κοντά στην αλήθεια ή όχι …
Όμως, θα τολμήσω να το πω, μερικές φορές αυτά που βλέπουμε εμείς οι κυνηγοί στο βουνό και στα κυνηγοτόπια είναι, πέραν πάσης αμφιβολίας, από περίεργα μέχρι απίστευτα.
Θυμήθηκα πρόσφατα μια ιστορία που διάβασα κάποτε σ’ ένα κυνηγετικό περιοδικό και θα σας τη διηγηθώ όπως τη θυμάμαι πολλά – πολλά χρόνια μετά.
Μια ιστορία για το πάθημα ενός συναδέλφου κυνηγού που σίγουρα σήμερα δεν θα θέλει να θυμάται.
Ήταν λοιπόν σε ένα γάμο μια παρέα λαγοκυνηγών που, όπως όλοι ξέρουμε, δεν σταματούσε να καυχιέται για τις επιδόσεις της. Όλοι είχαν να πουν και μια περιπέτεια από τα… ηράκλεια κατορθώματά τους!!!
Ξεκίνησαν λοιπόν ο καθένας να λέει την ιστορία του, πως ο Γκέκας έπιασε το λαγό στο γιατάκι του, πως ο άλλος μια μέρα πήρε τέσσερις λαγούς με… τρία φυσίγγια, πως ο τρίτος (και μη το γελάτε είναι αλήθεια!!!) έριξε με μονόκαννο… έντεκα τουφεκιές σ’ ένα λαγό κι άλλα τέτοια…
Τελευταίος λοιπόν έμεινε ο Μπάμπης που αμίλητος άκουγε τις απίστευτες ιστορίες των συναδέλφων του κυνηγών αλλά δεν τολμούσε να πει τη δικιά του. Πέσανε λοιπόν όλοι πάνω του, καθώς δεν φημιζόταν και για τις επιδώσεις του, να τους πει κι αυτός κάποιο από τα ανδραγαθήματά του!!!
Ο ίδιος βρέθηκε σε δύσκολη θέση καθώς οι άλλοι τον δούλευαν ως συνήθως και τότε του ήρθε η φαεινή ιδέα!!!
-Ρε σεις, θέλετε να πάω τώρα αμέσως με το κουστούμι να σας φέρω ένα λαγό; Τους λέει, σίγουρος πως αυτό που τους είπε θα το κάνει, αφού για καλή του τύχη στο σπίτι είχε ένα λαγό στο κλουβί!!!
Με μια φωνή όλοι συμφώνησαν καθώς ήταν σίγουροι πως η καζούρα θα συνεχιστεί και ο δικός σου, μια και δυο, φεύγει για το σπίτι να πάρει τα φυσεκλίκια του και να τους φέρει το πολυπόθητο θήραμα.
Όταν έφτασε στο σπίτι του σκέφθηκε πως θα ήταν χειρότερα αν απλώς τους πήγαινε  ένα λαγό ζωντανό και δεν χάνει καιρό, βάζει το λαγό, με κόπο είναι η αλήθεια, σ’ ένα ταγάρι και φεύγει για το διπλανό λόφο όπου θα… εκτελούσε το θήραμά του!
Φθάνοντας σε λίγα λεπτά διαπιστώνει πως δεν έχει με τι να δέσει το ζωντανό και χωρίς να χάσει καιρό βγάζει την εμπριμέ χαρακτηριστική γραβάτα του και προσπαθεί να τον δέσει σ’ ένα πουρνάρι.
Ο λαγός αντιστέκεται σθεναρά και όταν αυτός καταφέρνει να τον δέσει, μέχρι να πάρει το όπλο του ο λαγός λύνεται και με τη γραβάτα στο λαιμό φεύγει σφαίρα προς την κοντινότερη πουρναριά!!!
Μάταια ο Μπάμπης, πιωμένος καθώς ήταν, του αδειάζει το δίκαννο χωρίς να το πετύχει ούτε σκάγι!!!
Πικραμένος,  απογοητευμένος και μαραμένος γυρνά στο σπίτι του και ούτε λόγος να ξαναγυρίσει στο γλέντι….
Όμως  η ατυχία του δεν σταμάτησε εδώ. Λίγες μέρες μετά το γάμο,  την επόμενη Τετάρτη που είχε και πάλι λαγοκυνήγι, κάποιος από την παρέα περνώντας από το λοφάκι σήκωσε ένα λαγό. Περιμένοντας στο καρτέρι με τα σκυλιά να κλαφουνίζουν, βλέπει με τεράστια έκπληξη ένα λαγό με… γραβάτα να έρχεται κατά πάνω του!!!
Του ρίχνει λοιπόν και το θήραμα πέφτει αμέσως μπροστά του. Μια δεύτερη έκπληξη όμως τον περιμένει καθώς περιεργάζεται τον… γραβατωμένο λαγό!!!
Η γνωστή σ’ όλους στο χωριό, εμπριμέ γραβάτα του φίλου του Μπάμπη!!!
Όπως καταλαβαίνετε όλοι γελούν ακόμα στο χωριό αυτό κι ο Μπάμπης, φευγάτος πια, πιθανότατα απαρνήθηκε μια για πάντα το αγαπημένο του άθλημα…

Δημήτρης Β. Καρέλης

Ο «βασιλιάς» ΡΕΞ: Το αγαπημένο μου πόιντερ…

Ο «βασιλιάς» REX: Το αγαπημένο μου πόιντερ…

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Είναι γνωστό πως ο σκύλος είναι ο καλύτερος φίλος του ανθρώπου, όμως το δέσιμο του κυνηγού με το σκύλο του είναι κάτι ιδιαίτερο και εξαιρετικό.
Ήταν μια δύσκολη κυνηγετική περίοδος για μένα, καθώς μου είχαν κλέψει από το σπίτι και το βουνό τα αγαπημένα μου λαγόσκυλα και  βρισκόμουν ένα βήμα πριν την εγκατάλειψη του αγαπημένου μου σπορ.
Τα σκυλιά που ο ίδιος μεγάλωσα, εκπαίδευσα στους κυνηγότοπους και τελικά έφτασαν  σε ένα επίπεδο που δεν με απογοήτευαν ποτέ, έπεσαν θύματα κλοπής από ασυνείδητους.
Όμως μετά από ένα μεγάλο διάστημα κυνηγετικής απραξίας, έπεσε στα χέρια μου, με περίεργο τρόπο είναι η αλήθεια,  ένας από τους καλύτερους συντρόφους μου στο κυνήγι και μάλιστα μια ράτσα που ως τότε δεν είχα ποτέ συμπαθήσει, ένα πόιντερ, ο Ρεξ.
Ο πατέρας μου ο κυρ-Βασίλης ανακάλυψε στα τσαντίρια των τσιγγάνων που ερχόντουσαν στο χωριό για να δουλέψουν σε καλοκαιρινές εργασίες, ένα εξαιρετικά όμορφο σκύλο, εμφανώς καθαρόαιμο, με όλα τα γνήσια χαρακτηριστικά του πόιντερ!
Ξέροντας την αγάπη μου για τα καθαρόαιμα σκυλιά, ζήτησε από τον «ιδιοκτήτη» του σκύλου να τον ανταλλάξουμε με ένα ημίαιμο, αμφιβόλου ποιότητας σκύλο που είχαμε  και που συν τοις άλλοις, έπασχε από κροτοφοβία!
Ο ιδιοκτήτης πείσθηκε για την ανταλλαγή όταν τον διαβεβαιώσαμε πως το σκυλί που θα έπαιρνε ήταν άριστο στο κυνήγι του… σκαντζόχοιρου, αλλά σε μας ήταν άχρηστο εφόσον δεν είχαμε επιδοθεί ακόμη στο… ευγενές αυτό σπορ!!!
Έφυγε μάλιστα άρον-άρον από τον καταυλισμό μην το… μετανιώσουμε και του ζητήσουμε πίσω το… τεφαρίκι!!!
Όμως τελικά τεφαρίκι αποδείχθηκε το νέο μου απόκτημα ο Ρεξ!!! Από τις πρώτες εξόδους κι εφόσον είχαμε γνωριστεί καλά, έδειξε τα προσόντα του, καθώς ήταν μέσα του Οκτώβρη και οι πρώτες μακρυμύτες «βασίλισσες» του βουνού είχαν ήδη καταφθάσει.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη του επαφή με τη δυνατή μυρωδιά της μπεκάτσας που τελικά φέρμαρε σ’ ένα ρεματάκι στο Καλαμάκι Λαμίας. Κοκαλωμένος και με σταθερότατη φόρμα ο Ρεξ με περίμενε να πλησιάσω ώστε να έχω καλό οπτικό πεδίο και τελικά έφερε στο σακίδιο το πρώτο του θήραμα!
Από τότε έτρεμε ολόκληρος κάθε φορά που οσμιζόταν το πολυπόθητο φτερωτό θήραμα, είτε ήταν ορτύκι, μπεκάτσα ή πέρδικα.
Περάσαμε από τότε μαζί πέντε εξαιρετικά κυνηγετικά χρόνια, με φέρμες, απόρτ, κι ασύλληπτους αριθμούς σε φτερωτά θηράματα, ιδίως στις μπεκάτσες όπου ο «Βασιλιάς» (REX), είχε αποκτήσει τον τίτλο του διδάκτορα!
Γυρίσαμε μαζί ολόκληρη τη Στερεά και όχι μόνο, γευτήκαμε  κυνήγια και θηράματα που δύσκολα κάποιοι κυνηγοί έχουν την ευτυχία να χαρούν και μ’ έκανε ν’ αγαπήσω το κυνήγι των φτερωτών, αλλά και ν’ αποκτήσω ιδιαίτερη αδυναμία στα πόιντερ!
Δυστυχώς όμως τα καλά δεν κρατούν αιώνια κι ο αγαπημένος μου φίλος και πιστός σύντροφος χάθηκε από μια σπάνια αρρώστια των νεφρών, κάτι που όπως είπε ο κτηνίατρος, επιδεινώθηκε από το ακούραστο και ασταμάτητο πάθος του για το φτερωτό θήραμα και το κυνήγι…
Όμως ποτέ δεν ξέχασα, ακόμη κι όταν αργότερα ξαναγύρισα στο αγαπημένο μου λαγοκυνήγι, ποτέ δεν έπαψα να πηγαίνω στα ρέματα και στα πυκνά, για ν’ ακούσω το «γλυκό» φτερούγισμα της «βελουδομάτας» και να θυμηθώ τις φέρμες και τα απόρτ του αγαπημένου μου φίλου, του «Βασιλιά» Ρεξ!

Δημήτρης Β. Καρέλης
dk@lamiatimes.gr



Τριαντάφυλλα: Τα τελευταία άνθη του φθινοπώρου

Τριαντάφυλλα: Τα τελευταία άνθη του φθινοπώρου
Οι τριανταφυλλιές του κήπου μας στον Αη-Γιώργη, παρότι «ἔπομβρον μετόπωρον», δεν θέλουν να δεχθούν πως έρχεται ο χειμερινός τους λήθαργος, σα να απωθούν τη σκέψη του παγερού χιονιά, κι ανθίζουν λες και βρίσκονται στην πρώτη εαρινή τους νιότη…
Σάμπως όμως κι εμείς δεν κάνουμε το ίδιο, όταν τα μαγιάπριλα της ζωής δίνουν σκυτάλη στα χινοπωριάτικα γαϊδουροκαλόκαιρα;

Δημήτρης Β. Καρέλης
28/9/2016 






«Η ηλεκτροδότηση της περιοχής του Δομοκού», του Δημήτρη Β. Καρέλη

Η ηλεκτροδότηση της περιοχής του Δομοκού
 
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης*

Το «ηλεκτρικό» έφτασε στην Ελλάδα το 1889, όταν η Γενική Εταιρεία Εργοληψιών, κατασκευάζει στην Αθήνα, στην οδό Αριστείδου, την πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος. Το πρώτο κτίριο που φωτίζεται στην Αθήνα είναι τα Ανάκτορα και πολύ σύντομα ο ηλεκτροφωτισμός επεκτείνεται στο ιστορικό κέντρο της Πρωτεύουσας. Η τουρκοκρατούμενη τότε Θεσσαλονίκη βλέπει κι εκείνη το ηλεκτρικό φως τον ίδιο χρόνο, καθώς μια Βελγική Εταιρία αναλαμβάνει απ' τις Τουρκικές αρχές την ηλεκτροδότηση και το φωτισμό της Πόλης, με την κατασκευή εργοστασίου παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας.
Πέρασαν δέκα χρόνια μέχρις ότου οι πολυεθνικές εταιρίες ηλεκτρισμού κάνουν την εμφάνισή τους στην Ελλάδα. Η αμερικανική εταιρία Thomson-Houston με τη συμμετοχή της Εθνικής Τράπεζας θα ιδρύσει την Ελληνική Ηλεκτρική Εταιρία που θα αναλάβει την ηλεκτροδότηση κι άλλων μεγάλων Ελληνικών πόλεων. Μέχρι το 1929 θα ηλεκτροδοτηθούν 250 πόλεις με πληθυσμό πάνω από 5.000 κατοίκους.
Στις απόμακρες περιοχές, που ήταν ασύμφορο για τις μεγάλες εταιρίες να κατασκευάσουν μονάδες παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, την ηλεκτροδότηση αναλαμβάνουν ιδιώτες ή δημοτικές και κοινοτικές αρχές κατασκευάζοντας μικρά εργοστάσια.
Ο ηλεκτροφωτισμός του Δομοκού πέρασε από διάφορες φάσεις και στάδια πριν αναλάβει η ΔΕΗ την πλήρη ηλεκτροδότηση της περιοχής.
Να πάρουμε όμως τα πράγματα με τη σειρά.
Αρχικά και προ του έτους 1934, ανέλαβε το έργο του ηλεκτροφωτισμού του Δομοκού ο εργολάβος Μπακαλούδης, ο οποίος, «μη δυνάμενος να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις του», κηρύχθηκε έκπτωτος. Φυσικά ούτε λόγος την εποχή εκείνη για τις άλλες κοινότητες της επαρχίας.
Ακολούθως το έτος 1936 ανέλαβε την ηλεκτροδότηση του Δομοκού ο Γ. Γουλής, ο οποίος πράγματι χορήγησε για πρώτη φορά συνεχές ηλεκτρικό ρεύμα, μέχρι την Γερμανοϊταλική κατοχή, οπότε και διακόπηκε η παροχή ρεύματος, μαζεύτηκε το ηλεκτρικό δίκτυο και ο Δομοκός παρέμεινε στο σκοτάδι καθ’ όλη τη διάρκεια της κατοχής, του εμφυλίου, αλλά και μετέπειτα, ως το 1950 περίπου.
 Ήταν τότε που ο βουλευτής Δομοκού Ευστάθιος Μαλαμίδας μερίμνησε για την προμήθεια από την πολιτεία μιας πετρελαιομηχανής, με τη σχετική γεννήτρια, η οποία χορηγήθηκε στο Δήμαρχο Δομοκού Γεώργιο Καψιμάνη, μαζί με ποσότητα χάλκινου αγωγού για την κατασκευή του δικτύου.
Με τα λίγα αυτά εφόδια άρχισε η προσπάθεια και ο τιτάνιος αγώνας, από τον μετέπειτα Δήμαρχο Δομοκού Ευθύμιο Πάνου, για τη δημιουργία του ηλεκτρικού δικτύου της κωμόπολης, με δαπάνες του Δήμου αλλά και από άλλες κρατικές πηγές χρηματοδότησης του έργου.
Αξίζει να σημειώσουμε πως η βοήθεια της πολιτείας όχι μόνο δεν είχε συνέχεια, τουναντίον υπήρξε έντονη αντιπαράθεση και λυσσαλέα επίθεση στο Δήμο Δομοκού.
Η Δημοτική Αρχή αντιμετώπισε σ’ όλο της το μεγαλείο την γραφειοκρατική αντίληψη του Ελληνικού κράτους, το οποίο θεώρησε πως το έργο της ηλεκτροδότησης του Δομοκού ήταν μια ιδιωτική επιχείρηση, με όλες τις φορολογικές και άλλες συνέπειες.
Στέρησε λοιπόν το δικαίωμα επιβολής ανταποδοτικού τέλους προς τους δημότες, για την κάλυψη των υποχρεώσεων της λειτουργίας του μικρού ηλεκτροπαραγωγικού σταθμού, με αποτέλεσμα την μεγάλη οικονομική ζημιά του Δήμου Δομοκού. Έφτασαν δε στο σημείο οι ιθύνοντες της Οικονομικής Εφορίας Δομοκού να χαρακτηρίσουν το Δήμαρχο Ευθύμιο Πάνου, ως ιδιώτη επιχειρηματία με προσωπικές ευθύνες!
Ο ίδιος δικαιώθηκε αργότερα, όμως η ζημία του δήμου ήταν πρόδηλη και ο χαμένος χρόνος για την επέκταση του εγχειρήματος, πολύς και δυσαναπλήρωτος.
Την ηλεκτροδότηση του Δομοκού ανέλαβε τελικά το 1960, η Δημόσια Επιχείρηση Ηλεκτρισμού (ΔΕΗ), η οποία εν τω μεταξύ, από τον Αύγουστο του 1950 ιδρύεται, για να λειτουργήσει «χάριν του δημοσίου συμφέροντος» με σκοπό τη χάραξη και εφαρμογή μιας εθνικής ενεργειακής πολιτικής.
Μέσα από την εντατική εκμετάλλευση των εγχώριων πόρων, η ΔΕΗ κάνει το ηλεκτρικό ρεύμα κτήμα και δικαίωμα του κάθε Έλληνα πολίτη, στη φθηνότερη δυνατή τιμή. Ο Δήμος Δομοκού έλαβε για την παραχώρηση, τη σχετική αποζημίωση από τη ΔΕΗ, κατά τις διατάξεις του νόμου.
Η ΔΕΗ στεγάστηκε την εποχή εκείνη εκεί όπου βρισκόταν η Ηλεκτρική Εταιρία του Δομοκού, σε κτίριο που βρίσκεται ακόμη και σήμερα δίπλα στον Παιδικό Σταθμό Δομοκού, κοντά στη σημερινή λαϊκή αγορά, πίσω από το παλιό πέτρινο κτίριο όπου στεγαζόταν το «Θεραπευτήριο χρόνιων παθήσεων» και ως το 1995, οπότε και μεταφέρθηκε εκτός κέντρου, στην παλαιά εθνική οδό Λαμίας-Καρδίτσας.
Τα χωριά του Δομοκού ηλεκτροδοτούνται στη συνέχεια εντατικά, κυρίως κατά τα έτη 1967-68, εφόσον έχει τελειώσει το μεγαλύτερο μέρος ηλεκτροδότησης τη πόλης του Δομοκού και των μεγαλύτερων χωριών όπως η Ομβριακή.
Οι ηλεκτρολογικές εγκαταστάσεις αρχικά είναι πρωτόγονες, με ένα απλό λαμπτήρα φωτισμού και λιγοστές πρίζες, όμως ασύγκριτα μπροστά από τις απαρχαιωμένες συνθήκες με τα λυχνάρια, τις λάμπες του πετρελαίου και της ασετιλίνης.
Οι συνθήκες ζωής βελτιώθηκαν κατά πολύ στη συνέχεια, με την έλευση του αγαθού της ηλεκτρικής ενέργειας και τον αγροτικό εξηλεκτρισμό.
Η ΔΕΗ έκανε ένα πραγματικό τεχνολογικό «θαύμα» στην Ελληνική ύπαιθρο, ηλεκτροδοτώντας ακόμη και το μικρότερο και πιο απομακρυσμένο οικισμό, σπίτι, επιχείρηση, γεώτρηση, πηγάδι ή ποιμνιοστάσιο, χωρίς ή με ελάχιστη τότε συμμετοχή των Ελλήνων πολιτών.
Σήμερα η βόρεια Φθιώτιδα είναι μια από τις περιοχές που παράγεται ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές, καθώς έχουν κατασκευαστεί ήδη δεκάδες συστήματα, σε φωτοβολταϊκά πάρκα ισχύος 100 kWp, άλλα και μικρότερα επί βιομηχανικής και οικιακής στέγης.

Δημήτρης Β. Καρέλης

Πρόεδρος Δ.Σ. του Πανελλαδικού Συλλόγου Καταμετρητών – Εισπρακτόρων Ομίλου Δ.Ε.Η.
 
Απόσπασμα από το βιβλίο του: «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»

 *Ο Δημήτρης Β. Καρέλης είναι αριστούχος φοιτητής, στο τμήμα Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών (Σ.Α.Σ.) του ΕΑΠ, (υπότροφος αριστείας 2015-16).

«Οι Παπικές Επισκοπές στην περιοχή Δομοκού κατά τη Λατινοκρατία (1204)», του Δημήτρη Β. Καρέλη


Οι Επισκοπές της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας στην περιοχή Δομοκού την εποχή της Λατινοκρατίας
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης*
Κατά τη εποχή της Λατινοκρατίας στην περιοχή της Θεσσαλίας, μετά το 1204, επεβλήθη και η εκκλησιαστική κυριαρχία της Ρώμης, η οποία κράτησε περίπου μια δεκαετία. Τα κυριότερα εκκλησιαστικά κέντρα ήταν η Λάρισα και οι Νέες Πάτρες (Υπάτη).
Ο Λατίνος αρχιεπίσκοπος της Λάρισας είχε υπό την επίβλεψή του τους επισκόπους της Δημητριάδας, του Αλμυρού, του Γαρδικίου, του Ζητουνίου (όπως ήταν η μεσαιωνική ονομασία της Λαμίας), του Εζερού και του Δομοκού. Στην περιοχή του Δομοκού υπήρχαν οι Λατινικές Επισκοπές του Δομοκού, του Εζερού (με έδρα πιθανότατα το Νησί της λίμνης Ξυνιάδας) και η Επισκοπή Καλλινδού, η θέση της οποίας προσδιορίζεται πιθανότατα κοντά στη σημερινή Μελιταία ή τη Φιλιαδώνα.
Ιστορική πηγή για την εποχή αποτελούν οι επιστολές του πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ στο Λατίνο αρχιεπίσκοπο της Λάρισας αλλά και προς τους επισκόπους (σουφραγκάνους) της περιοχής. Παρότι η Λατινική Εκκλησία στη Θεσσαλία ιδρύθηκε πάνω σε στέρεες οργανωτικές βάσεις, οι πρελάτοι (Αρχιερείς) της αντιμετώπιζαν ορμαθό προβλημάτων, στους κόλπους της ίδιας της Εκκλησίας αλλά και έναντι των Λατίνων βαρόνων του φεουδαλικού συστήματος, το οποίο εφαρμοζόταν στις καταληφθείσες βυζαντινές επαρχίες.
Εκτός των ενδογενών προβλημάτων οι πρελάτοι της Ρώμης αντιμετώπιζαν και ορισμένα άλλα, ιδιάζοντα προβλήματα της νέας Λατινικής Εκκλησίας, η οποία βρέθηκε σε μία εχθρική και αφανισμένη χώρα.
Φτάνοντας στη Θεσσαλία, για να παραλάβουν τις επαρχίες που τους εμπιστεύθηκαν, οι νέοι αρχιερείς της ρωμαιοκαθολικής κουρίας συναντούσαν, στα πρώτα κιόλας βήματα της καριέρας τους, σοβαρές δυσχέρειες. Χαρακτηριστική είναι η πληροφορία από το γράμμα της 6ης Φεβρουαρίου του 1209 του Ιννοκεντίου Γ΄, όπου ο επίσκοπος των Θερμοπυλών του γνωστοποιούσε ότι η πόλη του ερημώθηκε από επιδρομή άτακτων, για αυτό και έλαβε την άδεια να παραμείνει προσωρινώς «εν μονή ήτις Κοινόβιον κοινώς προσαγορεύεται».
Οπωσδήποτε, για παρόμοιους λόγους εγκατέλειψε την επαρχία του και ο επίσκοπος του Δομοκού, τρεις ημέρες μετά την χειροτονία του, έτσι που ο Ιννοκέντιος να παρέμβει προς τους επισκόπους Γαρδικίου και Λαμίας, προκειμένου αυτοί να τον πείσουν να επιστρέψει.
Στα σύγχρονα έγγραφα περιέχεται πλήθος πληροφοριών, οι οποίες δείχνουν ότι οι λατινικές εκκλησιαστικές επαρχίες στη Θεσσαλίας βρέθηκαν σε δεινή οικονομική θέση. Με πράξη του, την 5η Ιουλίου του 1210, ο Ιννοκέντιος Γ΄ προστάζει τον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας να βοηθήσει τον πτωχεύσαντα επίσκοπο του Γαρδικίου. Για να διορθώσει, έστω, την δυσχερή αυτή οικονομική κατάσταση, ο Ιννοκέντιος Γ΄ συμβουλεύει τον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας να εμπιστευθεί την Εκκλησία της Δημητριάδας στον επίσκοπο του Γαρδικίου.
Φαίνεται ότι σε παρόμοια εξαθλίωση κατάντησε και ο επίσκοπος του Δομοκού, που παραπονείται πως δεν μπορεί να ζήσει από τις εκκλησιαστικές προσόδους, γι’ αυτό ο βαρώνος  Αμμαδαίος Μπούφα (Buffa) του έδωσε ως επαρχία και το «episcopatum Calidoniensem» την Επισκοπή Καλλινδού (κοντά στη Μελιταία Δομοκού, Κοder-Hild, Tabula Imperii Byzantini). Την απόφαση αυτή επικύρωσε ο Ιννοκέντιος Γ΄, στις 14 Ιουλίου 1208, ως ότου η κουρία ή ο λεγάτος (απεσταλμένος) της δεν προσκομίσουν κάποια άλλη άποψη επί της γνωματεύσεως αυτής.
Ο αρχιεπίσκοπος της Λάρισας γράφει ότι ο Λατίνος επίσκοπος του Δομοκού, σε τέτοια πενία κατάντησε την εκκλησία του, που μετά βίας θα μπορούσαν να συντηρηθούν σε αυτή τρεις κληρικοί!
Παρόμοια παραδείγματα εμφανίζονται και στις γειτονικές με την Θεσσαλία επαρχίες. Την άνοιξη του ίδιου χρόνου (21 Μαΐου), ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει επίσης προς τον κλήρο και τον λαό της Επισκοπής του Εζερού, γνωστοποιώντας τους ότι επικεφαλής της Εκκλησίας τους στο μέλλον θα είναι ο επίσκοπος της Λαμίας, αφού έπαυσε να υφίσταται επισκοπή στον Εζερό. Φαίνεται πως η κατάργηση της Επισκοπής του Εζερού προκάλεσε σαφείς επιπλοκές, καθώς θα έπρεπε να περιέλθει υπό την εξουσία της Αρχιεπισκοπής των Νέων Πατρών (Υπάτης), χάριν επιδαψιλεύσεως (πλουσιοπάροχη, με αφθονία παροχή) του επισκόπου της Λαμίας.
Γι’ αυτό ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει, στις 21 Μαΐου του 1212, στον αρχιεπίσκοπο της Λάρισας και τον παρακινεί να μην δημιουργεί προσκόμματα στον επίσκοπο της Λαμίας περί της αναδοχής της Επισκοπής του Εζερού. Με μια πράξη, της 24ης Αυγούστου 1213, ο Ιννοκέντιος Γ΄ παραγγέλνει στον αρχιεπίσκοπο και στον κάντορα (μελωδό) της Επισκοπής Δαμαλά (;) να πιέσουν τον επίσκοπο της Λαμίας, στον οποίον εμπιστεύθηκε τη μέριμνα της Επισκοπής του Εζερού, να επιστρέψει τις τροφές και τα ζώα, τα κατασχεθέντα από την Εκκλησία αυτή.
Επίσης, σε μία παπική πράξη της 9ης Δεκεμβρίου του 1208 μνημονεύεται ο επίσκοπος του Εζερού, τον οποίο ο Ιννοκέντιος Γ΄ λαμβάνει υπό την προστασία του και μαζί με αυτόν και τις κτήσεις του.
Στις αρχές κιόλας Ιανουαρίου του 1209, ο πάπας γράφει ξανά στον επίσκοπο του Εζερού και τον προστάζει να εκβιάσει στα καθήκοντά τους όλους τους κληρικούς (canonicos) της Εκκλησίας του.
Τον Μάιο του 1212 ο Ιννοκέντιος Γ΄ απευθύνεται «clero et populo Nazarocensi» (κλήρο και λαό του Εζερού) και τους παρουσιάζει τις δυσκολίες στις οποίες ευρίσκεται ο επικεφαλής της Εκκλησίας τους.
Εκτός του επικεφαλής της Εκκλησίας του Εζερού, γνωστός είναι ο επίσκοπος του Δομοκού Βαλόν ντε Νταμπιέρ, που μνημονεύεται σε ένα λατινικό αγιολογικό κείμενο των αρχών του 13ου αιώνα. Το ίδιο πρόσωπο αναφέρεται ως επίσκοπος του Δομοκού και σε έναν λειτουργικό κώδικα του 14ου αιώνα.
Νέος επίσκοπος της λατινοκρατούμενης Εκκλησίας του Δομοκού θα τοποθετήθηκε, οπωσδήποτε, στις αρχές του 1210, αφού ο Ιννοκέντιος Γ΄ γράφει στις 5 Ιουλίου στους επισκόπους της Λαμίας,  δηλαδή στον Ζητουνίου (Sidoniensis) και Γαρδικίου και τους καλεί να πείσουν τον επίσκοπο του Δομοκού να επιστρέψει στην επαρχία του, την οποία εγκατέλειψε τρεις μέρες μόλις μετά την χειροτονία του.
Ορθόδοξοι επίσκοποι την ίδια εποχή ήταν στη μεν Λάρισα ο Καλοσπίτης (1212) στις δε Νέες Πάτρες, μετά την απελευθέρωσή της από το Θεόδωρο Α΄ της Ηπείρου, ο Κοστομύρης, στη Δημητριάδα ο Αρσένιος και στο Δομοκό ο Συμεών.
Δημήτρης Β. Καρέλης
Απόσπασμα από το βιβλίο του: «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού»

 *Ο Δημήτρης Β. Καρέλης είναι αριστούχος φοιτητής, στο τμήμα Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών (Σ.Α.Σ.) του ΕΑΠ, (υπότροφος αριστείας 2015-16).
Πηγές:
·        Δημήτρης Β. Καρέλης, «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», Δομοκός 2013.
·        Κώστας Σπανός, Θεσσαλικό Ημερολόγιο- Περιοδική έκδοση για την ιστορία της Θεσσαλίας, έτος ίδρυσης 1980, Λάρισα 2008.
·        Κωνσταντίνου Αθανασίου Οικονόμου, Η Λάρισα και η θεσσαλική Ιστορία Τόμος Γ΄.

«Γιώργος Σούλιος: Το Σεργιάνι μου στη ζωή», ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

«Γιώργος Σούλιος: Το Σεργιάνι μου στη ζωή», ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης.

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Ο Γιώργος Σούλιος, γεννήθηκε το 1943, στο Σαρακατσάνικο κονάκι του πατέρα του στην Καρυά Ολύμπου, μεγάλωσε στην Ομβριακή Δομοκού, τελείωσε το Γυμνάσιο Δομοκού και σήμερα είναι Ομότιμος Καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Ο Γιώργος Σούλιος όμως «χρείαν ημών ουκ έχει» προς επίρρωσιν της επιστημονικής, επαγγελματικής, πνευματικής και κοινωνικής του θέσης και σπουδαιότητας, καθώς τούτη την κέρδισε με κόπο, μόχθο κι αξία πραγματική.
Αφορμή για τούτες τις αράδες στάθηκε η μέγιστη για μένα τιμή να μου αποστείλει και να μου αφιερώσει το αυτογραφικό του πόνημα με τίτλο «Το Σεργιάνι μου στη ζωή» που συνέγραψε πρόσφατα, το οποίο συνελόντι ειπείν, μελέτησα με τη δέουσα προσοχή και τολμώ να πω ότι ενθουσιάστηκα.
Από τα προλεγόμενά του ακόμη σε προδιαθέτει θετικά και σου κινεί το ενδιαφέρον να το διαβάσεις μονορούφι, πράγμα εξαιρετικά σπάνιο για μια αυτοβιογραφία.
Όμως τούτο εδώ το μικροδιάστατο πόνημα των 123 σελίδων, δεν είναι μια απλή αναφορά στην ζωή ενός άξιου και ικανού ανθρώπου, όπως είναι ο Γιώργος Σούλιος, αλλά μια ηθογραφία, η καταγραφή μιας ζωής που πέρασε δια πυρός και σιδήρου από την απόλυτη σκληρότητα και  τις δυσκολίες μιας αλλοτινής εποχής, στην επαγγελματική επιτυχία και την οικογενειακή ευτυχία.
Ο Γιώργος Σούλιος κατάφερε να περισυλλέξει τα διάσπαρτα μνημονικά του ίχνη και ν’ αποτυπώσει εδώ τη ζωή που ο ίδιος βίωσε, ως αυτόπτης μάρτυρας μιας εποχής που ήταν αγνή, ειδυλλιακή, αλλά προφανώς δύσκολη και εξουθενωτική, καταγράφοντας τη νομαδική ζωή της αρχέγονης ελληνικής φυλής των Σαρακατσαναίων, από την οποία κατάγεται, μέσα από την πορεία του ίδιου και της οικογένειάς του από τον Όλυμπο ως τη Βοιωτία και κατόπιν στη Φθιώτιδα και την Ομβριακή. Γαλουχημένος με το πνεύμα της θετικής επιστήμης ο συγγραφέας χαράσσει τις ακριβείς συντεταγμένες των προσωπικών του ενθυμήσεων, στο χώρο και το χρόνο, χωρίς εννοιολογικούς αιφνιδιασμούς, σ’ ένα ημερολόγιο αναμνήσεων.
Αποτυπώνει τη ζωή του από τα παιδικά και μαθητικά του χρόνια, ως τις σπουδές και την εξέλιξή του στις ανώτερες Καθηγητικές και διοικητικές βαθμίδες, ενώ ολοκληρώνει με την αναφορά του στην αγαπημένη του οικογένεια.
Δημιουργικός άνθρωπος με έντονη προσωπικότητα κλείνει το πόνημα με την φράση: «Εμένα πάντως οι όποιες φτωχές «πλάστρες φλόγες» υπάρχουν στην ψυχή μου θα σβήσουν με τη ζωή μου».
Ως κατακλείδα όμως έχω να καταθέσω πως, μεγαλύτερη εντύπωση μου προξένησε το γεγονός της αναφοράς στη μητέρα του αναγράφοντας τη λέξη μάνα με το «Μ» κεφαλαίο, «Μάνα», πράγμα που φανερώνει έναν άνθρωπο ευαίσθητο, πλήρη θετικών συναισθημάτων.

Δημήτρης Β. Καρέλης
24/1/2016


«Τα χάνια ή καραβάν σεράγια στην περιοχή του Δομοκού», του Δημήτρη Β. Καρέλη

«Τα χάνια ή καραβάν σεράγια στην περιοχή του Δομοκού»

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Από αρχαιοτάτων χρόνων είχαν δημιουργηθεί  υποτυπώδη ή πιο καλοστημένα, κατά περίπτωση, σημεία ανάπαυσης ταξιδιωτών και εμπορευόμενων.
Όμως από τις αρχές του 17ου αιώνα, όταν οι ανάγκες για μεγάλες μετακινήσεις, κυρίως λόγω της μεγάλης ανάπτυξης του εμπορίου, αλλά και τις μετακινήσεις περιηγητών και ταξιδευτών της εποχής εκείνης, δημιουργήθηκαν περισσότερο οργανωμένοι χώροι ανάπαυσης και σίτισης για ανθρώπους και ζώα. Άρχισαν τότε να αναπτύσσονται οι πρώτες παράγκες κατά μήκος των εμπορικών οδών, σε όλο το δίκτυο των εμπορικών δρόμων από Ασία, Βόρεια Αφρική και νοτιοανατολική Ευρώπη, ειδικά κατά μήκος του Δρόμου του Μεταξιού, οι οποίες με την πάροδο του χρόνου μετατράπηκαν σε μόνιμα και οργανωμένα οικήματα τα λεγόμενα καραβάν σεράγια (kervansaray) ή χάνια (από την τουρκική λέξη han=πανδοχείο).
Σ’ αυτά τα καθ’ οδόν πανδοχεία οι ταξιδιώτες μπορούσαν να ξεκουραστούν και να ανακάμψουν από την κούραση ενός πολυήμερου ταξιδιού. Σε μερικές περιπτώσεις οι χώροι γύρω από τα καραβάν σεράγια άρχισαν να προσελκύουν και ντόπιους εμπορευόμενους που συναλλάσσονταν με τους ταξιδιώτες ή τους κυρατζήδες, ενώ αρκετές φορές εξελίχθηκαν σε μικρούς οικισμούς (όπως για παράδειγμα τα Χάνια του Πηλίου, το Χάνι στο Πουρνάρι Δομοκού, σήμερα γνωστό ως «Δρούγος» και το Χάνι Δραχμάν Αγά, σήμερα Αγία Αικατερίνη, στη βόρεια Φθιώτιδα). Στη Θεσσαλία τέτοια χάνια είχαν δημιουργηθεί κατά μήκος των ορεινών διαβάσεων (Πήλιο, Όθρυς, Πίνδος, κ.α.).
Στην περιοχή του Δομοκού, εκτός από τα πανδοχεία της πόλης του Δομοκού (ο Δομοκός κατά το 1881 είχε τρία χάνια) και ενδεχομένως των άλλων μεγάλων οικισμών, υπήρχαν κατά μήκος του κεντρικού οδικού άξονα τα γνωστά χάνια – καραβάν σεράγια, Χάνι Παλαμά, κοντά στον Παλαμά Δομοκού, το Χάνι Δραχμάν Αγά στη σημερινή Αγία Αικατερίνη, τα Χάνια στο Πουρνάρι Δομοκού, όπου υπήρχε παλαιότερα το χάνι του Κωνσταντίνου Κατσιγιαννόπουλου, ο οποίος ήρθε από το Λιανοκλάδι Λαμίας και ίδρυσε το πρώτο χάνι κοντά στο σημερινό βενζινάδικο του Δρούγου. Αργότερα ιδρύθηκαν και άλλα χάνια και από τότε η τοποθεσία αυτή μέχρι σήμερα λέγεται «Χάνια». 
Στο Χάνι αυτό αναφέρεται πιθανότατα ο περιηγητής δόκτωρ Henry Holland, μέλος της αγγλικής βασιλικής ακαδημίας, στο βιβλίο του «Ταξίδι στη Μακεδονία και Θεσσαλία» (1812-1813, μετάφραση Γιώργος Καραβίτης): «Κατεβαίνοντας γρήγορα τη ρεματιά κάτω από τον Δομοκό, φτάσαμε σ' ένα μεγάλο Χάνι, όπου σταματήσαμε για μισή ώρα και γευματίσαμε με ελιές, ψωμί και τυρί από κατσικίσιο γάλα. Εδώ για πρώτη φορά ο Τάταρός μου, ο Σουλεϊμάν, έδειξε οργή. Θέλησε να αγοράσει ή να ιδιοποιηθεί με άλλον τρόπο δύο πουλερικά, που οι ιδιοκτήτες του Χανιού δεν ήθελαν να του δώσουν. Πήγα επιτόπου ακούγοντας κραυγές γυναικών και τον βρήκα να χτυπάει μανιασμένα με το μαστίγιο του τον Έλληνα, που φαινόταν να είναι το αφεντικό. Με πολλή δυσκολία κατάφερα να σταματήσω το έργο του, το οποίο συνόδευε με τα χειρότερα επίθετα και βρισιές. Ικανοποίησα τον άνθρωπο με άμεση πληρωμή και ο Σουλεϊμάν πήρε τα πουλερικά και τα κρέμασε στο άλογο του σουρούτζη, για ν' αποτελέσουν τη βάση του δείπνου. Το Χάνι αυτό, κρίνοντας από την ταχύτητα του ταξιδιού μας, είναι κάπου 24 μίλια (38,6 χλμ.) από το Ζητούνι».
Παρεμφερής και η μνεία του Άγγλου Karl Baedeker, ο οποίος αναφερόμενος στην επίσκεψή του στην πόλη του Δομοκού στα τέλη του 19ου αι., δεν θα παραλείψει να αναφερθεί στην διαμονή του ίδιου στο σπίτι του επισκόπου Θαυμακών και να πει πως οι υπόλοιποι συνοδοιπόροι του «θα πρέπει να συμβιβαστούν με τα θλιβερά καταλύματα στέγασης ενός χανιού και το φτωχικό πιάτο των μαγειριών». Στην περιοχή υπήρχε και το Χάνι Δερβένι στη Ράχη, στον αυχένα της Όθρυος στο σημερνό 16ο χιλ. Λαμίας - Δομοκού, και πιθανότατα ένα ακόμη στο χωριό κάτω Δερβένι ή Παλιοντέρβενο που βρισκόταν κοντά στον οδικό άξονα ή καρόδρομο όπως τον έλεγαν οι ντόπιοι κάτοικοι, Ζητουνίου (Λαμίας) και Δομοκού.
Στο «Δρομοδείκτη» της Ελλάδας του Μιχαήλ Γλυκού από τα Ιωάννινα (έκδ. στη Βενετία το 1829) και στη διαδρομή «από Ιωάννινα εις Ζητούνι» αναφέρεται στην διαδρομή από Θαυμακό (Δομοκό) στο Ζητούνι (Λαμία), το «Χάνι Βιρβαλί», σε πορεία 4½ ωρών μετά την πόλη του Δομοκού προς Λαμία. Ακόμη υπήρχαν γνωστά χάνια στο Νεζερό (Άγιο Στέφανο), όπως αυτό του Γιώργου Κουτσούκου, αλλά και του Γιάννη Τετριμίδα, ο οποίος είχε Χάνι στις Πέντε Βρύσες.
Από τις αρχές του 19ου αιώνα, ο θεσμός αυτός των χανιών ατόνησε λόγω της δημιουργίας πανδοχείων στα αστικά κέντρα. Τα χάνια ήταν συνήθως πολυγωνικά ή τετραγωνικά κτίσματα, που αναπτύσσονταν γύρω από μια κεντρική αυλή, με ένα τετράγωνο ή ορθογώνιο περιφραγμένο εξωτερικό, με μια ενιαία πύλη αρκετά μεγάλη ώστε να επιτρέπει την είσοδο σε μεγάλα ή βαριά φορτωμένα ζώα όπως οι καμήλες.
Η αυλή αυτή περιβαλλόταν από χαγιάτια (στοές) και οδηγούσε στο δρόμο μέσω μιας και μόνο πύλης που ασφαλιζόταν επιμελώς τις νύχτες.
Ο εσωτερικός χώρος ήταν εφοδιασμένος με μια σειρά από πανομοιότυπους πάγκους, όρμους, κόγχες, ή θαλάμους, για να φιλοξενεί τους εμπόρους και τους υπαλλήλους τους, τα ζώα και τα εμπορεύματα. Τα δωμάτια των ταξιδιωτών (οντάδες) βρίσκονταν στο πρώτο όροφο, ενώ στο ισόγειο υπήρχαν και οι βοηθητικοί χώροι, δηλαδή οι αποθήκες, οι στάβλοι, διάφορα εργαστήρια, το μαγειρείο κλπ., ενώ μερικές φορές είχαν περίτεχνα λουτρά. Προμήθευαν επίσης ζωοτροφές για τα ζώα κι οι ταξιδιώτες μπορούσαν να αποκτήσουν νέες προμήθειες.
Επιπλέον, οι κάτοικοι της περιοχής αλλά και τα καταστήματα, αγόραζαν αγαθά από τους ταξιδιώτες εμπόρους.
Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο ο σοβαρότερος λόγος ύπαρξης αυτών των πανδοχείων κατά μήκος των εμπορικών οδών ήταν πως οι οργανωμένοι δρόμοι και οι κατοικημένες περιοχές ήταν συνήθως απαλλαγμένες από κινδύνους. 
Δημήτρης Β. Καρέλης

Πηγές: 
  • Δημήτρης Β. Καρέλης, «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», Δομοκός 2013. 
  • Karl Baedeker, Greece: Handbook for Travellers, London 1894, Σελ. 230.
  • Henry Holland - Δόκτορ, μέλος της Αγγλικής Βασιλικής Ακαδημίας - «Ταξίδι στη Μακεδονία και Θεσσαλία» (1812-1813), Μετάφραση Γιώργος Καραβίτης, εκδόσεις Αφων Τολίδη, Αθήνα 1989.

«Άγρας νοσταλγία»: Το ταξίδι στην μνήμη, ενός παλιού κυνηγού…

«Άγρας* νοσταλγία»…

Το νοσταλγικό ταξίδι στην μνήμη, ενός παλιού κυνηγού…
Ιχνογραφεί και… ιχνηλατεί, ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Κάποια κρύα και υγρά πρωινά του Νοέμβρη, με πιάνουν κρίσεις νοσταλγίας και τότε οι θύμισες ξυπνούν και με γυρίζουν πολλά φθινόπωρα πίσω.

Αναπολώ, λοιπόν, κάποια αντίστοιχα πρωινά, όταν τον ήδιστο ύπνο της αυγής, διαδέχονταν ύψιστη αδρεναλίνη και η προσμονή για την επικείμενη νέα κυνηγετική εμπειρία. Κείνη την ώρα οι πιστοί μας σύντροφοι «σήκωναν τον τόπο» απ’ τα γαυγίσματά τους, γλυκό κελάηδισμα για μας μέσα στη νύχτα ή του πρωινού το θάμπος.
Ήταν όρθιοι ή απλά έπιναν τις τελευταίες γουλιές απ’ τον καφέ τους, όλοι οι θηρευτές του τόπου, ο μπάρμπα-Μήτσος, ο Γιάννης, ο Αντρέας, ο Μητράκος, ο μπάρμπα-Αριστείδης, ο μπάρμπα-Κώτσος, ο Νικόλας, ο Τέλιας, ο Λευτέρης, αργότερα ο Στέλιος κι εγώ με τον πατέρα μου, υπ’ ατμό κι έτοιμοι προς αναχώρηση για τα λαγοτόπια…
Στο δρόμο του πηγαιμού, σχέδια, υποδείξεις και σχόλια εκατέρωθεν: -Είσαι μικρός, δεν ξέρεις!!! –Μικρός αλλά …θαυματουργός!!!. Κι η αυγή έδινε τη θέση της στο πρωινό της μέρας και τούτη η «τελετουργία» μετουσιωνόταν εις «άργαν θηραμάτων», με τις καλές και τις κακές την ώρες.

Ανεξάρτητα απ’ το αποτέλεσμα και τη «σοδιά» της μέρας, γυρίζαμε κάποια στιγμή αποκαμωμένοι, μ’ ανάμικτα κι ανάλογα συναισθήματα, να χουμε να λέμε για μέρες, ως το επόμενο πρωινό του χινοπώρου ή του χειμώνα.
Πίσω στο σπίτι, μας περίμενε η μάνα κυρα-Νίκα, με τον ξυλόφουρνο να καίει ακόμη, τα ξεστά καρβέλια του ψωμιού να ψιλοαχνίζουν και του τυριού τη σφήνα τη δροσάτη, για να διαβεί το πρωινό, με ζεστασιά και θαλπωρή καλόγνωμης κουβέντας:  Με τα ιταίρια* τ’ ή …δεν πειράζει κι αύριο μέρα…
Και καθώς κλείνω την αναπόλησή μου ετούτη σκέφτομαι απλά: Γλυκείς τούτες οι ενθύμησες…

*Η θήρα, το κυνήγι
*Με τα ταίρια του, την παρέα του θηράματος!

Δημήτρης Β. Καρέλης

Οι πιο παλιές δημοσιευμένες φωτογραφίες του Δομοκού!

Οι πιο παλιές δημοσιευμένες φωτογραφίες του Δομοκού!
Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης

Ίσως οι πιο παλιές δημοσιευμένες φωτογραφίες του Δομοκού είναι οι φωτογραφίες που παρουσιάζουμε σήμερα. Απεικονίζουν την πόλη του Δομοκού κατά τη διάρκεια του «ατυχούς» πολέμου του 1897 και συγκεκριμένα την 17η Μαΐου του ίδιου έτους.
Οι φωτογραφίες είναι του Γάλλου καλλιτέχνη Λουί Ρεμί Σαμπατιέρ (Louis Rémy Sabattier, 1863-1935), γνωστός για τη δουλειά του για το περιοδικό «L 'Illustration» για μια περίοδο σαράντα χρόνων και για τις απεικονίσεις των πρώτων ημερών της αυτοκίνησης. 

Οι φωτογραφίες δημοσιεύθηκαν στο εξώφυλλο και στη σελίδα 420 του Σαββατιάτικου φύλλου της 29ης Μαΐου 1897 του γαλλικού περιοδικού «L'Illustration».
Το περιοδικό «L'Illustration» («Η εικονογράφηση») ήταν εβδομαδιαίο εικονογραφημένο περιοδικό, στη γαλλική γλώσσα, που εκδιδόταν στο Παρίσι από το 1843 μέχρι το 1944.
Το συγκεκριμένο φύλλο της εφημερίδας έχει παραχωρηθεί στο Δήμο Δομοκού από εξαίρετο επιστήμονα συντοπίτη μας, με την ελπίδα να προστατευθεί και να αξιοποιηθεί περαιτέρω. Οι αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου Δομοκού οφείλουν να ανταποκριθούν και να αποδώσουν τα δέοντα.

Φωτό 1: Γενική άποψη του Δομοκού κατά την έναρξη της μάχης της 17ης Μαΐου. - Φωτ. Σαμπατιέρ (πρωτότυπος τίτλος: Vue générale de Domokho au commencement de la bataille du 17 mai. - Phot. Sabattier). 

Φωτό 2: Τα ασθενοφόρα στο Δομοκό: Οι εφεδρείες του ελληνικού στρατού στον αριστερό λοφίσκο. - Φωτ. Σαμπατιέρ (πρωτότυπος τίτλος: Les ambulances a Domokho: les réserves de Parmée grecque sur le mamelon à gauche. - Phot. Sabattier).



Φωτό 3: Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟ-ΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ. - Μάχη του Δομοκού.
Ο διάδοχος, πρίγκιπας Νικόλαος παρακολουθεί τη μάχη από το μπαλκόνι ενός σπιτιού στο χωριό. - Φωτογραφία Sabattier - Βλέπε άρθρο σελίδα 419. (πρωτότυπος τίτλος: LA GUERRE TURCO – GRECQUE . – Bataille de Domokho. La diadoque et la prince Nikolas, assistant à la bataille du balcon d’ un maison du village. – Photographie Sabattier – Voir Particle, page 419.).

Για την Τρίτη εικόνα είναι πιθανό να πρόκειται για σκίτσο του Λουί Σαμπατιέρ κι όχι για φωτογραφία όπως αναφέρεται, ίσως πάλι να μιλάμε για «ρετουσαρισμένη» φωτογραφία, επεξεργασμένη με τα πενιχρά μέσα της εποχής.

Υ.Γ. 1: Οι τυχόν διαφορές στις ημερομηνίες του πολέμου οφείλονται στη διαφορά μεταξύ  παλαιού «Ιουλιανού» και νέου «Γρηγοριανού» ημερολογίου).

Υ.Γ. 2: Οι φωτογραφίες «αλιεύθηκαν» από τα αρχεία του περιοδικού κι όχι από το Δήμο Δομοκού.

Δημήτρης Β. Καρέλης
23/10/2015


Αναζητώντας την ιστορία της αρχαίας Ακρόπολης του Ερινεού, στο Πετρωτό Δομοκού

Αναζητώντας την ιστορία της αρχαίας Ακρόπολης του Ερινεού, στο Πετρωτό Δομοκού   

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης*
Ανατολικά του Δομοκού και νότια των Φαρσάλων, σ’ ένα σημείο όπου συμπλέκονται  οι ανατολικές πλαγιές του Ναρθάκιου όρους με τις νοτιοδυτικές παραφυάδες της Όθρυος, βρίσκονται τα ερείπια μια αρχαίας πόλεως, πολύ σημαντικής όπως μαρτυρούν τούτα τ’ απομεινάρια. Τα ερείπιά της αρχαιότατης πόλεως της Φθιώτιδας εντοπίζονται νοτιοανατολικά του Πετρωτού και βόρεια της Αχλαδιάς Δομοκού, μεταξύ της αρχαίας Κορώνειας και του Ναρθακίου και πάνω σε μικρό λοφίσκο, σε εξαιρετικά επιβλητική θέση. Από κει αγναντεύει κανείς την πεδιάδα της Μελιταίας και τις ψηλές κορφές της Όθρης, τόπος οχυρός και φυσικά ενισχυμένος, πράγμα απαραίτητο για την ασφάλεια των κατοίκων της.
Τούτη η «καστροπολιτεία», ο αρχαίος Ερινεός, από την πρώτη κιόλας επίσκεψή μου στο χώρο, μου θύμισε έντονα και χωρίς υπερβολή, την αρχαία ακρόπολη των Μυκηνών, εξαιρουμένης της Πύλης των Λεόντων… Ποιος γνωρίζει όμως τι κρύβει στα σπλάχνα του τούτος ο λόφος με το αρχαίο κάστρο;
 Κατά τον Γεωργιάδη βρίσκονται εκεί σπουδαία Ελληνικά ερείπια των τειχών της πόλης και προς το ψηλότερο μέρος του λόφου, της ακροπόλεως. Ο Στέφανος Βυζάντιος αναφέρει τρεις πόλεις με το ίδιο όνομα: «'Ερινεός, πόλις Δωριέων υπό τον Παρνασόν• λέγεται και Ερίνειος• έτι και Ιταλίας άλλη και Αχαΐας• Ο πολίτης Έρινεάτης και Έρινεύς». Ο Ερινεός απαριθμείται από το Στράβωνα ως «πόλις Φθιώτις, μεταξύ Ναρθακίου και Κορωνείας» (Γεωγρ. Θ.C 434), μία απ΄ τις σημαντικότερες πόλεις της Φθιώτιδας ή του μέρους εκείνου της Θεσσαλίας όπου ασκούσε εξουσία του ο Αχιλλέας. 
Ο Γεώργιος Δημητρούλας στα «Θεσσαλικά Χρονικά» του 1935, κάνει μια σημαντικότατη αναφορά στην Ακρόπολη του Ερινεού: «Έναντι της πόλεως του Δομοκού και επί κατάντικρυ της Μελιταίας πλευράς του Ναθρακίου όρους υψούνται επιβλητικά τα ερείπια ετέρας αρχαιοτάτης πόλεως. Εις την θέσιν ταύτης τινές τοποθετούν την αρχαίαν πόλιν Ναρθάκιον. Άλλοι την του Ερινεού (Πετρωτόν). Η λαϊκή παράδοσις πιστεύει ότι ενυπάρχει εντός αυτής κεχωσμένον το χρυσούν άρμα του Αχχιλέως, όπερ οι συμπολεμισταί αυτού μετέφερον μετά την άλωσιν της Τροίας και το αφιέρωσαν εις την Ακρόπολιν τοιαύτης. Τα επιβλητικά αυτής τείχη κρυπτόμενα υπό πανυψήλων πρίνων έχουσι ύψος πέντε μέτρων, πλάτος υπέρ τα τέσσερα μέτρα, η δε περίμετρος της όλης Ακροπόλεως είναι υπέρ τα πέντε χιλιόμετρα. Οι λίθοι εξ ων εκτίσθη η Ακρόπολις αύτη, ανήκουσι εις κροκαλοπαγή στρώματα προσομοιάζοντα προς το σημερινό γκρος - μπετόν αρμέ, ομοίας φύσεως με τους βράχους των Μετεώρων, και είναι αδύνατον να ανακαλυφθεί πόθεν ανωρύχθησαν και μεταφέρθησαν εκεί, διότι ουδαμού της επαρχίας Δομοκού και Φαρσάλων απαντάται τοιούτον κροκαλοπαγές στρώμα. Κατά τους ειδότας είναι ο αρχαιότερος συσταθείς εν Θεσσαλία συνοικισμός της αυτής περιόδου με τον Μαρμαρίανης – Αγυιάς. Η πόλις φαίνεται πως έφτασε εις μεγάλην ακμήν κατά τους πανάρχαιους χρόνους, λόγω των μεταλλείων χαλκού, τα οποία παρ’ αυτή υπάρχουσι και φαίνεται ότι έχουσι εντατικότατα παρά των αρχαίων εκμεταλλευθεί. Εν τη Αρχαία Ακροπόλει του Ναρθακίου όρους υπάρχει σήμερον ακόμη πληθύς αγγείων τεθραυσμένων και δύναται ο επισκέπτης ακόμη να συλλέξη τοιαύτα. Οι δε τα πέριξ κτήματα καλλιεργούντες χωρικοί πολλάκις δια των αρότρων τους φέρουσι εις επιφάνειαν υπερμεγέθεις λίθους ή μαρμάρινας πλάκας», (Θεσ. Χρον. Σελ. 404, Γ. Δημητρούλας, 1937). «Πόλη πλησίον του χωριού Τσιατμά, κοντά στο χωριό Καρατζάλι (Αχλαδιά), μνημονεύεται από τον Πτολεμαίο και τον Στράβωνα.», αναφέρει ο Θεόδωρος Καρατζάς (1962). 
Η λέξη «ερινεός»  αποδίδει  τον νεαρό βλαστό της αγριοσυκιάς, του «Ιερού Δένδρου» (σήμερα ορνιός, ορνός, αρνός ή ρηνιός, εκ του ερίζω, ερινός και ερινεός, «εριστικόν γαρ εστί το δένδρον, ανέρχεται γαρ και εις τοίχους και εις έκαστον τόπον», Ετυμ. το Μέγα). Το Ιερό του Διόνυσου στα Ύρια της Νάξου είναι κυκλωμένο και από ελιές και από «ερινεούς» (αγριοσυκιές). Μάλιστα, αυτή η αρχαία λέξη στις Κυκλάδες και στην Κρήτη διατηρεί τον αρχαίο ήχο της με μια ανεπαίσθητη παραλλαγή. Ακόμη Ερινεός ονομαζόταν ο τόπος απ' όπου ο Πλούτων κατέβηκε στον Κάτω Κόσμο, αφού άρπαξε την Περσεφόνη, (Παυσανίας 1.37,2 και 1.38,5).
 Σήμερα σώζεται μεγάλο μέρος των τειχών της πόλεως, χώρος που χωρίς αμφιβολία, χρήζει σοβαρής αρχαιολογικής έρευνας, όπως εύκολα διαπιστώνει και ο σημερινός επισκέπτης και πράγματι όπως ανέφερε και ο Γ. Δημητρούλας το 1937, προκαλεί μεγάλη εντύπωση το πετρώδες υλικό των τειχών. 
Μια σοβαρή προσέγγιση από τις τοπικές αρχές θα ενέτασσε και τούτη τη σημαντική αρχαία ακρόπολη του τόπου μας σε ένα πρόγραμμα ανάδειξης των εννέα συνολικά όμοιας αξίας αρχαιολογικών χώρων, κάτι που ως τα τώρα συνέβη μόνο για την αρχαία ακρόπολη της Πρόερνας στο Νέο Μοναστήρι Δομοκού.
Οψόμεθα…
Δημήτρης Β. Καρέλης
*Φοιτητής, υπότροφος αριστείας 2015-16, στο τμήμα Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Σπουδών (Σ.Α.Σ.) του ΕΑΠ. 

Πηγή: Δημήτρης Β. Καρέλης «Η γη που γεννήθηκε ο Έλληνας: Η ιστορία της Βόρειας Φθιώτιδας και του Δομοκού», 2013. 


«Είχαμε ποτέ βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα;»

«Είχαμε ποτέ βαριά βιομηχανία στην Ελλάδα;»

Ιχνογραφεί ο Δημήτρης Β. Καρέλης


Θυμώνω πάντα όταν ακούω την μόνιμη επωδό των συζητήσεων στα τελευταία χρόνια της κρίσης και της παρακμής: «Πώς να μην φτάσουμε εδώ αφού σαν χώρα δεν παράγουμε τίποτα;». Θυμώνω γιατί διερωτώμαι, ρητορικά: Ήταν πάντοτε έτσι η, πάλαι ποτέ (;), περήφανη τούτη χώρα; Για πολλούς η απάντηση είναι αυτόματη και αυτονόητη: ΟΧΙ δεν ήμασταν πάντα έτσι, αντιπαραγωγικοί και μοιρολάτρες.
Από τις πρώτες ακόμη δεκαετίες της βιομηχανικής επανάστασης, κατά τα τέλη του 19ου αι. στην Ευρώπη και την Αμερική, σχεδόν ταυτόχρονα ξεκινούν και στην Ελλάδα, παρά τις διοικητικές και πολιτικές αγκυλώσεις της εποχής, να δημιουργούνται και εν τέλει να μεγαλουργούν βιομηχανίες που παρήγαγαν από οικιακές συσκευές μέχρι πετρελαιοκινητήρες, αυτοκίνητα, τρακτέρ, αμαξώματα μεγάλων οχημάτων και μύρια όσα ακόμη βιομηχανικά προϊόντα. 
Δεν είναι στόχος μου να κάμω εδώ μια πλήρη ιστορική αναδρομή σε τούτο το μεγάλο ζήτημα, τ’ αναφέρω όμως για να κεντρίσω το ενδιαφέρον για μια απλή, διαδικτυακή έστω, έρευνα.
Το 1865 ιδρύεται η εταιρεία ΠΙΤΣΟΣ Α.Ε. από την ομώνυμη οικογένεια για την παραγωγή μικρών οικιακών συσκευών και συσκευών πετρελαίου. Το 1959 κατασκευάζει θερμάστρες πετρελαίου και από το 1968 ασπρόμαυρες τηλεοράσεις. Το 1977 η ΠΙΣΤΟΣ εξαγοράζεται από την Bosch-Siemens Hausgeräte GmbH.
Η ελληνική εταιρία κατασκευής οικιακών συσκευών ΙΖΟΛΑ, του Θηβαίου επιχειρηματία Παναγιώτη Δράκου που ιδρύθηκε το 1930 από Μικρασιάτες πρόσφυγες, παρουσίασε το 1951 την πρώτη κουζίνα Ελληνικής κατασκευής και ένα χρόνο μετά το πρώτο ψυγείο Ελληνικής κατασκευής. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 η ΙΖΟΛΑ κατέλαβε την πρώτη θέση στις πωλήσεις ηλεκτρικών συσκευών. Τα προβλήματα ξεκινούν το 1977 και η ένταξή της το 1986 στον ΟΑΕ την κατατάσσει επισήμως στις προβληματικές επιχειρήσεις.
Η εταιρία ΠΥΡΚΑΛ, αρχικά «Ελληνικόν Πυριτιδοποιείον Α.Ε.», ιδρύθηκε στα 1874 και έκτοτε αποτέλεσε διαρκώς τον κύριο προμηθευτή πυρομαχικών των Ελληνικών Eνόπλων Δυνάμεων, ενώ σημαντικότατες ήταν ανέκαθεν και οι εξαγωγές των προϊόντων της σε όλο τον κόσμο, ακόμη και στην εμπόλεμη Ισπανία κατά τον εμφύλιο πόλεμο του 1936-1939.
Η οικογένεια Φωστηρόπουλου ίδρυσε το 1958 την μεγάλη βιομηχανία αμαξωμάτων οχημάτων και ολοκληρωμένων οχημάτων (λεωφορείων), τη βασίλισσα ελληνικής αμαξοποιΐας ΒΙΑΜΑΧ, εταιρία που παρήγαγε συνολικά χιλιάδες οχήματα με σημαντικές εξαγωγές. Η ΒΙΑΜΑΞ διέκοψε κάθε παραγωγική δραστηριότητα το 1984 αφού είχαν αρχίσει να τη διαλύουν από το 1976 τα σωματεία και η κυβέρνηση, με τον υπερσύγχρονο εξοπλισμό της να μεταναστεύει στην Τουρκία...
Ο όμιλος επιχειρήσεων των αδελφών Σαρακάκη ήταν ένας από τους δύο μεγάλους κατασκευαστές λεωφορείων, φορτηγών κ.λπ. οχημάτων. Η εταιρεία ξεκίνησε από την Θεσσαλονίκη το 1923 ως εισαγωγέας οχημάτων και ανταλλακτικών και το 1974 κατασκευάζει το πρώτο χωρίς σασί λεοφωρείο το SBAV φτάνοντας μετά από συνεχείς αναβαθμίσεις στο SBAV 90 το 1990.
Η εταιρία ΜΕΒΕΑ ιδρύθηκε το 1960 ως διάδοχο σχήμα εταιριών των Τσιμωνίδη-Βιττώρια, οι οποίες παρήγαγαν μοτοποδήλατα από τα τέλη της δεκαετίας του 1950. Η εταιρία έγινε γνωστή για μια σειρά ελαφρών οχημάτων που παρήγαγε για δύο δεκαετίες, όπως μοτοποδήλατα, τρίκυκλα φορτηγά, επιβατικά αυτοκίνητα, ποδήλατα, αγροτικά μηχανήματα και κινητήρες μοτοποδηλάτων, με πιο σημαντικό ίσως προϊόν της το τζιπάκι Fox του 1979.
«Θρυλικά» είναι πλέον για την ελληνική ύπαιθρο τα αντλητικά συγκροτήματα βασισμένα στους εξαιρετικούς ντιζελοκινητήρες «Μαλκότση». Ο Μικρασιάτης  μηχανολόγος μηχανικός Σωκράτης Μαλκότσης ξεκίνησε το 1951 την παραγωγή του γνωστού στους παλαιότερους αγρότες μονοκύλινδρου, κατακόρυφου, υδρόψυκτου πετρελαιοκινητήρα, ισχύος 10-12 ίππων, ο οποίος σε πολλές περιοχές τις χώρας μας εξακολουθεί να λειτουργεί παραγωγικά, ως σήμερα. Ως το 1961 ο Μαλκότσης είχε τελειοποιήσει επίσης το πραγματικά ανταγωνιστικό ομώνυμο τρακτέρ του, το οποίο όμως δεν μπήκε ποτέ σε γραμμή μαζικής παραγωγής, χάρη -μαντέψτε- στις κρατικές και πολιτικές αγκυλώσεις…
Μια ακόμη ιστορία με το ίδιο τραγικό αποτέλεσμα για τους επιχειρηματίες, αλλά κυρίως για τη χώρα μας, είναι εκείνη των αδελφών Κοντογούρη. Έχοντας τεχνογνωσία από την Γερμανία ιδρύουν το 1961 στη Θεσσαλονίκη την εταιρεία FARCO και ξεκινούν την παραγωγή του FARMOBIL, ενός οχήματος πολλαπλών χρήσεων με κινητήρα BMW 700 cc, με το εγχείρημα να οδηγείτε σε ναυάγιο εξαιτίας της έλλειψης υποστήριξης από το ελληνικό κράτος. Η πώληση της πατέντας στην Chrysler δεν παίρνει «έγκριση τύπου» για το συγκεκριμένο μοντέλο, γεγονός που ανάγκασε την Chrysler να εγκαταλείψει την χώρα μας… Το 1972 ο κ. Κοντογούρης ιδρύει την εταιρεία NAMCO (National Motor Company of Greece) και λίγο αργότερα παρουσιάζει το Pony στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, σε συνεργασία με τη Citroën. Το θρυλικό NAMCO Pony-Citroën (1972-1983) παρήχθη σε 18.000 αυτοκίνητα με ποσοστό εγχώριας κατασκευής 67% στο εργοστάσιο της Θεσσαλονίκης, με εξαγωγές σε 14 χώρες! Μαντέψτε όμως και πάλι: Η τεράστια επένδυση με προοπτική παραγωγής και εξαγωγής 20.000 αυτοκινήτων Pony ετησίως για τα επόμενα 10 χρόνια, με σκοπό την εξαγωγή στις Η.Π.Α. δε προχώρησε χάρη στις εσωτερικές έριδες και μεγαλο-μικροσυμφέροντα. Ελάχιστα αυτοκίνητα παρήχθησαν ως το 1992…
Το 1976 η οικογένεια Θεοχαράκη ίδρυσε την ΤΕΟΚΑΡ Ε.Π.Ε και επεξέτεινε τις δραστηριότητές της στην παραγωγή οχημάτων. Αρχικά κατασκεύαζαν σε μονάδα στο Αιγάλεω, τις κιβωτάμαξες των ελαφρών φορτηγών Datsun Pick-Up. Το 1978 ξεκίνησαν τα σχέδια για την ανέγερση μεγάλης μονάδας συναρμολόγησης στον Βόλο και η ΤΕΟΚΑΡ Ε.Π.Ε. μετατράπηκε σε ανώνυμη εταιρεία. Η συναρμολόγηση των αυτοκινήτων ξεκίνησε τον Φεβρουάριο του 1980 με το ελαφρύ φορτηγό Datsun Pick Up 1600, χωρητικότητας ενός τόνου, ενώ σύντομα ακολούθησε το επιβατηγό Datsun Cherry σε δύο εκδοχές: η μία με μηχανή 1.000 κ.εκ. και η άλλη με μηχανή 1.200 κ.εκ. H ΤΕΟΚΑΡ, κατά τις εκτιμήσεις της Nissan Ιαπωνίας, βρισκόταν στην πρώτη θέση μεταξύ όλων των μονάδων συναρμολόγησης που λειτουργούσαν παγκοσμίως με το όνομα της Nissan και αποτελούσε το πρότυπο. Επανειλημμένα η Nissan έστειλε σε αυτήν τεχνικούς άλλων χωρών για εκπαίδευση. Η παρεμβατική πολιτική που ακολουθήθηκε στον τομέα της βιομηχανίας τη δεκαετία του ’80, σε συνδυασμό με το ασύμφορο φορολογικό καθεστώς και παράλογες απαιτήσεις από την πλευρά της κυβέρνησης αποτέλεσε την ουσιαστική ταφόπλακα του εγχειρήματος.
Το FIAT Amico 127 ήταν προϊόν του Ιταλικού εργοστασίου Fissore και η κατασκευή του στην Ελλάδα ξεκίνησε με συναρμολόγηση και σταδιακή αύξηση της προστιθέμενης αξίας που έφτασε το 50% και σύντομα κατέκτησε σημαντικό μερίδιο της Ελληνικής αγοράς, ενώ στο εργοστάσιο της Θήβας το 1978 εργαζόταν 120 άτομα.
Το Daihatsu Zebra προϊόν της εταιρίας AUTOMECCANICA Α.Ε. κατασκευαζόταν πλήρως στην Ελλάδα από το 1981 έως το 1985 με σχέδια του Ιταλού σχεδιαστή Fissore.
Η εταιρεία MAVA Α.Ε. εισαγωγέας των αυτοκινήτων Renault, απεφάσισε το 1979 να κατασκευάσει ένα αυτοκίνητο πολλαπλής χρήσης σε σχέδια  του Γιώργου Μιχαήλ, με την ονομασία Renault Farma, το οποίο αν και υπήρξε εμπορικά επιτυχημένο στην ελληνική αγορά, έπεσε και αυτό θύμα της φορολογικής μεταρρύθμισης του 1985, που εξίσωνε ουσιαστικά τη φορολογία των ελαφρών επαγγελματικών οχημάτων με αυτή των υπολοίπων επιβατικών.
Δεκάδες είναι ακόμη τα παραδείγματα εταιριών και ανθρώπων που προσπάθησαν να εισχωρήσουν στο χώρο της βαριάς βιομηχανίας, έβρισκαν όμως συνήθως την πόρτα του κράτους και των πολιτικών κλειστή.
Σήμερα εισάγουμε ακόμη και… οδοντογλυφίδες, λες και δεν ήταν ικανοί να καλύψουν τη ζήτηση οι κατασκευαστές των οδοντογλυφίδων «Τίγρις», «Ελέφας», «Ρήγας» και πολλών άλλων κατά τη δεκαετία του 1970.
Τα παραπάνω λίγα αλλά απτά παραδείγματα αποδεικνύουν πως δεν είναι αβάσιμος ο θυμός μου για δήθεν ανύπαρκτη παραγωγικότητα στην Ελλάδα του παρελθόντος, δυστυχώς όμως αυτό δεν ισχύει για τούτη του παρόντος, πολύ πιθανόν και του μέλλοντος.
Η Ελλάδα και η πολιτικοί των τελευταίων σαράντα χρόνων έβαλαν η ίδιοι ταφόπλακα στην ανάπτυξή της, στηρίζοντας από μικρά συντεχνιακά ή τοπικιστικά, ως μεγάλα ντόπια και ξένα οικονομικά συμφέροντα.
Η αφύπνιση όμως όλων μας πιθανότατα άργησε πάρα πολύ. Το στελεχιακό δυναμικό και τα νέα εργατικά χέρια εγκαταλείπουν τη χώρα στα οικονομικά και κοινωνικά της ερείπια, αναζητώντας νέους «παραδείσους», ως νεόκοποι «γκασταρμπάιτερ», «φιλοξενούμενοι εργάτες» των …«φιλεύσπλαχνων» και «πονόψυχων» ευρωπαίων «εταίρων» μας.
Οψόμεθα λοιπόν, περισσότερο λυπημένοι, παρά πια θυμωμένοι.

Δημήτρης Β. Καρέλης


Contact With Me

Contact Us
DIMITRIS KARELIS
+306947185990
Athens, Greece