-->

i Love to Create!

I AM

image
Hello,

I'm ΔΗΜΗΤΡΗΣ Β. ΚΑΡΕΛΗΣ

Ονομάζομαι Δημήτρης Καρέλης, είμαι πτυχιούχος του Τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ και φοιτητής στο μεταπτυχιακό πρόγραμμα «Δημόσια Ιστορία» του ΕΑΠ. Γεννήθηκα στη Λαμία και ζω στη Καλλιθέα Αττικής, είμαι παντρεμένος και έχω ένα γιο. Εργάζομαι ως υπάλληλος στον όμιλο Δ.Ε.Η. Α.Ε. από το 1993 και υπηρετώ στο Διαχειριστή Ελληνικού Δικτύου Ηλεκτρικής Ενέργειας (Δ.Ε.Δ.Δ.Η.Ε.). Σήμερα είμαι συνδικαλιστής, Εκτελεστικός Σύμβουλος Πολιτιστικών Θεμάτων και Μέλος του Δ.Σ. της ΓΕΝ.Ο.Π-Δ.Ε.Η.-Κ.Η.Ε., ενώ χρημάτισα επί σειρά ετών Πρόεδρος, Γενικός Γραμματέας και Αντιπρόεδρος Δ.Σ. του ιστορικού συνδικάτου «Πανελλαδικός Σύλλογος Καταμετρητών-Εισπρακτόρων Δ.Ε.Η.». Είμαι αυτοδίδακτος ζωγράφος, με συμμετοχή σε ομαδικές εκθέσεις. Από την παιδική μου ηλικία, με πυξίδα τις πνευματικές και καλλιτεχνικές μου ανησυχίες, ξεκίνησα ένα μακρύ ταξίδι στο χώρο του πολιτισμού, της ιστορίας, της τέχνης, της παράδοσης, της γραφής, του λόγου και του στοχασμού.


Education
University

Culturologist

Postgraduate

Master of Arts in Public History

School of Amusement

Self-taught painter


Experience
Electricity worker

Public Power Corporation of Greece

Historical

Historical author-researcher

Painter

Art and painting lover


My Skills
Writing
Painting
Disquisition
Design

About Books

«Η βιβλιοθήκη κατοικείται από πνεύματα που βγαίνουν από τις σελίδες τη νύχτα». – Ιζαμπέλ Αλιέντε.

friendship

«Ένα μόνο τριαντάφυλλο μπορεί να είναι ο κήπος μου, αλλά μόνο ένας φίλος, ο κόσμος μου». – Λέο Μπουσκάλια

be yourself

«Να είσαι ο εαυτός σου, αλλά πάντα ο καλύτερος εαυτός σου». – Karl G. Maeser

about love

«Το να αγαπιέσαι βαθιά σου δίνει δύναμη, ενώ το να αγαπάς βαθιά σου δίνει κουράγιο». – Λάο Τσε.

WHAT I DO

Author-writer

«Είτε γράψε κάτι που αξίζει να διαβαστεί, είτε κάνε κάτι που αξίζει να γραφτεί», Βενιαμίν Φραγκλίνος

Culturologist

«Ο πολιτισμός δεν κληρονομείται, κατακτάται», Αντρέ Μαλρώ

Painter

«Η ζωγραφική είναι απλώς ένας άλλος τρόπος να κρατάς ημερολόγιο», Πάμπλο Πικάσο

Some of my work
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτιστικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Πολιτιστικά. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

«Κλασική αρχαιότητα, νεοκλασικισμός και εθνική ταυτότητα», του Δημήτρη Β. Καρέλη

«Κλασική αρχαιότητα, νεοκλασικισμός και εθνική ταυτότητα», του Δημήτρη Β. Καρέλη

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

Εισαγωγή ………...………………………………………………………………….. 2

Ενότητα Α΄:  Οι ομοιότητες της Ακαδημίας Αθηνών με τα κλασικά κτίρια της Ακρόπολης …………………………………………………………………………... 3

Ενότητα Β΄: Η αξία του Ερεχθείου, του Παρθενώνα και του τύμβου της Αμφίπολης, σε σχέση με το παρόν…………………………………………………... 6

Συμπεράσματα ……..….…………………………………………………………….. 8

Βιβλιογραφία ...………………………………………………………………………..9


Εισαγωγή

Όπως έγραφε το «Εθνικόν Ημερολόγιον» του 1871, «…η ανεγειρόμενη με φιλότιμη δαπάνη του εκ Μακεδονίας Βαρώνου Σίμωνος Σίνα Ακαδημία, ανακαλεί στη μνήμη μας και την αρχαία Ακαδημία του Πλάτωνος και τον φιλόκαλο, βαθύπλουτο και μεγαλόδωρο Ηρώδη τον Αττικό».[1]
Το δοκίμιο αυτό, στην πρώτη του ενότητα, πραγματεύεται τις ομοιότητες που παρουσιάζει το κτίριο της Ακαδημίας Αθηνών, έργο των Θ. Χάνσεν και Ε. Τσίλλερ από την εποχή του Όθωνα, με τα κλασικά κτίρια του Ερεχθείου και του Παρθενώνα στην Ακρόπολη, επεξηγώντας τους λόγους για τους οποίους αυτές υφίστανται. 
Στη δεύτερη ενότητά του, αναλύει το είδος της αξίας που προσέλαβαν και προσλαμβάνουν τα πολιτισμικά στοιχεία του αρχαίου ελληνικού παρελθόντος, το κομψό οικοδόμημα του Ερεχθείου και ο Παρθενώνας στην Ακρόπολη των Αθηνών αλλά και ο τύμβος της Αμφίπολης, στην Κεντρική Μακεδονία.



Ενότητα Α΄:  Οι ομοιότητες της Ακαδημίας Αθηνών με τα κλασικά κτίρια της Ακρόπολης

Ένα από τα αδιαφιλονίκητα κοσμήματα της Αθήνας, είναι το περικαλλές μέγαρο της Ακαδημίας Αθηνών, η Σιναία Ακαδημία, που θεωρείται το ωραιότερο νεοκλασικό οικοδόμημα του κόσμου, σχεδιασμένη από τον ελληνολάτρη Δανό αρχιτέκτονα Θεόφιλο Χάνσεν, με επίβλεψη του Ερνέστου Τσίλερ και δαπάνες του ομογενούς βαρώνου Σίμωνος Σίνα. Η πανηγυρική θεμελίωσή της έγινε στις 2 Αυγούστου 1859, παρουσία των βασιλέων, της κυβέρνησης και πλήθους επισήμων και ολοκληρώθηκε το 1885, με συνολική δαπάνη 3.360.000 φιορίνια, ποσό ανυπολόγιστης αξίας για τις τότε συνθήκες.[2] Η κλασική αρχιτεκτονική του 5ου αιώνα στην Αθήνα, αποτέλεσε την κινητήριο δύναμη του Χάνσεν, ο οποίος, για τα στοιχεία ιωνικού ρυθμού στο μέγαρο της «Σιναίας Ακαδημίας», άντλησε την έμπνευσή του από το κομψοτέχνημα του Ερεχθείου και τον Παρθενώνα. Όλη η αρχαία ελληνική παράδοση, τα οράματα και ιδανικά του Ελληνισμού αποτυπώνονται γλαφυρά και ξεκάθαρα στον ζωγραφικό και γλυπτικό διάκοσμο του κτιρίου. Το θαυμάσιο και μεγαλοπρεπές αυτό κτίριο, μέρος της νεοκλασικής «αρχιτεκτονικής τριλογίας» των Χάνσεν (Βιβλιοθήκη - Πανεπιστήμιο - Ακαδημία), είναι φημισμένο για το μεγάλο αέτωμα της Ιωνικής εισόδου, από πεντελικό μάρμαρο, που αναπαριστά τη γέννηση της θεάς Αθηνάς, όπως και το ανατολικό αέτωμα του Παρθενώνα και παρουσιάζει επίσης ομοιότητες στην εξάστυλη πρόσοψή της, με την ανατολική πρόσοψη του Ερεχθείου, στην Ακρόπολη των Αθηνών.
Για να εξηγήσουμε τις ομοιότητες των νεοκλασικών κτιρίων, εξαίσιων δειγμάτων αρχιτεκτονικής, που ανεγείρονται στην Αθήνα, που αναδομείται την περίοδο εκείνη, με τα εξαιρετικά οικοδομήματα της κλασικής αρχαιότητας, θα πρέπει να εξετάσουμε την εποχή και τις συνθήκες κατά τις οποίες κατασκευάζονται. Στα τέλη του 18ου αιώνα, αναπτύσσεται στην Ευρώπη μεγάλο ενδιαφέρον για τις αρχαιότητες, ως πηγή πληροφοριών για το παρελθόν, κυρίως για τα αρχαιολογικά υπολείμματα της κλασσικής αρχαιότητας της Μεσογείου.[3]
Το καλλιτεχνικό ρεύμα που κυριαρχεί στην Ευρώπη την ίδια περίοδο είναι ο νεοκλασικισμός, με το ιδεώδες της υψηλής τέχνης.[4] Οι ιστορικοί της τέχνης αποκαλούν τη νέα τεχνοτροπία «νεοκλασικισμό», τονίζοντας την ιδιαίτερη σημασία που είχαν για αυτήν, τα πρότυπα της κλασικής αρχαιότητας, καθώς αντλεί την έμπνευση της δημιουργίας της από την αρχαία και νεότερη ιστορία, τη μυθολογία, ακόμη και τη λογοτεχνία, στην περίπτωση της ζωγραφικής.[5] Στα μέσα του 18ου αιώνα τα αρχαιοελληνικά πρότυπα μονοπώλησαν το ενδιαφέρον εξαιτίας των αρχαιολογικών ευρημάτων της Πομπηίας και της Ηράκλειας.
Ο γερμανός αρχαιολόγος Γιόχαν Γιόαχιμ Βίνκελμαν (1717-1768), θεωρητικός του νεοκλασικισμού και πατέρας της αρχαιολογικής επιστήμης, ανέδειξε το βασικό στοιχείο της κλασικής ελληνικής τέχνης, δηλαδή την «ευγενική απλότητα και το ήρεμο μεγαλείο»[6], προτρέποντας τους καλλιτέχνες να τη διδαχθούν και να τη μιμηθούν. Οι Ευρωπαίοι θεωρούσαν τις ελληνικές αρχαιότητες κομμάτι της κοινής ευρωπαϊκής πολιτιστικής κληρονομιάς και ο διακαής πόθος για την απόκτηση τους, με προορισμό τα ευρωπαϊκά μουσεία, υποστηρίζει ένα ιδιότυπο εμπόριο αρχαιοτήτων με κάθε μέσο, θεμιτό ή αθέμιτο.[7] Το 1801, ο λόρδος Έλγιν, λεηλατεί τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης και τον Παρθενώνα, αρπάζοντας αμύθητης αξίας έργα τέχνης. Οι ευγενείς περιηγητές γυρίζοντας από τα ταξίδια τους, στολίζουν τις πολυτελείς αυλές, τους κήπους και τις νεοκλασικές επαύλεις τους, με εξαιρετικές συλλογές αρχαίων γλυπτών, για να δώσουν την εικόνα μόρφωσης και κουλτούρας.[8]
Στην Ελλάδα, μετά την απελευθέρωσή της, άμεση προτεραιότητα της «εθνικής υπερηφάνειας» ήταν η δημιουργία μιας αρμόζουσας πρωτεύουσας,[9] παράλληλα με την προστασία και φροντίδα των αρχαίων μνημείων, καθώς ο κυβερνήτης Ι. Καποδίστριας είχε επιδείξει σοβαρό ενδιαφέρον.[10]
Την Οθωνική περίοδο το Ελληνικό έθνος αποκτά εκ νέου δικαιώματα στις αρχαιότητες, οργανώνεται η αρχαιολογική υπηρεσία, με πρώτους Γενικούς Εφόρους τον Γερμανό ελληνιστή, καθηγητή αρχαιολογίας Λουδοβίκο Ρος και το Βαυαρό αρχιτέκτονα Άντολφ Βάισσενμπουργκ, παράλληλα δε, ετοιμάζεται νομοσχέδιο κατά των αρχαιοκαπήλων.[11] Τα μνημεία της Αθήνας, νέας πρωτεύουσας της Ελλάδας από το 1833, βρίσκονται στο επίκεντρο της φροντίδας, καθώς για τους Έλληνες αντανακλούν την παλιά δόξα και την ανεξαρτησία τους και για τους Γερμανούς είναι το σύμβολο της νέας τους εξουσίας.[12]
Συγχρόνως, η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία, που ιδρύθηκε το 1837, αποτέλεσε ατράνταχτο ιδεολογικό θεμέλιο, καθώς έδινε αδιάψευστο υλικό για την απευθείας καταγωγή των Ελλήνων από τους αρχαίους.[13] Η ελληνική αρχαιολογία, ανέλαβε τη στοιχειοθέτηση του κυρίαρχου εθνικού λόγου περί αρχαιότητας.
Οι ελεύθεροι Έλληνες είχαν πολλούς λόγους να διασώσουν και να αναστυλώσουν τις αρχαιότητες, προστατεύοντάς τες από τους δήθεν φιλάρχαιους, ξένους και ντόπιους ασύδοτους αρχαιοκάπηλους.
Η σύνδεση των Ελλήνων με την κλασική αρχαιότητα, ως απόγονων και συνεχιστών της λαμπρής ιστορίας του Ελληνισμού, προκάλεσε το πολιτικό και ιδεολογικό ενδιαφέρον της ιθύνουσας τάξης στην Ελλάδα του 19ου αιώνα, γεννώντας το πολιτικό και εθνικιστικό ιδεώδες, γνωστό με τον όρο «Μεγάλη Ιδέα». Ο όρος αναφέρθηκε για πρώτη φορά στην Εθνοσυνέλευση το 1844, από τον πρώτο Συνταγματικό Πρωθυπουργό της Ελλάδας Ιωάννη Κωλέττη, ο οποίος στήριξε εκεί ολόκληρο το πολιτικό του οικοδόμημα. Η «Μεγάλη Ιδέα», έγινε κυρίαρχο ιδεολογικοπολιτικό σύνθημα, το «χρυσό όνειρο» του ελληνισμού, επιδιώκοντας τη δημιουργία εθνικής συνείδησης, την υπεράσπιση της ενότητας του έθνους και την επέκταση των εδαφικών ορίων της επικράτειας.[14]

Ενότητα Β΄: Η αξία του Ερεχθείου, του Παρθενώνα και του τύμβου της Αμφίπολης, σε σχέση με το παρόν

Κατά την αναδημιουργία του αρχαίου ελληνικού παρελθόντος στα τέλη του 18ου και τον 19ο αιώνα, μετά την Επανάσταση του 1821 και σ’ όλη τη διάρκεια του, κατεξοχήν όμως τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Ελληνικού κράτους, η επιστήμη της αρχαιολογίας ανέδειξε τις αρχαιότητες ως τοπόσημα του ελληνικού έθνους, σύμβολα ιδεολογικά και αποδείξεις της κλασικής καταγωγής του, επιτρέποντας την τοποθέτησή του στον ευρωπαϊκό χώρο.[15] Η βαθιά εκτίμηση κάποιων για την κλασσική αρχαιότητα, τους οδηγούσε να αντιμετωπίζουν την περίοδο μεταξύ της αρχαιότητας και της Αναγέννησης, ως μια παρακμιακή και βάρβαρη εποχή, αναγνωρίζοντας την αξία των βυζαντινών και μεσαιωνικών μνημείων μόνο κατά το 19ο αιώνα.[16]
Τα λείψανα όμως των κλασικών χρόνων πέρα από την απαράμιλλη αισθητική τους ως καλλιτεχνικές δημιουργίες αποκτούν, ιδιαιτέρως, συμβολική αξία και ο ρόλος που διαδραματίζουν ως σύμβολα ή μνημεία του παρελθόντος, αλλά και ο τρόπος που συνδέονται με το παρόν, είναι σπουδαίος. Επομένως, η μοίρα των αρχαίων μνημείων είναι αλληλένδετη με το ελληνικό έθνος και το παρελθόν, όπως επενδύθηκε στην περίοδο της δημιουργίας νέας ταυτότητας, χτίζει στο παρόν και το μέλλον.
Η εξιδανικευμένη εικόνα της Ελλάδας, από τους Δυτικοευρωπαίους, ως βάση του ευρωπαϊκού πολιτισμού, διευκόλυνε την παροχή βοήθειας από τους Φιλέλληνες στους επαναστατημένους Έλληνες και βοήθησε στη δημιουργία της νεοσύστατης κρατικής οντότητας.[17] Ο Ραγκαβής ταύτιζε την αποκατάσταση των πληγέντων αρχαίων μνημείων, από τα διάσπαρτα μέλη τους που συλλέγονταν με περισσή φροντίδα, με την ίδια την αναγέννηση του αρχαίου έθνους. Ακόμη και η καταστροφή κομματιού του Ερεχθείου κατά τη διάρκεια της πολιορκίας της Ακρόπολης από τους Οθωμανούς το 1827, ενσωματώνεται σ’ ένα συμβολικό και εξιδανικευμένο περιβάλλον, καθώς η αρχαία ελληνική ελευθερία που θεμελίωσε το ναό, επανακάμπτει στο πρόσωπο της ελευθερίας που αγωνίζεται κατά των βαρβάρων.[18]
Τα αρχαιοελληνικά μνημεία, ανυπέρβλητης τέχνης και τεχνικής, όπως είναι το Ερεχθείο και ο Παρθενώνας στην Ακρόπολη των Αθηνών και πρόσφατα ο τύμβος της Αμφίπολης, διαθέτουν υψηλή γνωστική αξία, καθώς η ανασκαφή και η μελέτη τους, μας δίνουν σημαντικότατες  πληροφορίες για το πολιτικοκοινωνικό περιβάλλον της εποχής τους. Η αξία των μνημείων πολιτιστικής κληρονομιάς είχε επίσης, ανέκαθεν, σημαντικότατη οικονομική διάσταση, από την κατασκευή, τις αποφάσεις για διατήρηση, μελέτη, αποκατάσταση, έκθεση, την πώληση ή την καταστροφή τους. Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που ο τουρισμός είναι η «βαριά βιομηχανία» της, τα μνημεία αυτού του τύπου, αποτελούν σημαντικότατο οικονομικό παράγοντα.[19] Ως γνωστόν, η Ακρόπολη άνοιξε για το κοινό ήδη από το 1835, καθορίζοντας το νέο της τουριστικό πεπρωμένο, καθώς πωλούνται τότε εισιτήρια εισόδου, ατομικά ή οικογενειακά.[20]
Ένα νέο είδος εκμετάλλευσης του συμβολισμού των αρχαιοτήτων της Ακρόπολης και του τύμβου της Αμφίπολης, περνά από τη συμβολική, γνωσιακή, οικονομική και πολιτισμική αξία των μνημείων αυτών. Η επιτυχία της Ολυμπιάδας του 2004, που έλαβε διαστάσεις σταυροφορίας, απαιτούσε εθνική ομοψυχία και οικονομικές θυσίες, σεβασμό στο περιβάλλον και τις πολιτικές ελευθερίες. Στην τελετή έναρξης κυριάρχησαν θέματα από την αρχαιότητα, με εντυπωσιακότερο την παρέλαση αρμάτων με έργα υψηλής τέχνης από την κλασική αρχαιότητα ως τους νεότερους χρόνους, με δεσπόζουσες τις Καρυάτιδες του Ερεχθείου, που παριστάνονταν από ομάδα καλλιτεχνών. Η Ελλάδα, ικανοποιημένη που απέδειξε πως ήταν ικανή να διοργανώσει τέτοιας εμβέλειας αγώνες με επιτυχία και να κατακτήσει τον κόσμο, εκφράζοντας παγκόσμιο πνεύμα, έμεινε προσηλωμένη στην δική της ταυτότητα και τον «εθνικό μύθο» της.[21] Ιδιαίτερη αίσθηση όμως είχε προκαλέσει αρκετά χρόνια νωρίτερα, το 1992, μια διαφήμιση της «Coca-Cola» σε ιταλική εφημερίδα, που παρουσίαζε σε ψηφιακά επεξεργασμένη εικόνα, τους κίονες του Παρθενώνα να έχουν το σχήμα μπουκαλιού του γνωστού αναψυκτικού, κάτι που θεωρήθηκε ιεροσυλία.[22] Πρόσφατα, στην επανεξέταση του φακέλου «Ελγίνεια», με τη δραστηριοποίηση της Ελληνικής κυβέρνησης και επιχειρηματικών παραγόντων, κυρίως όμως με την άφιξη της Αμάλ Αλαμουντίν-Κλούνεϊ και τον τρόπο που έγινε δεκτή, εμφανίζεται καθαρά ο συμβολικός χαρακτήρας που αποκτά η διεκδίκηση των μοναδικών γλυπτών του Παρθενώνα, έχοντας ως στόχο μια μεγάλη, έστω και πρόσκαιρη, δημοσιότητα.[23]
Στην Αμφίπολη τα πράγματα είναι ίσως περισσότερο σύνθετα καθώς η ανασκαφική δραστηριότητα και το προσδοκώμενο αποτέλεσμά της, λαμβάνουν και πολιτικές διαστάσεις, εκτός των συμβολισμών του μνημείου και των περίτεχνων ευρημάτων που αποκαλύπτονται, για την ιστορία και την πολιτιστική κληρονομιά των Ελλήνων.
Συνεπώς, όπως προκύπτει από την εξέλιξη της επιστήμης και τα αποτελέσματα των ερευνών τους, οι Έλληνες αρχαιολόγοι ενσυνείδητα ή όχι, γίνονται φορείς των εθνικών συμφερόντων σε εποχές διεκδικήσεων και αναζητήσεων.[24]

Συμπεράσματα
Οι ομοιότητες του κτιρίου της Ακαδημίας με τα μνημεία της Ακρόπολης των Αθηνών, ήταν αποτέλεσμα της αρχαιολατρίας των Ευρωπαίων της εποχής του 18ου και 19ου αιώνα, οι οποίοι μεταλαμπάδευσαν στους Έλληνες, μέσω των λόγιων της εποχής και των ομογενών που ζούσαν στην Ευρώπη, το ρεύμα του νεοκλασικισμού.
Η Αθήνα, ως πρωτεύουσα του νεοσύστατου κράτους, αναπλάθεται με τα πρότυπα αυτά και τη μέγιστη οικονομική συμβολή δεκάδων εθνικών ευεργετών. Η πολιτική και πολιτειακή ηγεσία της εποχής, από τον Καποδίστρια, ως τον βασιλιά Όθωνα και τον Κωλέττη, προσπάθησε να τονώσει το εθνικό φρόνημα και δημιούργησε νέα «εθνικά» ιδεώδη, υπό τη μορφή της «Μεγάλης Ιδέας».
Τα κομψοτεχνήματα της Ακρόπολης των Αθηνών και ο τύμβος της Αμφίπολης, που ανασκάπτεται σήμερα, προσλαμβάνουν κυρίως συμβολική αξία, χωρίς να παραγνωρίζουμε την πραγματική προστιθέμενη αξία που αποδίδουν στον Ελληνισμό διαχρονικά.

 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ. και Σμπόνιας Κ., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Α΄, Πάτρα, 1999.
  • Βρετός Μαρίνος Π., Εθνικόν ημερολόγιον, εκδοθέν υπό Μαρίνου Π. Βρετού, Αθήνα, 1871.
  • Γκότση Γεωργία, Έμψυχες αρχαιότητες. Λογοτεχνία και πολιτισμική βιογραφία τον 19ο αιώνα, Περιοδικό «Κονδυλοφόρος», Ετήσια έκδοση Νεότερης Ελληνικής Φιλολογίας, Τ 11, Θεσσαλονίκη, 11/2012.
  • Ετιέν Ρολάν και Φρανσουάζ, Αρχαία Ελλάδα, Η αρχαιολογία μιας ανακάλυψης, μετάφραση: Λ. Παπαλάσκαρη, Γερ. Γέρμνας, τυπ. Α. Δεληθανάσης, Αθήνα, 2000.
  • Κόκκου Αγγελική, Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, εκδ. Καπόν, Αθήνα 2009.
  • Ματθαίου Α.Σ.-Χατζηδημητρίου Α. (επιμ.), Ξενιτεμένες ελληνικές αρχαιότητες. Αφετηρίες και διαδρομές. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, αρ. 125, Αθήνα 2012.
  • Μπουκάλας Π., Αμφίπολη, Αντικύθηρα, Βεργίνα, Παρθενώνας..., «Καθημερινή», Πολιτική, 19.10.2014.
  • Νέα Εστία, περιοδικό, «Τα πενήντα χρόνια της Ακαδημίας Αθηνών», Έτος 51, Τόμος 101, τεύχος 1188, Αθήνα, Ιανουάριος 1977.
  • Πετράκος Bασίλειος, Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία. Η ιστορία των 150 χρόνων της, Αθήνα, 1987.
  • Χαμηλάκης Γιάννης, «Το έθνος και τα ερείπιά του Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα», μετάφραση: Νεκτάριος Καλαϊτζής, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012.
  • Bahn P. (επιμ.), The Cambridge Illustrated History of Archaeology, C.U.P., Cambridge 1996.
  • Stoneman Richard, Αναζητώντας την κλασική Ελλάδα, επιμέλεια: Αντιγόνη Φιλιπποπούλου, μετάφραση: Ελένη Αγγελομάτη – Τσουγκαράκη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1996.


[1] Βρετός Μαρίνος Π., Εθνικόν ημερολόγιον, εκδοθέν υπό Μαρίνου Π. Βρετού, Αθήνα 1871, σ. 435.
[2] Λούρος Ν. Κ., Νέα Εστία, περιοδικό, «Τα πενήντα χρόνια της Ακαδημίας Αθηνών», Έτος 51, Τόμος 101, τεύχος 1188, Αθήνα, Ιανουάριος 1977, σ. 7.
[3] Bahn P.(επιμ.), The Cambridge Illustrated History of Archaeology, C.U.P., Cambridge 1996, σ.49-64.
[4] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., Πασχαλίδης Γ. και Σμπόνιας Κ., Εισαγωγή στον Ελληνικό Πολιτισμό, Τόμος Α΄, Πάτρα, 1999, εκδ. Ε.Α.Π., σ. 83.
[5] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., σ. 82.
[6]Winckelmann, 1996, σ. 32.
[7]Ματθαίου Α.Σ.-Χατζηδημητρίου Α. (επιμ.), Ξενιτεμένες ελληνικές αρχαιότητες. Αφετηρίες και διαδρομές. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Ερευνών. Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών, αρ. 125, Αθήνα 2012, σ. 11.
[8] Bahn P., ό.π., σ.σ.49-64
[9]Stoneman Richard, Αναζητώντας την κλασική Ελλάδα, επιμέλεια: Αντιγόνη Φιλιπποπούλου, μετάφραση: Ελένη Αγγελομάτη – Τσουγκαράκη, Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1996, σ. 352.
[10] Stoneman Richard, ο.π. σ. 367.
[11] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., σ. 181.
[12] Ετιέν Ρολάν και Φρανσουάζ, Αρχαία Ελλάδα, Η αρχαιολογία μιας ανακάλυψης, μετάφραση: Λ. Παπαλάσκαρη, Γερ. Γέρμνας, τυπ. Α. Δεληθανάσης, Αθήνα, 2000, σελ. 65-67.
[13] Πετράκος Bασίλειος, Η εν Αθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία. Η ιστορία των 150 χρόνων της (Αθήναι 1987), (Από την παρουσίαση της έκδοσης).
[14]  Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., Ενότητα 3.1, σ. 184.
[15]Γκότση Γεωργία, Έμψυχες αρχαιότητες. Λογοτεχνία και πολιτισμική βιογραφία τον 19ο αιώνα, Περιοδικό «Κονδυλοφόρος», Ετήσια έκδοση Νεότερης Ελληνικής Φιλολογίας, Τ. 11, Θεσσαλονίκη, 11-2012, σελ. 51-52.
[16] Bahn P. (επιμ.), The Cambridge Illustrated History of Archaeology, C.U.P., Cambridge 1996, σ. 49-64
[17] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., Ενότητα 2.1, σ. 133.
[18] Γκότση Γ., ό.π., σ. 58.
[19] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., Ενότητα 2.1, σ. 132.
[20] Ετιέν Ρολάν και Φρανσουάζ, ο.π., σελ. 91.
[21] Χαμηλάκης Γιάννης, «Το έθνος και τα ερείπιά του Αρχαιότητα, αρχαιολογία και εθνικό φαντασιακό στην Ελλάδα», μετ. Ν.Καλαϊτζής, Εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα 2012, σ.σ. 24-27.
[22] Χαμηλάκης Γιάννης, ό.π., σ.σ. 29-30.
[23] Μπουκάλας Π., Αμφίπολη, Αντικύθηρα, Βεργίνα, Παρθενώνας..., Καθημερινή, Πολιτική, 19.10.2014.
[24] [24] Βούρτσης Ι., Μανακίδου Ε., κα., ό.π., Ενότητα 3.1, σ. 184.

Δημήτρης Β. Καρέλης

Συγγραφέας – Αρθρογράφος -Πολιτισμολόγος, 
Απόφοιτος του τμήματος Σπουδών στον Ελληνικό Πολιτισμό της Σχολής Ανθρωπιστικών Επιστημών του ΕΑΠ. 
karelisdimitris@gmail.com

(ΕΛΠ10-1)

Αγιογραφία σε πέτρα: Η Αγία Αικατερίνη

Αγιογραφία, ακρυλικό σε πέτρα:
Η Αγία Αικατερίνη, σε θαλασσινό βότσαλο…
Δια χειρός δούλου Θεού Δημητρίου Β. Καρέλη, Καλλιθέα Αττικής, 22/09/2018.

«Συμπεθερικό», ένας μύθος από τα παλιά!!!

«Συμπεθερικό» ή «Συμπεθερκό»
Μια φορά και έναν καιρό, όπως θα λέγαμε ξεκινώντας ένα παλιό παραμύθι, ζούσε στον τόπο μας ένα‘’στοιχειό’’ με την μορφή ενός άγριου έγχρωμου γεροδεμένου ανθρώπου. Έτσι γεννήθηκε ένας μύθος, ένα παραμύθι, από τις παραξενιές και τα δημιουργήματα της φύσης. Στην περίπτωσή μας από μια σειρά μάλλον ηφαιστειογενείς τεράστιους βράχους βαλμένους λες από γιγάντιο χέρι, με απίστευτη ακρίβεια, δίπλα – δίπλα και που θυμίζουν ανθρώπινη πομπή!
Ο τόπος αυτός βρίσκεται ένα χιλιόμετρο νότια του χωριού μας, του Αϊ – Γιώργη, πίσω από το λόφο και το εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία, σε μια περιοχή που ο μύθος βάφτισε με τ΄ονομα του: ΣΥΜΠΕΘΕΡΙΚΟ!!!
Στα παλιά χρόνια όταν οι μετακινήσεις ήταν δύσκολες και χρονοβόρες ακόμα και σε μικρές αποστάσεις οι άνθρωποι με τα ζώα τους περνούσαν μέσα από δύσβατα μονοπάτια μεταφέροντας μ΄αυτά τα υπάρχοντά τους. Με τον ίδιο τρόπο τότε μετέφεραν και τα πατροπαράδοτα ‘’προικιά’’ αμέσως μετά τον γάμο, από το σπίτι της νύφης στο σπίτι των νεόνυμφων. Η ιστορία μας λοιπόν αναφέρει πως το ‘’ κακό στοιχειό ‘’ σταματούσε όποια γαμήλια πομπή καταπατούσε τα όρια του και ζητούσε από την νύφη να δώσει μια αστραπιαία απάντηση για κάθε αριθμό από το ένα έως το δεκατρία . Φυσικά δεν ήταν δυνατόν μέσα στο φόβο και το δέος μπροστά στον ‘’ ΑΡΑΠΗ’’ να απαντήσει όσο γρήγορα έπρεπε κι έτσι το ‘’στοιχειό’’ τους πέτρωνε δημιουργώντας το ‘’πετρωμένο συμπεθεριό’’ που και σήμερα παραμένει αδιάψευστος μάρτυρας της παρουσίας του. Η βασιλεία του στην περιοχή κράτησε πολλά χρόνια ώσπου κάποια ατρόμητη συντοπίτισσα μας, νύφη από το γειτονικό Ζαπάντι, που πήγαινε μετά τον γάμο της με τον γαμπρό και άλλους συγγενείς στο χωριό του, το διπλανό Παληοντέρβενο, σταμάτησε την θανατηφόρα δράση του.
Το ‘’στοιχειό’’, εμφανίστηκε ως δια μαγείας μπροστά στο συμπεθεριό, έπιασε τα γκέμια του αλόγου του γαμπρού όπου ήταν και η νύφη ανεβασμένη και ζήτησε επιτακτικά τις απαντήσεις που ποτέ δεν πίστευε ότι θα πάρει! Η νύφη μας όμως ψύχραιμη και δυνατή απάντησε με θάρρος μπροστά στους έντρομους φίλους και συγγενείς που είχαν‘’πετρώσει΄΄ πριν από την ώρα τους:

- ΕΝΑ ; - Ένας είναι ο Θεός

- ΔΥΟ; - Δύο κέρατα το βόδι
- ΤΡΙΑ ; - Τρία πόδια η σιδεροστιά
- ΤΕΣΣΕΡΑ; - Τέσσερα βυζιά η γελάδα
- ΠΕΝΤΕ; - Πέντε δάχτυλα το χέρι
- ΈΞΙ; - Έξι αστέρια σέρνει η πούλια
- ΕΠΤΑ; - Επταπάρθενος χορός
- ΟΧΤΩ; - Οχταπόδι στο γιαλό
- ΕΝΝΙΑ; - Εννιαμήνικο παιδί
- ΔΕΚΑ; - Δέκα δάχτυλα τα πόδια
- ΕΝΤΕΚΑ; - Εντεκαμήνικο μουλάρι
- ΔΩΔΕΚΑ; - Δώδεκα μήνες σέρνει ο χρόνος
- ΔΕΚΑΤΡΙΑ; - ΔΕΚΑΤΡΙΞΙΣ ΚΑΙ ΞΕΡΟΣ!!!!

-
Αυτό ήταν!! Το ‘’στοιχειό ‘’ έσκασε, εξαφανίστηκε, εξαϋλώθηκε και ποτέ πια δεν ενόχλησε τις γαμήλιες πομπές! Έμειναν να μας το θυμίζουν αναφορές παλαιότερων συγχωριανών μας που το συνάντησαν, άγριο και σκυθρωπό γιατί νικήθηκε από μια κοινή θνητή, κάνοντας τους να τρέχουν ακόμα!
Σίγουρα όμως έμειναν να μας το θυμίζουν τα απολιθώματα των συμπεθεριών που πέτρωσαν γιατί δεν είχαν την τύχη και το θάρρος της Ζαπαντιώτισσας νύφης!


Δημήτρης Β. Καρέλης 

Η Μεγαλόχαρη, «Κυρά – Παναγιά», στη Βόρεια Φθιώτιδα

Η Μεγαλόχαρη, «Κυρά – Παναγιά», στη Βόρεια Φθιώτιδα

Ο Αύγουστος για τον Ελληνισμό, είναι ο μήνας της Παναγίας, καθώς θυμάται και τιμά την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Η Παναγία, η οποία συχνά αναφέρεται με το πραγματικό της όνομα Μαρία (Αραμαϊκά, Εβραϊκά, Μαριάμ) αλλά και ως Παρθένος Μαρία και Θεοτόκος, ήταν Εβραία από τη Ναζαρέτ της Γαλιλαίας, μητέρα του Ιησού Χριστού και κατέχει ιδιαίτερη θέση στην χριστιανική διδασκαλία και πίστη.

Οι Μουσουλμάνοι αναφέρονται στο πρόσωπό της επίσης αποκαλώντας την Παρθένο Μαρία αλλά και χρησιμοποιώντας τον προσδιορισμό Σαϊντά που σημαίνει «Κυρία». Η Παναγία γεννήθηκε στην Ιερουσαλήμ. Ήταν κόρη του κτηνοτρόφου Ιωακείμ και της Άννας, που καταγόταν από το βασιλικό γένος του Δαυίδ. Η Άννα ήταν στείρα, όμως λύνεται η στειρότητα της και γεννάται η Παναγία.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει το γεγονός αυτό της συλλήψεως στις 9 Δεκεμβρίου. Στα "απόκρυφα" κείμενα αναφέρονται τα Εισόδια, η Κοίμηση αλλά και η Ανάληψή της.
Η μεγάλη λατρεία που έχουν οι Έλληνες για τη «μάνα» του Θεού και των ανθρώπων αποδεικνύεται από τα πολλά ονόματα που της έχουν προσδώσει. Μεγαλόχαρη, Εκατονταπυλιανή, Φανερωμένη, Κοσμοσωτήρα, Χοζοβιώτισσα, Εικοσιφοίνισσα, Βρεφοκρατούσα, Ελεούσα, Θαλασσινή, Γιάτρισσα, Μυρτιδιώτισσα και πολλά ακόμη.
Η Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες γιορτές της χριστιανοσύνης. Η προετοιμασία των πιστών αρχίζει από την 1η Αυγούστου με τη νηστεία που διαρκεί έως τον Δεκαπενταύγουστο, αποτελώντας για τους Ορθόδοξους χριστιανούς το «Πάσχα του καλοκαιριού».
Στις 15 Αυγούστου χιλιάδες πιστών με την ψυχή γεμάτη ελπίδα και κατάνυξη, προστρέχουν στα αμέτρητα προσκυνήματα, όπου λιτανεύονται οι θαυματουργές εικόνες της Παναγίας για να μαρτυρήσουν τη πίστη τους στο πρόσωπό της.

Στη Βόρεια Φθιώτιδα και την περιοχή του Δομοκού υπάρχουν τρεις Θαυματουργές εικόνες της Παναγίας:

Η Παναγία Ελεούσα στην Ξυνιάδα Δομοκού


Το απόγευμα της 21ης Ιούνη του 1962 οι καμπάνες στην Ξυνιάδα Δομοκού ήχησαν δυνατά, επίμονα και χαρμόσυνα! Συνέβη τότε γεγονός μέγα και θαυματουργό, η εύρεση της εικόνας της Μεγαλόχαρης Παναγίας της Ελεούσας. Οι διηγήσεις όλων όσων έζησαν τις μοναδικές στιγμές, όπου η πίστη ζωντανεύει και η ψυχή πλημμυρίζει δέος και αγαλλίαση, είναι χαραγμένες βαθιά στην ψυχή όλων όσων δεν είχαμε την τύχη να ζήσουμε αλλά είχαμε τη χαρά να τ’ ακούσουμε από «πρώτο χέρι» την αληθινή αυτή ιστορία. Και πρώτα απ’ όλους από τον, μικρό τότε πρωταγωνιστή, Αθανάσιο Σύρο.
Ο μικρός Αθανάσιος συνάντησε και μίλησε πολλές φορές με μια άγνωστη αλλά γλυκύτατη μαυροφόρα γυναίκα, η οποία δεν ήταν άλλη από τη Μεγαλόχαρη Θεομήτορα, την Παναγία! Η άγνωστη γυναίκα τον επισκέφτηκε στον ύπνο του όπου του αποκάλυψε την ταυτότητά της και του υπέδειξε τον τόπο όπου ήταν θαμμένη η θαυματουργή Της εικόνα. Ο μικρός Αθανάσιος λοιδορήθηκε όταν αποκάλυψε το μεγάλο του μυστικό και για πολλά χρόνια δεν γινόταν πιστευτός ώσπου οκτώ χρόνια μετά, μια θανατηφόρα ασθένεια που έπεσε στα ζώα του χωριού, έγινε αιτία να έρθουν πιο κοντά οι άνθρωποι στην Εκκλησία και να αναζητήσουν την χαμένη εικόνα της Παναγίας. Στις αρχές Ιουνίου του 1962 ήρθε στην Ξυνιάδα ένα σκαπτικό μηχάνημα για να ανοίξει τους δρόμους του χωριού. Οι Ξυνιαδιώτες ζήτησαν από τον οδηγό Ηλία Σάλτα να βοηθήσει στην ανασκαφή για της ανεύρεση της εικόνας. Ο ίδιος αντέδρασε βίαια και έμεινε μόνο μετά από παρέμβαση του Λαμιώτη Σπύρου Χουλιάρα και των αρχών της κοινότητας, τον πρόεδρο, τον δάσκαλο, τον ιερέα, τις αστυνομικές αρχές και το εκκλησιαστικό συμβούλιο, που τον έπεισαν. Ο χειριστής μετά την άκαρπη πρώτη εκσκαφή επιχειρεί και δεύτερη χωρίς αποτέλεσμα, αρχίζει να βλαστημά και επιχειρεί τρίτη φορά χωρίς αποτέλεσμα και πάλι. Η μηχανή είχε σταματήσει. Τότε ο αστυνομικός που ήταν κοντά στο σημείο βλέπει δίπλα στο μαχαίρι του μηχανήματος, κοντά στη ρίζα ενός πουρναριού την εικόνα της Παναγίας.
Αμέσως εκτυλίχθησαν απερίγραπτες σκηνές με τους παρευρισκόμενους να γονατίζουν και να προσκυνούν την Άγια και Σεπτή Εικόνα της Παναγίας, κάποιοι έτρεξαν και χτύπησαν δυνατά την καμπάνα για να ειδοποιηθούν όσοι κάτοικοι ήταν στα χωράφια. Κάποιοι άλλοι αγκάλιασαν τον μικρό Αθανάσιο και του ζητούσαν να τους συγχωρήσει για την ασέβεια και την απιστία τους. Ο χειριστής του μηχανήματος έπεσε κλαίγοντας, προσκύνησε την εικόνα και παρακαλούσε να τον συγχωρήσει η Θεοτόκος. Από τους πρώτους Ιερείς που αντίκρισε την εικόνα ήταν ο παππούς μου Παπα-Δημήτρης ο οποίος, σύμφωνα με τις διηγήσεις και του σημερινού Ηγούμενου της Μονής Αθανάσιου Σύρου, παραλλήλισε την αποκάλυψη της Θαυματουργής εικόνας με την άφιξη του Ιησού Χριστού στην Ιεριχώ, όταν επισκέφτηκε τον αμαρτωλό και πλούσιο Αρχιτελώνη και μετέπειτα Απόστολο Ζακχαίο, λέγοντας: Ζακχαῖε, σπεύσας κατάβηθι• σήμερον γὰρ ἐν τῷ οἴκῳ σου δεῖ με μεῖναι. («Ζακχαίε, κατέβα και τρέξε, σήμερα είναι ανάγκη να μείνω στο σπίτι σου, αφού για σένα ήλθα, για να σε σώσω»).
Στον Ιερό αυτό τόπο χτίστηκε αμέσως μικρός ναός και λίγο αργότερα ο σημερινός Οίκος της Παναγίας Ελαιούσης, η Ιερά Μονή στην οποία πλήθος πιστών συρρέει για να προσκυνήσει τη Χάρη Της θαυματουργής Εικόνας της Θεοτόκου. Ο μικρός Αθανάσιος αφιέρωσε τη ζωή του στη Χάρη της Παναγίας Ελεούσης και είναι σήμερα Αρχιμανδρίτης και Ηγούμενος της Ιεράς Μονής, με τεράστιο φιλανθρωπικό και ποιμαντικό έργο.
Το Ιερό Προσκύνημα εορτάζει δυο φορές το χρόνο: Την ημέρα της ευρέσεως της εικόνας, δηλαδή την 21ηΙουνίου, και την 15η Αυγούστου, την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.

Το Μοναστήρι της Παναγίας της Αντίνιτσας


Το Μοναστήρι της Παναγίας της Αντίνιτσας βρίσκεται στις πλαγιές του όρους Όθρυς. Κατά την επικρατούσα άποψη το προσωνύμιό της έχει σχέση με την αρχαία πόλη Αντινοίτισσα πού ίδρυσε στην Όθρη ο Ρωμαίος Αυτοκράτορας Αδριανός τον Β΄ μ.Χ. αιώνα. Το Μοναστήρι καταστράφηκε ολοσχερώς από τις κατοχικές δυνάμεις το 1944. Το καθολικό πού καταστράφηκε ήταν ένα χάρμα οφθαλμών όπως υποστηρίζεται από τούς μελετητές. Ήταν αθωνικού τύπου, τετρακιόνιος σταυροειδής μετά τρούλου. Ήταν το αρχαιότερο Καθολικό Μονής μεταβυζαντινών χρόνων πού εμιμείτο τα αγιορείτικα καθολικά έχουν τον Κωσταντινοπολιτικόν Σταυροειδή τύπον, με πλάγιους χορούς και μικρά τρουλωτά παρεκκλήσια δεξιά και αριστερά του Ιερού Βήματος. Αντίγραφο αυτό του παλαιού Ναού είναι το σημερινό Καθολικό πού ανηγέρθη το έτος 2000. Από την καταστροφή διέφυγε η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας. Περί της Μονής Αντινίτσης έγραψαν οι: Σωτηρίου στην χριστιανική Αρχαιολογία του και Ορλάνδος στην επετηρίδα Εταιρεία Βυζαντινών Σπουδών.
Για την ονομασία του μοναστηριού υπάρχουν δύο εκδοχές . Η πρώτη στηρίζεται στην παράδοση και οφείλει την ονομασία στην προέλευση της καταγωγής της θαυματουργής εικόνας της Θεοτόκου απ το Αϊδίνιο της Μ. Ασίας. Γι αυτό πήρε και το όνομα Παναγιά η Αϊδινιώτισσα ,που τελικά κατέληξε να προφέρεται από την λαό Παναγιά η Αντινίτσα. Η παράδοση λέει πως όταν ξεκίνησαν οι σφαγές στην πόλη του Αϊδινίου , δύο Αϊδινιώτες πιθανών κληρικοί ,έφυγαν και ζήτησαν καταφύγιο στην κεντρική Ελλάδα, φέρνοντας μαζί τους και την θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Αϊδινίου. Σύμφωνα με την παράδοση όταν οι δύο Αϊδινιώτες έχοντας μαζί τους την ιερή εικόνα της Αϊδινιώτισσας Παναγίας νύχτωσαν κοντά στην σημερινή θέση και αποφάσισαν να διανυχτερεύσουν εκεί και το πρωί να συνεχίσουν τον δρόμο τους . Όταν ήρθε το φως της ημέρας και ετοιμάστηκαν να αναχωρήσουν ,ξαφνικά η εικόνα της Παναγίας ήταν τόσο βαριά που ήταν αδύνατον να την σηκώσουν και να συνεχίσουν τον δρόμο τους. Φοβερός είναι ο τόπος αυτός μουρμούρισαν οι δύο Αϊδινιώτες. Κάθισαν και προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν με απλά σύνεργα του νου τους το θαυματουργό αυτό γεγονός. Με θεία φώτιση κατανόησαν, ότι το σημάδι πρέπει να εκληφθεί σαν σοβαρή επιθυμία της Παναγίας να παραμείνει στον τόπο αυτόν για πάντα. Έτσι στην όμορφη πλαγιά της Όθρυος αποφάσισαν και έκτισαν το σπιτικό της Αϊδινιώτισσας Παναγιάς ,που έμεινε στην ιστορία σαν Μοναστήρι της Αντινίτσας. Η δεύτερη εκδοχή στηρίζεται στην γραμματολογική ερμηνεία της λέξης . Πρώτος ο Ευστάθιος Δράκος συσχετίζει το όνομα Αντινίτσα με την παλαιά κώμη Αντίνα ,της οποίας τα ερείπια σώζονται ακόμη στην περιοχή, την θέση αυτή ασπάζεται και ο Αθανάσιος Φλώρος ο οποίος αναφέρει :Την γνώμη αυτή του Δράκου ευρίσκω ορθή . Θα ήταν όμως δυνατόν να προσδιορίσουμε και τον χρόνο της ιδρύσεως της αρχαίας αυτής πόλης . Ο αυτοκράτωρ Ανδριανός (117-138 μ.χ.) έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρων κυρίως για την Αθήνα αλλά και τις άλλες περιφέρειες της Ελλάδας. Στην Άβαν της Φωκίδος έκτισε ναό του Απόλλωνος και στην Υάπολη της Φωκίδος Στοά. Στην μνήμη του στενού του φίλου Αντινόου ,που πνίγηκε το 130 μ.χ. στον Νείλο της Αιγύπτου ,έκτισε την Αντινοούπολη ,ο νομός μάλιστα ονομάστηκε Αντινοϊτης . Αλλά και για την Φθιώτιδα έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρων ,αφού μάλιστα κατά διαταγή του ο Ανθύπατος Μακεδονίας Κόϊντος Γέλλιος Σέντιος Αυγουρίνος έλυσε διαφορά που είχε ξεσπάσει για τα σύνορα μεταξύ στους Λαμιέων και τους Υπαταίων. Είναι πολύ πιθανών η πόλη που ιδρύθηκε από τον Ανδριανό στην Όθρη να ονομάστηκε Αντινοϊτισσα , αφού ο νομός της Αιγύπτου ονομάσθηκε Αντινοϊτης , και με τα χρόνια κατέληξε να λέγεται Αντινίτσα. Με την εκδοχή αυτή τάσσεται και ο ακαδημαϊκός Αν. Κ. Ορλάνδος σε παλαιότερη διεξοδική μελέτη γα το καθολικό της Μονής. Επομένως η ονομασία της Μονής έχει σχέση με την αρχαία πόλη Αντινοϊτισσα και λιγότερο μπορούμε να την συνδέσουμε με την πόλη Αϊδίνιο της Μικράς Ασίας. Εορτάζει την 8η Σεπτεμβρίου.

H Παναγία η «Λιμνιώτισσα» στην Παναγιά Δομοκού

Στην Παναγιά Δομοκού βρίσκεται η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας της «Λιμνιώτισσας», από την οποία πήρε προφανώς το όνομά του το χωριό και η οποία γιορτάζει ως πολιούχος την 23η Αυγούστου, εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Η παράδοση αναφέρει ότι κατά τα πρώτα χρόνια της τουρκοκρατίας η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας μεταφέρθηκε από κοντινό Ναό και βυθίστηκε στα νερά της λίμνης Ξυνιάδας από τους πιστούς για να γλιτώσει την πυρπόληση και την καταστροφή, στο σημερινό «Μάτι» της Παναγιάς, κοντά στον Πλάτανο.
Η εικόνα της Θεομήτορος βρέθηκε με θαυματουργό τρόπο αρκετά χρόνια αργότερα όταν κάποιος κάτοικος του χωριού ονόματι Παπαντώνης, όργωνε με τα βόδια του στην όχθη της λίμνης. Το άροτρό του σκάλωσε κάπου κι αυτός, λόγω της κόπωσης, έγειρε να ξεκουραστεί. Εκεί στον γρήγορο ύπνο του, είδε σαν όραμα την ύπαρξη της θαυματουργής εικόνας της Παναγίας και αφού ξύπνησε απότομα ειδοποίησε τους συγχωριανούς του και όλοι μαζί σκάβοντας αντίκρισαν την ιερή εικόνα. Τοποθετήθηκε πρόχειρα στο σημείο όπου  αργότερα χτίστηκε η Αγία Τράπεζα του Ιερού Ναού Κοιμήσεως της Θεοτόκου όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα. Για πάρα πολλά χρόνια την ημέρα της εορτής της Εκκλησίας και της εικόνας, πλήθος πιστών συνέρεε για το ιερό προσκύνημα της  στις 23 Αυγούστου κάθε χρόνο και ακολουθούσε το πανηγύρι.  

Δ. Β. Καρέλης
2012

Contact With Me

Contact Us
DIMITRIS KARELIS
+306947185990
Athens, Greece